Ένας πραγματικά αξιόλογος προπονητής: Το σύστημα και η φιλοσοφία του απαιτητικού Ραλφ Χάζενχουτλ

Αυτό που λέμε «πάνω ράφι»

Χρήστος Κόντης. Και βλέπουμε. Ο Παναθηναϊκός συνεπώς πορεύεται με υπηρεσιακό στον πάγκο του, ελπίζοντας να κερδίσει χρόνο και ηρεμία για τη μετάβαση στην επόμενη μέρα. Τι (θα) περιλαμβάνει αυτή; Ένα σωρό ονόματα κυκλοφορούν στα δημοσιογραφικά στέκια. Όπως συνήθως συμβαίνει σε τέτοιες περιπτώσεις. Όμως θα θέλαμε να κάνουμε ένα pause στην όλη συζήτηση, για να κάνουμε ειδική αναφορά σε έναν εξ όσων ακούστηκαν. Καθότι ο Ράλφ Χάζενχουτλ (ή Χάζενχιτλ όπως είναι πιο σωστά η απόδοση του ονόματός του στα ελληνικά) συνιστά μια άκρως ενδιαφέρουσα προοπτική και ιδέα ως προπονητής.

Να πούμε πως δεν ισχυριζόμαστε ότι ο Αυστριακός θα έρθει στο «Τριφύλλι», ειδικά στην παρούσα χρονική συγκυρία που δεν ευνοεί το να πάρεις μεγάλο όνομα – άντε να πείσεις ένα τέτοιο να αναλάβει ομάδα που δεν είναι δικιά του, χωρίς να την έχει δουλέψει το καλοκαίρι και χωρίς να έχει το παράθυρο των μεταγραφών ανοιχτό. Λέμε όμως πως αν ήταν (είναι;) εφικτό να «προσγειωθεί» στα μέρη μας, τότε ο Παναθηναϊκός θα είχε βρει έναν θεωρητικά ιδανικό υποψήφιο για να τον βάλει ξανά στη σωστή ρότα.

Προς τους μη γνωρίζοντες: Ήταν ο κόουτς της Λειψίας την περίοδο (2016-18) που η γερμανική ομάδα άρχισε να μπαίνει στο κλαμπ των μεγάλων του ποδοσφαίρου της χώρα. Εκεί έφτιαξε για τα καλά το όνομά του, τότε παγιώθηκε στις συνειδήσεις όλων ως ένας πραγματικά πολύ αξιόλογος προπονητής επιβεβαιώνοντας μέχρι κεραίας την προοπτική που νωρίτερα είχε χτίσει στην ταπεινή Ίνγκολσταντ. Το παρατσούκλι «Αυστριακός Κλοπ» δεν άργησε να του κολλήσει. Επειδή ήταν θιασώτης του ίδιου στιλ παιχνιδιού με τον Γερμανό συνάδελφό του, του περίφημου gegenpressing, επειδή έχουν γεννηθεί αμφότεροι την ίδια εποχή (καλοκαίρι του 1967), αλλά και επειδή ακολούθησαν μια αρκετά παρόμοια πορεία από τα χαμηλά στα ψηλά, πρώτα ως μάλλον μέτριοι ποδοσφαιριστές και μετά ως κόουτς υψηλότατου επιπέδου. Βήμα-βήμα, με υπομονή, όραμα, σκληρή δουλειά και πίστη.

ΟΚ, ο Ραλφ Χάζενχιτλ δεν έφτασε ποτέ στα μεγέθη του Κλοπ – προς υπεράσπισή του κάτι τέτοιο θα ήταν τιτάνιο δύσκολο. Η δική του θητεία στην Premier League δεν είχε να κάνει με ένα κλαμπ – κολοσσό όπως η Λίβερπουλ. Της Σαουθάμπτον τις τύχες φρόντιζε, το διάστημα 2018-22. Ανέλαβε την αγγλική ομάδα ενώ εκείνη πάλευε για τη σωτηρία και στην πορεία των ετών κατάφερε διαδοχικές υπερβάσεις. Παρά το περιορισμένο μπάτζετ και το ανάλογων κυβικών ρόστερ, την έφερε κάποια στιγμή να ενοχλεί στα ίσα top-6 της Premier League. Παρότι επίσης η διοίκηση του έβαζε τρικλοποδιές πουλώντας σε άκυρα σημεία τους καλύτερους της ομάδας, χωρίς να τους αντικαθιστά και ζητώντας του να δουλέψει με τους μικρούς, για να βγουν οι επόμενες (χρυσοφόρες) πωλήσεις. Με τους «Άγιους» έφτασε εν τέλει στα όρια του, έπαψε να έχει όλες τις απαντήσεις. Υπέγραψε μερικά σπουδαία αποτελέσματα και εμφανίσεις, αλλά δύο πολύ βαριές ήττες, αμφότερες με 9-0, αδικούν την κληρονομιά της 4ετίας του, λερώνουν την ανάμνησή του.

Ήταν Νοέμβριος του 2022 όταν απολύθηκε από τη Σαουθάμπτον και χρειάστηκε χρόνο εκτός, για να το διαχειριστεί, για να φορτίσει ξανά μπαταρίες. Σήκωσε ξανά μανίκια για χάρη της Βόλφσμπουργκ, όμως οι «Λύκοι» δεν αποδείχθηκαν καλή επιλογή γι’ αυτόν, δεν ταίριαξε με το εκεί περιβάλλον. Αναζητάει συνεχώς μια νέα εμπειρία που θα του δώσει ξανά την ανυπομονησία και τη χαρά της καθημερινής εργασίας. Με τη σοφία των 58 χρόνων του, αλλά και την ασίγαστη δίψα του για τη χαρά του παιχνιδιού.

Κατ’ εικόνα του πώς είναι ο ίδιος ως άνθρωπος και επαγγελματίας, το κύριο μέλημά του είναι να προσπαθεί συνεχώς να βελτιώνει τις ομάδες του. Δεν επαναπαύεται ποτέ, πάντα θεωρεί πως υπάρχει χώρος για παραπάνω. Κάποτε πήγαινε και… κατασκόπευε με κιάλια προπονήσεις άλλων που έκρινε πως θα μπορούσαν να τον βοηθήσουν στην εξέλιξή του και ουδόλως ντρέπεται γι’ αυτό. «ΟΚ, ίσως να ήταν λίγο τρελό, αλλά με έκανε να γίνω καλύτερος κόουτς», το έχει φιλοσοφήσει.

Είναι ένας παθιασμένος άνθρωπος, φαίνεται από το πώς πανηγυρίζει στον πάγκο τις νίκες, τα γκολ ή το ότι μετά τα ματς σπάνια κοιμάται, αφού ξαναπαίζει στο μυαλό του το φιλμ του αγώνα ή πιο πεζά, κάθεται και βλέπει ξανά και ξανά το βίντεο για να δει τι πήγε και τι δεν πήγε σωστά. Είναι, συμπερασματικά, ένας πολύ απαιτητικός προπονητής. Περιμένει από τους παίκτες του να δίνουν ό,τι έχουν από πλευράς δυνάμεων. Χωρίς όμως να γίνεται τοξικός ή απότομος. Έχει τον τρόπο του να δημιουργεί καλό κλίμα στα αποδυτήρια.

Η ευελιξία είναι βασικό χαρακτηριστικό των ομάδων του. Δεν έχει κόλλημα με ένα συγκεκριμένο σύστημα, ξέρει και να προσαρμόζεται στους παίκτες που έχει και στα χαρακτηριστικά τους. Αυτά που παραμένουν σταθερά είναι η ασφυκτική πίεση ψηλά στον αντίπαλο, τα συνεχή τρεξίματα και η μεγάλη σημασία που δίνει στις στημένες φάσεις.

Εκτός γηπέδων είναι ένας εξαιρετικός πιανίστας. Πολύ θα θέλαμε να ακούσουμε τις… μελωδίες του, σε ποδοσφαιρική μεταφορά, στα μέρη μας. Είναι, δεδομένα, ένας κόουτς που θα βελτίωνε συνολικά το προϊόν «ελληνικό ποδόσφαιρο». Προς το παρόν, το κρατάμε ως υπόθεση (εργασίας). Πόσο μάλλον καθώς ακούγεται πως είναι υποψήφιος για την Γκλάντμπαχ. Αλλά εάν ο Παναθηναϊκός θέλει να επιστρέψει στη θέση του, τέτοιου είδους προπονητές πρέπει να στοχεύει. Όχι για το «εδώ και τώρα». Αλλά για την προοπτική, με άξονες την υπομονή και την εμπιστοσύνη.