Και κάπως έτσι θα λέμε ότι ο Ζοσέ έζησε στην εποχή Γκουαρδιόλα

Φανταστείτε έναν ποδοσφαιρικό κόσμο διαφεντευμένο αποκλειστικά με προπονητές της σχολής του Μουρίνιο

Ντέρμπι του Μάντσεστερ, με γηπεδούχο τη Γιουνάιτεντ και τη διαφορά στο +8 υπέρ της Σίτι. Πρακτικά match-ball για τους citizens στην υπόθεση τίτλος. Και η τελευταία, παρότι τόσο νωρίς, ευκαιρία του μεγάλου club της πόλης να δώσει ενδιαφέρον στην κούρσα.

Η νίκη ήταν χρέος προς αυτό το σκοπό. Η φανέλα και το «Ολντ Τράφορντ» θα έπρεπε να παίξουν το ρόλο τους… ήλπιζαν οι οπαδοί των «κόκκινων διαβόλων».

Δεν έπαιξαν τον παραμικρό. Οι μεν μπήκαν να νικήσουν, οι δε να περιμένουν κάποιο λάθος των απέναντι μπας και δεν χάσουν. Το θέμα μας δεν είναι ότι το ματς ήρθε 1-2 και η Πρέμιερ Λιγκ κατέβασε ρολά από την 16η αγωνιστική σε ότι αφορά τη μάχη του τίτλου. Και 2-1 να ερχόταν τα ίδια θα έπρεπε να πούμε, αν η αναμέτρηση είχε αυτή τη μορφή.

Είναι σκληρό για τους οπαδούς ενός συλλόγου με το κλέος της Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ να υποβάλλονται σε αυτό το θέαμα. Πόσο μάλλον απέναντι στη «μισητή» συμπολίτισσα, που με όλο αυτό τον πλούτο της τελευταίας οχταετίας έχει καταφέρει να προκριθεί μία φορά στα ημιτελικά του Τσάμπιονς Λιγκ και να αποκλειστεί άλλες πέντε αθροιστικά στους «16» και τη φάση των ομίλων.

Οκ., η παράδοση και το ειδικό βάρος του κάθε club δεν παίζουν μπάλα, αλλά διάολε αν δεν προσπαθήσεις σε ένα τέτοιο ματς να βάλεις στην εξίσωση τον κόσμο σου και το υπόβαθρο σου ως brand, πότε θα το κάνεις;

Ο Ζοσέ Μουρίνιο δεν χαμπαριάζει από δαύτα. Ο δικός του τρόπος είναι ο ίδιος αποστειρωμένος, ανέμπνευστος τρόπος είτε ως υπερβατικός rookie με την Πόρτο (που τότε δεν είχε κι άλλες επιλογές), είτε ως διδάκτωρ με άφθονο χρήμα για να χτίσει όπως τραβάει η ψυχή του, σε συλλόγους του ευρωπαϊκού Top-5.

Η Γιουνάιτεντ είχε 35% κατοχή μπάλας σε παιχνίδι που ήταν πίσω στο σκορ για 40 λεπτά και ήθελε μόνο νίκη. Στην επίθεση το πλάνο της έμοιαζε να εξαντλείται στην κάθε επόμενη καμινάδα. Έπαιξε για τέσσερα λεπτά μπάλα. Από το 0-1 του 43’ έως το 1-1 του 45+2. Σε αυτό το διάστημα (το παράδοξο είναι ότι) έδειξε να μπορεί.

Πίεσε ψηλά, έκλεψε μπάλες, βραχυκύκλωσε τη Σίτι και επιτέθηκε θαρραλέα. Έβγαλε κοινώς εγωισμό. Ο τσαμπουκάς της επιβραβεύτηκε άμεσα με το γκολ. Θα περίμενε κανείς να δει ένα περίπου τέτοιο έργο στο δεύτερο ημίχρονο. Το σχέδιο ήταν όμως ξανά βγαλμένο απ’ την αδράνεια. Ποδόσφαιρο μονάχα αντίδρασης, όχι δράσης. Αυτή τη φορά το έργο δεν άλλαξε, παρότι το 1-2 έγινε μόλις στο 54’.

Κάτι αντίστοιχο μας έδειξε η Γιουνάιτεντ στο εκτός έδρας 0-0 με τη Λίβερπουλ και στην ήττα με 1-0 από την Τσέλσι στο Λονδίνο. Δύο ματς στα οποία έκανε αθροιστικά μία ευκαιρία (κι αν). Ο Μουρίνιο έχει ξοδέψει 290 εκατ. ευρώ την τελευταία διετία σε μεταγραφές για να παίζει στα μεγάλα παιχνίδια όπως θα έπαιζε η Γουέστ Μπρόμιτς.

Και κατά την προσφιλή του συνήθεια να παραμερίζει τη μορφή του αγώνα, προτάσσοντας ένα πέναλτι που δήθεν δεν έδωσε ο διαιτητής στην ομάδα του, μετά το τέλος του ντέρμπι. Έκανε λόγο για προστασία της Σίτι από την «τύχη και τους θεούς του ποδοσφαίρου» και ως αμετανόητος bad loser είχε έντονο καυγά με τον ομόγλωσσό του Εντερσον στα αποδυτήρια.

Ο Πορτογάλος έσωσε πέρσι τη σεζόν κατακτώντας το Γιουρόπα Λιγκ (στο πρωτάθλημα ήταν 6ος). Μπορεί και φέτος να πάρει το Τσάμπιονς Λιγκ, δεν έχει σημασία. Το θέμα είναι ότι όταν φύγει από το «Ολντ Τράφορντ» δεν θα έχει πιθανότατα κληροδοτήσει τίποτα στο διάδοχο και στον ποδοσφαιρικό οργανισμό Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ. Ούτε ένα ταλεντάκι, ούτε έναν παίκτη να έχει εξελιχθεί τεχνικά, ούτε έναν καινούριο πιτσιρίκο φίλαθλο.

Δεν συνέβη κάτι διαφορετικό στη Μαδρίτη. Επί των ημερών του κοτζάμ Ρεάλ ολοκλήρωνε με περισσότερες κλοτσιές, παρά πάσες, τα ντέρμπι με την Μπαρτσελόνα.

Η «Νέμεσις» για το φοβικό και ξεπερασμένο (αντι)ποδόσφαιρο του Ζοσέ δεν είναι όμως ούτε το διαζύγιο με τη Ρεάλ, ούτε η προπέρσινη απόλυση από την Τσέλσι. Είναι η ατυχία του να εργάζεται πια στην ίδια πόλη (στην ίδια χώρα κάπως χωνευόταν…) με τον άνθρωπο που μεγεθύνει την απροθυμία του να σπείρει κάτι ωφέλιμο για το παιχνίδι. Την αδυναμία του να βρει κάτι ο επόμενος για να τρυγήσει.

Σε πείσμα των πούλμαν που θα στήνει ο Πορτογάλος, ο Πεπ Γκουαρδιόλα θα αναζητά διαρκώς νέους τρόπους να παράγει ποδόσφαιρο. Μια διαρκής σπαζοκεφαλιά, με τον δικό του, δύσκολο τρόπο. Η μαγκιά στην τελική είναι αυτή η αέναη προσπάθεια να συνδυάσεις την ουσία με το θέαμα.

Φανταστείτε έναν ποδοσφαιρικό κόσμο διαφεντευμένο αποκλειστικά με προπονητές της σχολής του Μουρίνιο. Δεν χρειάζεται μεγάλη φαντασία για να συμπεράνουμε ότι το ποδόσφαιρο θα έφθινε χρόνο με το χρόνο ως προϊόν και η προσέλευση στα γήπεδα θα διέγραφε διαδοχικά limit down.

Ούτε αντίστοιχα να αντιληφθούμε ότι ο ιστορικός του μέλλοντος θα κατατάσσει χρονικά το βίο και την πολιτεία του Ζοσέ Μουρίνιο στην εποχή του Πεπ Γκουαρδιόλα.