Σε μια ταραγμένη για τη Νιούκαστλ εποχή, με τους οπαδούς της αγγλικής ομάδας και τον τότε ιδιοκτήτη Μάικ Άσλεϊ να βρίσκονται ανοιχτά σε πόλεμο, ο Ράφα Μπενίτεθ ήταν η ήρεμη δύναμη, ο άνθρωπος που κρατούσε τις ισορροπίες. Όσο έκατσε στον πάγκο των «Καρακαξών», ο Ισπανός ήταν πολύ περισσότερα από «απλώς» προπονητής. Μέχρι που λύγισε κι αυτός, μέχρι που σώθηκε η υπομονή του. «Αυτός ο άνθρωπος δεν δίνει δεκάρα για την ομάδα του», είπε, όταν έφυγε, χολωμένος με το αφεντικό του, αλλά όχι ηττημένος. Είχε κερδίσει την αγάπη του κόσμου.
Επί των ημερών του, η Νιούκαστλ κατάφερε πάρα πολλά με πολύ λίγα. Χωρίς να παίρνει τους παίκτες που ζητούσε, με ένα εξοργιστικά φειδωλό μπάτζετ. Ήταν αυτό που έκανε ενδεχομένως τον Ράφα Μπενίτεθ να γίνει πιο συντηρητικός από ποτέ. Σύμφωνοι, ποτέ δεν ήταν του στιλ «φουλ επίθεση» και «πνίγουμε τον αντίπαλο», αλλά εκείνη η περίοδος στον αγγλικό βορρά τον έκανε να γίνει ακόμα πιο επιφυλακτικός. Ήταν το ένστικτο της επιβίωσης, η ανάγκη να προστατεύσει κάτι εξ ορισμού ευαίσθητο. Ήξερε ότι δεν μπορούσε να ανταγωνιστεί τις ομάδες του BIG-6, όπως ζητούσε, πετώντας στα σύννεφα, ο Άσλεϊ. Αλλά ήξερε κιόλας ότι ήταν εφικτό να κάνει ξανά τον κόσμο να νιώσει περήφανος για την ομάδα του μετά από χρόνια διοικητικής κακοδιαχείρισης που είχαν πληγώσει την εικόνα του κλαμπ. Αρκεί η φλόγα που έκαιγε μέσα του, να έβρισκε τρόπο να γίνει πυρκαγιά…
Και ναι, για κοντά 3,5 χρόνια, ο Ράφα Μπενίτεθ πάλεψε. Με όλη του τη ψυχή, κάθε μέρα, κάθε νύχτα, το πήρε προσωπικά, σαν να είναι η οικογένειά του. Κόντρα στις πιθανότητες, κόντρα στα προγνωστικά. Ακόμα και μες στον σκληρό κόσμο της Championship, στις αρχές. Και τα κατάφερε, έμεινε όρθιος, αυτός και η ομάδα. Μέσα από μια πορεία που έφερε και κάποιες θρυλικές νίκες απέναντι σε Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ, Μάντσεστερ Σίτι, Τότεναμ, Τσέλσι και Άρσεναλ.
Ο Μπενίτεθ δεν δίδαξε καταστροφή, δίδαξε ρεαλισμό
Πώς τα κατάφερ(ν)ε; Η φιλοσοφία του, στη βάση της, ήταν απλή. Ήξερε πως αν το πήγαινε στα ίσα, δεν είχε ελπίδες. Έπρεπε συνεπώς να βρει τρόπο η ομάδα του να παίξει σαν ένα σώμα, μια ψυχή. Καμουφλάροντας τις αδυναμίες της, υπερτονίζοντας τα ατού της. Χρησιμοποιούσε κυρίως το 5-4-1 σε φάση άμυνας που γινόταν 3-4-3 σε φάση επίθεσης, με την ομάδα κατά κανόνα σε διάταξη χαμηλού μπλοκ και μόνο τον ένα από τους δύο στόπερ να επιτρέπει να ανεβαίνει. Το ιερό και αδιαπραγμάτευτο κομμάτι ήταν η οργάνωση, η πειθαρχία στους ρόλους, η διατήρηση των γραμμών και της συνοχής.
Δεν τον ένοιαζε τον Ράφα Μπενίτεθ η κατοχή σε τέτοια ματς που η Νιούκαστλ ήταν το αουτσάιντερ. Είχε μάθει τους παίκτες του να περιμένουν, να κλείνουν διαδρόμους και χώρους και να περιμένουν κυρίως να χτυπήσουν από αντεπιθέσεις, αξιοποιώντας την ταχύτητα που είχαν στα άκρα. Το επιθετικό ταλέντο δεν περίσσευε, κάθε άλλο, αλλά ήταν επαρκές για να γίνει η δουλειά αν πρόκυπτε η ευκαιρία – που με σύνεση, υπομονή και πίστη, συνήθως κάποια στιγμή παρουσιαζόταν.
Ναι, δεν ήταν όμορφο στο μάτι, δεν ήταν καθόλου μοντέρνο και χτυπούσε άσχημα ενδεχομένως σε μια εποχή που στο Νησί είχαν έρθει με φόρα οι Πεπ Γκουαρντιόλα και Γιούργκεν Κλοπ, κομίζοντας ένα εντελώς διαφορετικό ποδόσφαιρο, πολύ πιο θεαματικό και επιθετικό. Μπροστά τους, ο Ράφα Μπενίτεθ φάνταζε αναχρονιστικός, φοβικός. Στην πραγματικότητα, ήταν απλά ρεαλιστής.
Ήταν ένα πείραμα αυτό που έκανε όλο αυτόν τον καιρό που έμεινε στη Νιούκαστλ. Το πώς δηλαδή μπορείς να δουλέψεις σε μια ομάδα που το ίδιο της το αφεντικό την σαμποτάρει. Έχει πάρει Champions League με τη Λίβερπουλ, έχει πάρει Europa League με την Τσέλσι, πρωταθλήματα με τη Βαλένθια, έχει δουλέψει στη Ρεάλ Μαδρίτης, αλλά πραγματικά, αυτά που πέτυχε τότε με τις «Καρακάξες» ίσως να είναι το μεγαλύτερο «τρόπαιό» του. Γιατί πέτυχε σε περιβάλλον που κανείς άλλος δεν θα μπορούσε. Ο Παναθηναϊκός του ζητάει, υπό μια έννοια, κάτι αρκετά παρόμοιο…
