Killer και «λαχείο»: Ο παικταράς που έκανε θραύση στην Α1 των 90’s έκοψε το μπάσκετ στα 26 του

Ο μεγάλος άτυχος…

Με double-double μέσο όρο σε πόντους και ριμπάουντ, ο Γκρεγκ Τσερτς προσέφερε πολλά περισσότερα από όσα ίσως θα περίμεναν οι άνθρωποι του Περιστερίου όταν τον έφερναν στην Ελλάδα και την Α1 το πολύ μακρινό 1989. Ο Αμερικανός έκανε πράγματα και θαύματα με την ομάδα των δυτικών προαστίων πριν η ατυχία του χτυπήσει την πόρτα.

Το συμβόλαιο που του έδωσε το Περιστέρι ήταν της τάξεως των 40.000 δολαρίων. Ένα ποσό που δεν φαίνεται μεγάλο για τα σημερινά δεδομένα. Όμως δεν πρέπει να ξεχνάμε δύο πράγματα.

Ο σύλλογος δεν είχε γίνει ακόμη αυτό στο οποίο μετατράπηκε τα επόμενα χρόνια, φέρνοντας στον τόπο μας ονόματα επιπέδου Όντι Νόρις και από την άλλη ο Τσερτς ήταν απλά ένα κολλεγιόπαιδο που δεν είχε γίνει draft και δεν είχε την παραμικρή εμπειρία. Επομένως, η περίπτωσή του αποτελούσε ένα τεράστιο ρίσκο.

Ο λευκός πάουερ φόργουορντ

Ακόμη κι έτσι ο νεαρός λευκός πάουερ φόργουορντ προσγειώθηκε στην Ελλάδα κάνοντας το ντεμπούτο του για την σεζόν 1989-1990. Η μόνη του προηγούμενη μπασκετική εμπειρία ήταν εκείνη στο πανεπιστήμιο του Μιζούρι, αλλά αυτό δεν τον εμπόδισε να… κολυμπήσει στα νερά της ελληνικής Α1.

Ο τότε προπονητής του Περιστερίου, Σπύρος Φώσκολος, έχτιζε την ομάδα που θα πρωταγωνιστούσε τα επόμενα χρόνια και θα γινόταν παράδειγμα προς μίμηση, στηριζόμενος σε νεαρούς σε ηλικία παίκτες. Ίσως αυτός να ήταν και ο λόγος που ο Τσερτς ένιωσε αμέσως καλά με συμπαίκτες όπως ο Κορωνιός, Κασουρίδης, Γρυλιωνάκης, Τσαγκόπουλος, Μυλωνάς, Τζιάλλας αλλά και ο αδικοχαμένος σέντερ Νίκος Φάσουρας.

Οι 24 πόντοι του σε ματς με τον παντοδύναμο –τότε- ΠΑΟΚ ήταν το χάιλαϊτ εκείνης της σεζόν που βρήκε την ομάδα να παραμένει κατηγορία, πριν έρθει την επόμενη χρονιά η εκτόξευση!

Ακόμη καλύτερος στη συνέχεια

Σε αντίθεση με την… μόδα εκείνων των καιρών που ήθελαν τους πάουερ φόργουορντ να είναι βαριά κορμιά, ο Τσερτς ήταν διαφορετικού τύπου… μοντέλου. Με κίνηση χωρίς την μπάλα και πολύ καλή αντίληψη των συστημάτων, είχε την άνεση να βρίσκεται σε χώρους έξω από το «ζωγραφιστό» που αποτελούσε τότε το πεδίο δράσης των «τεσσαριών».

Αν και το τρίποντο δεν ήταν στο ρεπερτόριό του, ο Αμερικανός έβγαινε συχνά έξω, έχοντας τη δυνατότητα να τελειώνει φάσεις με καλό σουτ από μέση απόσταση και πρόσωπο προς το καλάθι. Ένα στοιχείο που εκμεταλλεύτηκε πλήρως κατά τη διάρκεια της παρουσίας του στην ελληνική Α1.

Ολοκλήρωσε την πρώτη σεζόν του με μέσο όρο 26,4 πόντους και 11,2 ριμπάουντ! Μάλιστα η επίδοσή του στο σκοράρισμα τον έφερε στην 5η θέση της σχετικής λίστας, πίσω από τον ασταμάτητο Νίκο Γκάλη, τον φοβερό και τρομερό Ντέιβιντ Ίνγκραμ, τον Γουέιν Γίαργουντ και τον Έντγκαρ Τζόουνς.

Αντίστοιχα εντυπωσιακός ήταν και την επόμενη χρονιά, έχοντας 26,2 πόντους και 12,5 ριμπάουντ! Και μάλιστα σε μια πολύ πιο ανταγωνιστική ομάδα του Περιστερίου που τη σεζόν 1990-1991 έκανε το… μπαμ κερδίζοντας για πρώτη φορά την έξοδο στην Ευρώπη, στο πάλαι ποτέ Κύπελλο Κόρατς!

Η (ελαφρά) πτώση και το άδοξο τέλος

Ένα επίτευγμα που επαναλήφθηκε και την περίοδο 1991-1992, με τον Γκρεγκ Τσερτς να έχει κατά μέσο όρο 15,7 πόντους και 6,3 ριμπάουντ. Την επόμενη ενδεχομένως ο Αμερικανός φόργουορντ να επέστρεφε στις ακόμη πιο υψηλές πτήσεις, αλλά δυστυχώς δεν το μάθαμε ποτέ…

Εκείνο το καλοκαίρι αποδείχθηκε μοιραίο για εκείνον. Αγωνίστηκε στα προκριματικά του Κόρατς κόντρα στην αυστριακή Κλοστένεμπουργκ και τραυματίστηκε πολύ σοβαρά στο πόδι. Ως αποτέλεσμα ήταν να χάσει σχεδόν ολόκληρη εκείνη τη σεζόν, ενώ και όταν επανήλθε, έμεινε μακριά από τον καλό εαυτό του.

Τότε αποφάσισε να κλείσει την καριέρα του σε ηλικία μόλις 25 ετών, ενώ στη συνέχεια ακολούθησε τον κλάδο των Οικονομικών, αφήνοντάς μας με τις εξαιρετικές εντυπώσεις της σχετικά σύντομης αλλά σίγουρα αξιομνημόνευτης παρουσίας του στους «πρίγκιπες της δυτικής όχθης».