Εφόσον δεν συμβεί κάποιο ποδοσφαιρικό θαύμα, η χρονιά θα κλείσει χωρίς τίτλους για τον Παναθηναϊκό. Μια ομάδα που φέτος έβαλε τον πήχη ψηλά, έθεσε ως στόχο την κατάκτηση του πρωταθλήματος και είναι δεδομένο ότι απέτυχε. Και μάλιστα οικτρά, αφού σε αντίθεση με τις προηγούμενες σεζόν δεν υπήρξε ποτέ πραγματικός διεκδικητής, ούτε γλύκανε κάπως το τέλος, όπως συνέβη πέρυσι με το Κύπελλο.
Κι όλα αυτά ενώ το περασμένο καλοκαίρι έλαβε χώρα μια οικονομική υπέρβαση. Με τη διοίκηση να βάζει (ξανά) βαθιά το χέρι στην τσέπη και να δημιουργεί ένα ρόστερ το οποίο χαρακτηρίστηκε ως το κορυφαίο των τελευταίων ετών. Κάτι το οποίο ωστόσο δεν φάνηκε στο γήπεδο. Πιο ακριβό πάντως ήταν σίγουρα, αλλά το μεγάλο πρόβλημα των πρασίνων δεν ήταν το χρήμα. Για την ακρίβεια, το νούμερο 1 ζήτημα για το τριφύλλι είναι ένα και θα το βρει ξανά μπροστά του αν δεν προχωρήσει στις απαραίτητες αλλαγές, για τις οποίες προϊδεάζει η πρόσληψη του Τάκη Φύσσα.
Και για να μην μακρηγορούμε, το ζητούμενο για τον Παναθηναϊκό είναι να φτιαχτεί ένα σαφές πλαίσιο και οργανόγραμμα σχετικά με το ποιος παίρνει τις αποφάσεις για το πού και πώς θα ξοδευτεί το διαθέσιμο μπάτζετ προκειμένου να μην συνεχιστούν οι αστοχίες που παρατηρούνται τα τελευταία χρόνια.
Μπερδεμένες καταστάσεις
Και σε παλιότερα κείμενα εδώ στο menshouse.gr αναφερθήκαμε στο γεγονός ότι ο Παναθηναϊκός λειτουργεί χωρίς ξεκάθαρες γραμμές σε ό,τι αφορά τις μεταγραφές και ανανεώσεις συμβολαίων παικτών. Τουλάχιστον στην μετά Ιβάν Γιοβάνοβιτς εποχή, όταν και σταμάτησαν να πιστώνονται οι επιτυχίες ή να χρεώνονται οι αποτυχίες αντίστοιχα στο πρόσωπό του.
Από εκεί και πέρα, οι πράσινοι μπήκαν σε έναν κυκεώνα πολυφωνίας θα έλεγε κανείς, με αλλαγές προπονητών και μοναδική σταθερή παρουσία αυτή του τεχνικού διευθυντή, Γιάννη Παπαδημητρίου. Ο κάθε ένας από τους τεχνικούς που πέρασαν είχε τις δικές του προτεραιότητες, προχωρούσε σε προτάσεις ή πράξεις που ο διάδοχός του δεν ενστερνιζόταν, η διοίκηση είχε τη δική της προσέγγιση και κάπως έτσι το τριφύλλι βρέθηκε με ένα ρόστερ-Φρανκενστάιν, αν μας επιτρέπεται αυτή η υπερβολή.
Ένα κλασικό τέτοιο παράδειγμα, για να γίνει σαφές το τι λέμε, είναι ας πούμε ο Σένκενφελντ. Αρχηγός του Παναθηναϊκού επί Γιοβάνοβιτς, στα αζήτητα και άφαντος επί Τερίμ, εντός εκτός και επί τα… αυτά με Αλόνσο και ξανά βασικός (λόγω και των τραυματισμών) με Βιτόρια…
Ο Ολλανδός, άθελά του, αποτελεί την προσωποποίηση του βασικού προβλήματος του Παναθηναϊκού που δεν είναι άλλο από την έλλειψη της κεντρικής φιγούρας που θα πραγματοποιήσει τον σχεδιασμό με βάση τις βραχυπρόθεσμες και μακροπρόθεσμες ανάγκες της ομάδας και θα φτιάξει ένα πλάνο πάνω στο οποίο θα κινηθεί ο σύλλογος.
Η περίπτωση Φύσσα
Υπό αυτή την έννοια η πρόσληψη του Τάκη Φύσσα έρχεται την πιο σωστή στιγμή. Την ώρα, δηλαδή, που πρέπει να ληφθούν άμεσα αποφάσεις για την επόμενη σεζόν, χωρίς να επαναληφθούν τα ίδια λάθη. Αν και είναι κάπως ασαφές τι ακριβώς σημαίνει ο τίτλος του ως σύμβουλος σχεδιασμού και πρέσβης, μάλλον θα πρέπει να θεωρείται δεδομένο πως ο ρόλος του θα είναι διευρυμένος και στην πραγματικότητα θα είναι ο άνθρωπος τον οποίο με απλά λόγια θα ακούει η διοίκηση για οτιδήποτε συμβαίνει στο ποδοσφαιρικό τμήμα.
Άλλωστε, σύμφωνα με το ρεπορτάζ, ο πρώην ποδοσφαιριστής είχε πιάσει εν μέρει δουλειά πριν καν ανακοινωθεί. Η δημοσιογραφική πιάτσα λέει ότι εκείνος ήταν ο συνδετικός κρίκος στο ντιλ των πράσινων με τον Ρουί Βιτόρια, ενώ αυτός κατάφερε με δικές του ενέργειες και πρωτοβουλίες να γεφυρώσει το χάσμα που υπήρχε μεταξύ του συλλόγου και του Βαγιαννίδη. Και χάρη σε αυτόν αποφεύχθηκε το ποδοσφαιρικό «έγκλημα» του να χαθεί αυτός ο παίκτης για την ομάδα.
Επιπλέον, δεν πρέπει να ξεχνάμε και το συμβολικό κομμάτι της παρουσίας του. Σε μια εποχή που υπήρχε έντονη γκρίνια για την στελέχωση του τμήματος, ο Φύσσας έρχεται να αποκαταστήσει εν μέρει τουλάχιστον την ταραγμένη σχέση με τους οπαδούς. Ο πρώην διεθνής μπακ όχι μόνο μιλάει στη γλώσσα που καταλαβαίνει ο κόσμος, αλλά είναι απόλυτα αποδεκτός καθώς υπήρξε μέλος ενός συνόλου που στη συνείδηση των φιλάθλων ήταν ίσως το καλύτερο και σίγουρα το πιο αδικημένο της σύγχρονης ιστορίας του συλλόγου.
Τέλος, στον Παναθηναϊκό δεν φέρνει μόνο τα παραπάνω, αλλά και έναν πλήρη φάκελο. Αυτόν που είχε δημιουργήσει τα προηγούμενα χρόνια ως στέλεχος των Εθνικών ομάδων, γεμάτο με ονόματα, πρόσωπα και καταστάσεις σχετικά με νέους Έλληνες παίκτες.
Η ώρα των αποφάσεων
Πλέον γύρω από αυτόν καλείται να λειτουργήσει η ομάδα και αυτός είναι που θα δώσει κάτι παραπάνω από κατευθυντήριες γραμμές στον Γιάννη Παπαδημητρίου και το τμήμα σκάουτινγκ, ακούγοντας φυσικά και τις επιθυμίες του Ρουί Βιτόρια.
Το έργο του είναι σαφώς πιο δυσχερές εξαιτίας των ανορθογραφιών του ρόστερ. Τώρα, όμως, δίνεται μια ευκαιρία για εξορθολογισμό. Τα συμβόλαια που λήγουν είναι το πρώτο ζήτημα στο οποίο θα χρειαστεί να δοθούν απαντήσεις. Ρούμπεν, Σένκενφελντ, Μάγκνουσον, Ζέκα είναι δεδομένο ότι αποχωρούν και απομένει το ερώτημα του τι θα συμβεί με τον δανεικό Ουναΐ και τους Αράο, Μλαντένοβιτς.
Αν θέλουμε να είμαστε ειλικρινείς, για τον Μαροκινό θα χρειαστεί νέα οικονομική υπέρβαση, ενώ υπό νορμάλ συνθήκες η ηλικία των άλλων δύο αποτελεί ανασταλτικό παράγοντα, παρά την δεδομένη προσφορά αμφότερων.
Με βάση τα παραπάνω, προφανώς οι πρώτες ενισχύσεις θα έχουν να κάνουν με την άμυνα. Κυρίως στα στόπερ όπου θα χρειαστεί αναβάθμιση, αλλά και στο αριστερό άκρο της άμυνας. Εκεί δηλαδή όπου δεν είδαμε σχεδόν ποτέ τον Φίλιπ Μαξ. Αν μάλιστα ο Παναθηναϊκός βρει τρόπο να αποχωρήσει ο Γερμανός, ίσως ο Μλαντένοβιτς ακόμη και στα 33-34 θα ήταν μια χαρά ως μπακ απ.
Και αυτό είναι και το άλλο μεγάλο «αγκάθι» από το οποίο ο Παναθηναϊκός οφείλει να απαλλαγεί. Οι παίκτες οι οποίοι δεν προσέφεραν τα αναμενόμενα. Οι Γερεμέγεφ, Μαντσίνι, ας πούμε ανήκουν σε αυτήν την κατηγορία. Εφόσον βρεθεί λύση, θα είναι πιο εύκολο να αποκτηθούν παίκτες για τα άκρα της επίθεσης (ιδιαίτερα το αριστερό) με εκείνα τα χαρακτηριστικά και την ποιότητα που δεν θα «ακυρώνουν» βαριά χαρτιά όπως αυτό του Τετέ, αλλά θα μετατρέψουν και πάλι το τριφύλλι σε πρωταγωνιστή και διεκδικητή του τίτλου.