H αιώνια λιακάδα ενός ποδοσφαιρικού μυαλού

Ξημέρωσε μια νέα εποχή για το παγκόσμιο ποδόσφαιρο, αυτή του Λουίς Ενρίκε.

Τον Νοέμβριο του 2019, ο Λουίς Ενρίκε επέστρεψε στην Εθνική Ισπανίας έπειτα από μερικούς μήνες αποχής εξαιτίας της πασίγνωστης πλέον, τραγικής ιστορίας με τον θάνατο της μικρής του κόρης. Το πρώτο πράγμα που έκανε ήταν να διώξει από το τεχνικό τιμ του τον Ρόμπερτ Μορένο, που τον είχε αντικαταστήσει στο μικρό διάστημα της απόσυρσής του από τους πάγκους. Ο Λουίς Ενρίκε κατηγόρησε τον Μορένο για έλλειψη αφοσίωσης και πως είχε στο μυαλό του να του «φάει» τη θέση στην Εθνική.

Ενάμιση χρόνο αργότερα, ανακοίνωσε την αποστολή της Ισπανίας για το Euro του 2020 – το οποίο έγινε το 2021 ελέω κορωνοϊού. Αν και είχε το δικαίωμα να συμπεριλάβει σε αυτή 26 ποδοσφαιριστές, η αποστολή αποτελούνταν από 24. Κανένας εξ’ αυτών δεν άνηκε στην Ρεάλ Μαδρίτης και η συζήτηση που σήκωσε ήταν τεράστια: ούτε λίγο ούτε πολύ ο Ενρίκε κατηγορήθηκε για «αντι-Ρεάλ» μένος εξαιτίας της ταύτισής του με την Μπαρτσελόνα. Η Ισπανία τελικά έφτασε μέχρι τον ημιτελικό της διοργάνωσης και αποκλείστηκε στα πέναλτι από την Ιταλία – κάθε αμφισβήτηση «έσβησε» αυτόματα.

Τον Νοέμβρη του 2023, στη συνέντευξη Τύπου που έδωσε ενόψει του Μουντιάλ του Κατάρ κλήθηκε να σχολιάσει τις αντιπάθειες που είχε προλάβει να προκαλέσει εξαιτίας αυτών των δυο, αμφιλεγόμενων κινήσεών του. Η απάντηση του δεν ήταν απλά αναπολογητική αλλά έμοιαζε να υπερβαίνει κάθε όριο υπεροψίας: «Έχω εμπιστοσύνη στον εαυτό μου και στις αποφάσεις μου. Πιστεύω άλλωστε πως είμαι ο καλύτερος προπονητής στην ιστορία του ποδοσφαίρου».

Θα ήταν τρομακτική αφέλεια να περιμένει κανείς πως μια τέτοια προσωπικότητα θα μπορούσε να «δέσει» με τον οργανισμό της Παρί Σεντ Ζερμέν, σε έναν πάγκο που για να σταθεί κανείς έπρεπε κατά βάση να είναι περισσότερο διαχειριστής αστέρων και λιγότερο κόουτς, αν ο οργανισμός αυτός δεν ήταν δεκτικός στον δεδομένο μετασχηματισμό που θα επιχειρούνταν. Το γεγονός ότι σήμερα η Παρί Σεντ Ζερμέν πετυχαίνει με τον πιο εμφατικό τρόπο -η πεντάρα επί της Ίντερ στον τελικό του Champions League σηματοδοτεί τη ευρύτερη νίκη σε τελικό στην ιστορία της διοργάνωσης- αυτό που δεν κατάφερε στην Εμπαπέ era και τα χρόνια που στην 11άδα της ο τελευταίος συνυπήρχε με τους Μέσι και Νεϊμάρ εκλαμβάνεται ήδη ως μια ιστορική αντίφαση. Όμως δεν είναι έτσι.

Είναι η απόδειξη πως όσο εμπορικό και αν γίνει το ποδόσφαιρο, όσοι σταρ και αν παραχθούν με το τσουβάλι, όσοι υπεράνθρωποι και αν κατακλύσουν το οικοδόμημά του, ο ποδοσφαιρικός ορθολογισμός θα παραμένει αμετακίνητος πάνω στο αξίωμα ότι το Α και το Ω μιας ομάδας παραμένει ο προπονητής της και οι επιτυχίες της ευθέως εξαρτώμενες από την δυνατότητά του να είναι όσο το δυνατόν περισσότερο επιδραστικός στην ταυτότητά της.

Η ποδοσφαιρική παράσταση που έδωσε η Παρί Σεντ Ζερμέν στο Μόναχο, ο ριζοσπαστικός εκσυγχρονισμός του παραδοσιακού man to man και η εμβληματική προσγείωσή του στην κορυφή των ποδοσφαιρικών τακτικών, η κατά κράτος νίκη ετούτης της σχολής απέναντι στην έτερη μεγάλη ποδοσφαιρική πρόταση των ημερών (η εξίσου πρωτοποριακή δημιουργική αναρχία του εξίσου καινοτόμου Ινζάγκι της Ίντερ μάλλον θα θαφτεί ιστορικά κάτω από τον κυνισμό του σπορ μετά το ντροπιαστικό 5-0 του Μονάχου) φέρνουν φαρδιά πλατιά την υπογραφή ενός προπονητή που κάποτε δήλωσε ο «καλύτερος στην ιστορία του ποδοσφαίρου» και πλέον είναι η στιγμή ορισμένοι να αρχίσουν να σκέφτονται στα σοβαρά πως η δήλωση αυτή εκτός από υπεροψία ίσως κρύβει και αλήθεια.

Το 5-0 της Παρί Σ.Ζ. επί της Ίντερ δεν θα μείνει στα μυαλά των ποδοσφαιρόφιλων ως ένας συναρπαστικός τελικός Champions League: τέτοιες τυπικές διαδικασίες δεν μπορούν να αποτελούν διαφήμιση για την σημαντικότερη διοργάνωση του πλανήτη. Θα μείνει όμως στην ιστορία ως το αριστούργημα μιας ποδοσφαιρικής ιδιοφυίας, κάπως ιδιορρυθμής και αντιφατικής όπως άλλωστε όλες οι ιδιοφυίες, με ένα τραγικό backround όπως αρμόζει σε μυθιστορηματικές φιγούρες. Ναι, δεν ήταν το πρώτο του Champions League αλλά το προηγούμενο -εκείνο του 2015 με την Μπαρτσελόνα- είχε από πάνω του την σκιά του Γκουαρντιόλα. Αυτό είναι δικό του, ολόδικό του και ίσως η απαρχή της ποδοσφαιρικής εποχής του.

Είναι πάνω από όλα, ο θρίαμβος του φωτός απέναντι στο σκοτάδι: του φωτός μιας ιδιοφυίας που δεν μπορεί παρά να νικήσει εμφατικά το σκοτάδι της ανθρώπινης τραγωδίας.