Ζαρντέλ

Έγινε έρμαιο της κοκαΐνης: Ο άνθρωπος - γκολ που σταμάτησε πρακτικά το ποδόσφαιρο στα 29, νικημένος απ' τα πάθη του

Έμπλεξε με κακές παρέες

Στον τελικό του ευρωπαϊκού Σούπερ Καπ το 2000 τα μάτια όλων ήταν στραμμένα σε έναν και μόνο παίκτη. Ο νιόφερτος στη Ρεάλ Λούις Φίγκο θα έκανε το ντεμπούτο του με τη «βασίλισσα», μετά την πολύκροτη και «σκανδαλώδη» αρπαγή του από την Μπαρτσελόνα. Ο Πορτογάλος όμως ήταν μια απλή αναφορά στο φύλλο αγώνα. Την παράσταση έκλεψε ένας των απέναντι, της Γαλατασαράι εν προκειμένω, που μετά την κατάκτηση του Κυπέλλου UEFA κόντρα στην Άρσεναλ, επικράτησε και της κατόχου του Τσάμπιονς Λιγκ. Το περίεργο δεν ήταν που ο Μάριο Ζαρντέλ σκόραρε δύο φορές στον τελικό, αλλά ότι μετά από 170 γκολ σε 175 συμμετοχές σε μια τετραετία με την Πόρτο μεταγράφηκε στη Γαλατά και όχι – ας πούμε – στη Ρεάλ. Δεν ήταν δηλαδή στον εν λόγω τελικό με τα λευκά και όχι με τα κοκκινοκίτρινα…

Η απάντηση στο ευρύ κοινό θα δινόταν αρκετά χρόνια μετά. Όταν ο Βραζιλιάνος μπόμπερ άλλαζε τη μία ομάδα μετά την άλλη και η εικόνα του στο γήπεδο προκαλούσε οίκτο. Όσο εντυπωσιακή ήταν η άνοδος του, τόσο ραγδαία ήταν η πτώση του. Ο «άνθρωπος – γκολ» από τα μέσα της δεκαετίας του ’90 και έως τις αρχές της νέας χιλιετίας, ένας Χάαλαντ πριν τον Χάαλαντ σταμάτησε πρακτικά το ποδόσφαιρο στα 29, έστω και αν κρέμασε οριστικά τα παπούτσια του στα 38!

Η μηχανή σκοραρίσματος από τη Φορταλέζα, είχε σε πέντε κολλητές σεζόν, από το 1996-97 έως το 2001-02, την αδιανόητη αναλογία του ενός γκολ ανά παιχνίδι, συγκεκριμένα 259 τέρματα σε 260 συμμετοχές με Πόρτο, Γαλατασαράι και Σπόρτινγκ Λισσαβόνας. Στην τελευταία εξ’ αυτών «έγραψε» το εξωπραγματικό 55/42! Και αυτά τα έκανε εθισμένος, ων, στα ναρκωτικά από τη θητεία του στην Πόρτο κιόλας. «Είχα αρχίσει το καλοκαίρι του 1998, όταν ήμουν παίκτης της Πόρτο. Έμπλεξα με κακές παρέες, μετά το τέλος μιας σχέσης και ήμουν σε κατάθλιψη. Ο γιατρός και ο φυσιοθεραπευτής της Πόρτο γνώριζαν ότι έπαιρνα κοκαΐνη, τους το είχα πει. Έκανα εξετάσεις συνέχεια και είχα μείνει ένα μήνα εκτός ομάδας», δήλωσε το 2014 ο παλαίμαχος επιθετικός.

Η προδιάθεση τον συντρόφευε από τα παιδικά χρόνια, τις εικόνες που είχε από το σπίτι. Ο πατέρας του ήταν αλκοολικός και πέθανε στα 40, ενώ έκτοτε η μητέρα του απέκτησε ομοίως εξάρτηση από το αλκοόλ.

Εκείνα τα χρόνια ο κόσμος δεν γνώριζε και για αυτό κανείς δεν μπορούσε να κατανοήσει τι συνέβη ξαφνικά στον παίκτη και εξαφανίστηκε εν μια νυκτί από το ανώτερο επίπεδο. Ήταν ήδη τέσσερα χρόνια τακτικός χρήστης όταν ο αποκλεισμός από την αποστολή της Εθνικής Βραζιλίας για το Μουντιάλ του 2002 τον καταρράκωσε ψυχολογικά. Παρέα με τον Λουίς Φελίπε Σκολάρι είχαν κατακτήσει με την Γκρέμιο το Κόπα Λιμπερταδόρες του 1995, αλλά οι ψίθυροι για τις έξεις του είχαν φτάσει στα αυτιά του «Φελιπάο».

Την κατάκτηση του τροπαίου ο Ζαρντέλ την πανηγύρισε με την ψυχή του, αλλά το «σνομπάρισμα» δεν το ξεπέρασε ποτέ. Η χρήση έγινε εθισμός, όπως πολύ γλαφυρά περιέγραψε ο προπονητής του, τότε, στη Σπόρτινγκ, Λάζλο Μπόλονι.

«Ήταν ο πιο δύσκολος παίκτης που προπόνησα. Ο πατέρας και η μητέρα του ήταν αλκοολικοί, αυτό ήταν το πρόβλημα. Έγραφα την ενδεκάδα στον πίνακα, μπροστά στους παίκτες, τον έβαζα στο αρχικό σχήμα και ο γιατρός μου έκανε νόημα ότι δεν ήταν δυνατόν, δείχνοντας μου με νοήματα ότι ήταν φτιαγμένος. Μια μέρα του είπα: “Άκου, θα σε πάρω μαζί μου στο προπονητικό κέντρο. Θα πάμε και θα μείνουμε κλεισμένοι εκεί, εγώ στο δωμάτιό μου κι εσύ στο δικό σου. Θα μιλάμε, θα τρώμε, θα προπονούμαστε, θα τρέχουμε”», διηγήθηκε σε podcast ο Ρουμάνος τεχνικός και πρόσθεσε: «Ο Ζαρντέλ συμφώνησε. Κράτησα τα κλειδιά του αυτοκινήτου και κοιμήθηκα μαζί του στο προπονητικό κέντρο. Δούλευα υπερωρίες εκείνη τη δεύτερη χρονιά, ήμουν νέος τεχνικός και έπραξα αυτό που θεωρούσα πιο σωστό. Επιπλέον, τηλεφωνούσα στη Βραζιλία, μιλούσα με τη γυναίκα του, την Κάρεν, και την κόρη του. Στην αρχή όλα πήγαιναν καλά, αλλά μετά όλα καταστράφηκαν. «Μετά από έξι ημέρες μου είπε: “Δεν αισθάνομαι καλά, πρέπει να βγω λίγο, αλλά θα επιστρέψω.” Του απάντησα: “Μάριο, σε ξέρω. Δεν πας πουθενά. Πάμε έξω, πάμε να τρέξουμε, να γυμναστούμε.” Και είπε: “Ναι, ναι, αλλά θα επιστρέψω.” Ήξερα ότι δεν θα επέστρεφε ποτέ. Πήρε τηλέφωνο, ήρθε ένα ταξί και εξαφανίστηκε…»

Ο Ζαρντέλ μπήκε σε ένα μαύρο πηγάδι και δεν βγήκε ποτέ, έως το τέλος της καριέρας του. Την κατάσταση επιδείνωσε η αίτηση διαζυγίου από την σύζυγό του, φημισμένο μοντέλο, το Δεκέμβριο του 2002. Στα 29 του έγινε έρμαιο της κοκαΐνης. Εκείνη τη χρονιά, θολωμένος απ’ την άσπρη σκόνη, έπαιξε μόνο σε 19 ματς πρωταθλήματος με τη Σπόρτινγκ, την οποία την προηγούμενη σεζόν είχε οδηγήσει στον τίτλο. Ακόμα κι έτσι έβαλε 11 γκολ, αλλά ήταν και τα τελευταία του σε υψηλό επίπεδο.

Η Σπόρτινγκ έστειλε τον φυσικοθεραπευτή Ροντόλφο Μούρα στο σπίτι του στη Φορταλέσα για να τον βοηθήσει. Τα κατάφερε, κρατώντας τον στη ζωή, αλλά στην μπάλα δεν υπήρχε επιστροφή. Η Μπόλτον έκανε το λάθος να του δώσει συμβόλαιο το 2003, βιώνοντας το απόλυτο φιάσκο. Σκόραρε μόνο σε δύο ματς του Λιγκ Καπ και εκδιώχθηκε στο μέσο της σεζόν. Από εκεί και πέρα άλλαξε άλλες 9 ομάδες σε 8 χρόνια – έπαιξε έως και στην Ανόρθωση για μόνο εφτά ματς – γυρεύοντας χαρτζιλίκι για να χρηματοδοτεί τους δαίμονές του. Μαζί με την κόκα είχε μπλέξει το αλκοόλ, τις ιερόδουλες, το σεξ και απλώς κατάφερνε να ξεγελά – μόνο για λίγο – εργοδότες και να ζει διαρκώς στην κόψη του ξυραφιού.

Έχει δηλώσει ότι το 2002 έμεινε ξύπνιος 7 ημέρες υπό την επήρεια της κοκαΐνης, ενώ το 2007 πήγε στον άλλο κόσμο και επέστρεψε ύστερα από από υπερβολική δόση.

Η απεξάρτηση άργησε, χρόνια πολλά. Όταν σταμάτησε το ποδόσφαιρο στράφηκε στην πολιτική και εκλέχτηκε στη Βουλή των Αντιπροσώπων της Βραζιλίας με το Σοσιαλδημοκρατικό κόμμα στις εκλογές του 2014. Ακόμα και τότε όμως ήταν μέσα στα σκληρά, πλέον και ως βαποράκι. Δυο χρόνια αργότερα του αφαιρέθηκε η έδρα, λόγω εξακριβωμένης απάτης και συμμετοχής σε εγκληματικές δραστηριότητες, μία εκ των οποίων η διακίνηση ναρκωτικών.

Στα γραφεία των μάνατζερ και πίσω από τις κλειστές πόρτες των προεδρείων των μεγάλων συλλόγων γνώριζαν. Ήξεραν το κουσούρι του παίκτη, που είχε εκδηλωθεί από τη θητεία του στην Πόρτο. Για αυτό και ποτέ δεν ήρθε η πρόταση από ένα top ευρωπαϊκό club. Οι Τούρκοι του έδωσαν ένα τεράστιο συμβόλαιο και 17 εκατ. ευρώ στην Πόρτο, αλλά στην Κωνσταντινούπολη έμεινε μόνο ένα χρόνο, καθώς κατέστη σαφές και σε αυτούς ότι οι προσδοκίες απεξάρτησης (του) ήταν μάταιες. Η Σπόρτινγκ ρίσκαρε – στην Πορτογαλία τον ήξεραν, τους ήξερε – ελπίζοντας ότι θα βρει το κουμπί του. Και η αλήθεια είναι ότι την πρώτη χρονιά στη Λισσαβόνα οι καταχρήσεις του ήταν ελεγχόμενες. Από εκεί και πέρα όμως, «απασφάλισε» όσο ποτέ άλλοτε.

Και τελικά ο παίκτης για τον οποίο ο Κριστιάνο Ρονάλντο έχει πει ότι «το πρώτο γκολ μου σε επίσημο παιχνίδι με τη Σπόρτινγκ έτρεξα να το πανηγυρίσω στην αγκαλιά του Ζαρντέλ επειδή χρωστώ πολλά στις συμβουλές του», ο παίκτης που έβαλε για τρεις χρονιές τα περισσότερα γκολ από οποιονδήποτε άλλον στην Ευρώπη, αυτός που σκόραρε 5 φορές στο ντεμπούτο πρωταθλήματος με τη Γαλατασαράι, θυσίασε πρακτικά πέντε χρόνια καριέρας και ένα συμβόλαιο σε κορυφαίο club στο βωμό των πάσης φύσεως καταχρήσεων.

Έχοντας ξοδέψει όλο του το βιος, το 2022, συμμετείχε στο πορτογαλικό Big Brother (ήταν φιναλίστ, αλλά δεν κέρδισε το έπαθλο). Από το 2020 δηλώνει καθαρός και δίνει συχνά συνεντεύξεις, χαρακτηρίζοντας εφιάλτη όσα έζησε και δηλώνοντας ευγνώμων που είναι ζωντανός.

Σήμερα, ο Βραζιλιάνος επενδύει σε μια νέα καριέρα, αυτή του ομιλητή κινήτρων. Μέσα από τις προσωπικές του εμπειρίες, μιλά σε νέους και αθλητές για τα μαθήματα ζωής που πήρε από τη φτώχεια, τη δόξα, την εξάρτηση και την πτώση. «Θα διηγηθώ όλη την ιστορία, θέλω να δώσω δύναμη μέσα από τη δική μου διαδρομή», λέει, γνωρίζοντας ότι το σημαντικότερο γκολ που πέτυχε ποτέ είναι ότι βγήκε με κάποιο τρόπο μέσα απ’ το βούρκο, κερδίζοντας πίσω τη ζωή του.