Μάης του 2010, ημιτελικοί των play-off του NBA στη ανατολική περιφέρεια. Στα 25 του ο Λεμπρόν Τζέιμς παίζει το καλύτερο μπάσκετ της καριέρας του και το Κλίβελαντ μοιάζει πρώτο φαβορί για τον τίτλο. Προέρχεται από την 9η καλύτερη σεζόν οποιουδήποτε παίκτη στην ιστορία του NBA. Τις οχτώ προηγούμενες τις έχουν μοιραστεί μόνο δύο. Τα ονόματά τους… Μάικλ και Γουίλτ.
Η σειρά με τη Βοστώνη είναι στο 2-2 και ως κάτοχοι του καλύτερου ρεκόρ στη regular season, οι Καβς έχουν το πλεονέκτημα έδρας. Ο Λεμπρόν έχει 29,7 πόντους μ.ο. τόσο στην κανονική περίοδο, όσο και στα τέσσερα πρώτα ματς των ημιτελικών.
Στο 5ο ματς της σειράς όμως ο σούπερ σταρ των γηπεδούχων είναι σαν να μην υπάρχει στο γήπεδο. Κάνει τα πάντα πιο αργά, δεν μπορεί ούτε να σκοράρει, ούτε να πασάρει, υποπίπτοντας σε σωρεία λαθών. Αδυνατεί να απεγκλωβιστεί ακόμα και σε man to man με τον Πολ Πιρς, επιχειρώντας μόλις τρία σουτ όλο το βράδυ! Η κάκιστη εμφάνιση του οδηγεί στο διασυρμό (88-120), από τον οποίο δεν ανακάμπτει ποτέ το Κλίβελαντ (που χάνει και το 6ο ματς στη Βοστώνη).
Το γεγονός είναι τόσο περίεργο που πυροδοτεί μια σειρά θεωριών στον Τύπο. Από κάποιον τραυματισμό που έχει μείνει κρυφός, έως κάθε λογής προβλήματα ψυχολογικής φύσεως από εξωγενείς παράγοντες.
Η αιτία όμως ήταν μάλλον πολύ πιο απλή. Ο Τζέιμς ήταν κατά πάσα πιθανότητα εξουθενωμένος…
Εκείνη την ημέρα ο τρεις φορές πρωταθλητής και τέσσερις MVP του NBA είχε στην πλάτη του 25.197 λεπτά συμμετοχής τις τελευταίες εφτά σεζόν. Κανείς άλλος παίκτης δεν είχε φτάσει σε αυτό το νούμερο για σχεδόν μια 20ετία. Ο φόρτος εργασίας του ΛεΜπρόν χαρακτηρίστηκε από τον γκουρού της βιοατρικής επιστήμης, Μάικλ Γιανγκ, «ακατανόητος». Ίσως ο πιο βαρύς από οποιονδήποτε άλλο αθλητή, σε οποιοδήποτε άλλο σπορ.
Και ναι, πλέον μπορούμε να πούμε ότι ο άνθρωπος που στοχεύει να πάρει «μόνος» του τον φετινό τίτλο του NBA είναι ο πιο επιβαρυμένος όλων των εποχών στο είδος του. Μπαίνοντας στο πρωτάθλημα από τα 19 του (και από την αρχή ως πρωταγωνιστής), διανύει φέτος την 15η σεζόν του και μόνο τις δύο πρώτες δεν έπαιξε στα πλέι-οφ.
Το «break» είναι σχεδόν άγνωστη λέξη. Τα περισσότερα ματς που έχει χάσει σε μια αγωνιστική περίοδο είναι 20 (2011-12). Από το 2011 έως και τα περσινά πλέι-οφ έπαιξε 670 παιχνίδια, δηλαδή 95,7 κατά μέσο όρο. Για να αντιληφθεί κάποιος τη διαφορά αρκεί μια απλή σύγκριση. Το αντίστοιχο νούμερο για έναν πρωτοκλασάτο ποδοσφαιριστή σε μια επταετία δεν μπορεί να είναι πάνω 400.
Αυτή τη στιγμή, έως το Φλεβάρη του 2018 δηλαδή, ο Τζέιμς έχει παίξει πάνω από 9.200 λεπτά σε αγώνες play-off, που ισοδυναμεί με άλλες τρεις σεζόν regular season, ως πενταδάτος!
O Δρ. Μάικλ Τζόινερ, διευθυντής μιας κλινικής που μελετάει πώς ανταποκρίνονται υπερδραστήριοι άνθρωποι στη σωματική κόπωση και το πνευματικό στρες, θέτει και μία άλλη παράμετρο.
«Μια από τις μεγαλύτερες προκλήσεις για τον Λεμπρόν είναι ότι απαιτεί από το σώμα του να φτάνει στα όρια περίπου τέσσερις φορές την εβδομάδα. Η προσπάθεια που καταβάλλει είναι εξαντλητική και αυτό αποτυπώνεται στους παλμούς της καρδιάς του. Η συχνότητα που το κάνει είναι μεγαλύτερη απ’ ότι μπορεί να αντέξουν αθλητές κορυφαίου επιπέδου. Ένας αποδεκτός ρυθμός είναι να δίνεις το 100% περίπου πέντε φορές τις δυο εβδομάδες. Αυτό που κάνει ο Τζέιμς είναι υπεράνθρωπο. Αν ήταν στο χέρι μου, θα καταργούσα την preseason, θα επέκτεινα κατά δύο εβδομάδες τη regular και θα όριζα τρία παιχνίδια ανά εβδομάδα, χωρίς να προκύπτουν στο πρόγραμμα back to back».
Η ανάγκη των Καβς και παλαιότερα του Μαϊάμι να βρίσκεται στο παρκέ όσο το δυνατόν περισσότερα λεπτά ο Τζέιμς (ειδικά στα play-off) είναι εύλογη, αφού όλο το project έχει (και είχε) χτιστεί πάνω του. Η ιστορία έχει διδάξει όμως ότι πρέπει να προσέχουν για να έχουν.
Ο Αϊζάια Τόμας για παράδειγμα είχε χαρακτηριστεί βιονικός, έως ότου… πάψει να είναι. Ο σταρ του Ντιτρόιτ δεν έπαιρνε ποτέ «ρεπό». Στην ηλικία των 31 ετών είχε συμμετάσχει σε περισσότερα παιχνίδια NBA από οποιονδήποτε άλλο παίκτη της ιστορίας έως τότε. Αναγκάστηκε να αποσυρθεί από τα 32 του, όταν διέλυσε τον αχίλλειο τένοντα.
Στην αντίπερα όχθη φέγγει το παράδειγμα του Τιμ Ντάνκαν. Το πρόγραμμα που είχαν εκπονήσει οι Σπερς για την προστασία του παρέτεινε την καριέρα του έως τα 40 χρόνια και ήταν τέτοια η αποδοτικότητα του, που ποτέ δεν υπήρξε κομπάρσος.
Ο κόσμος συνηθίζει να συγχέει την κούραση με την κόπωση. Η κούραση όμως επιτρέπει ένα ικανοποιητικό επίπεδο ενέργειας. Η κόπωση είναι το επόμενο στάδιο και συνοδεύεται από παρενέργειες, όπως η προοδευτική μείωση της ικανότητας αντοχής, το στρες, οι δυσκολίες συγκέντρωσης (μειωμένη αντίληψη).
Στην κόπωση δεν αρκεί ένας καλός ύπνος για να ανακάμψεις, διότι πρόκειται για το αποτέλεσμα συνεχούς σωματικής ή πνευματικής καταπόνησης. Αν μια τέτοια κατάσταση εκτείνεται σε διάρκεια, προκύπτει η υπερκόπωση, που λογίζεται ως ασθένεια. Και αυτή είναι βέβαια μια συνήθης αιτία τραυματισμών, καθώς οι μύες καταβάλλουν έξτρα ενέργεια για να εκτελέσουν μια κίνηση που υπό φυσιολογικές συνθήκες θα ήταν ρουτίνα.
Υπερκόπωση προκύπτει και από την αϋπνία. Οι ερευνητές έχουν καταλήξει στο συμπέρασμα ότι αν μείνει κάποιος 17 συνεχόμενες ώρες ξύπνιος, ο χρόνος αντίδρασης του είναι τόσο μειωμένος που ισοδυναμεί με το χρόνο αντίδρασης κάποιου που βρίσκεται στο νόμιμο όριο της μέθης.
Τι κάνει λοιπόν ο… εξωγήινος Τζέιμς και έχει παραμείνει στο υψηλότερο επίπεδο έως τα 33 του, κουβαλώντας στο κορμί του τόσο μεγάλη επιβάρυνση;
Το πρόγραμμα αποθεραπείας του είναι κάτι που δύσκολα χωράει ο ανθρώπινος νους, αν αυτός δεν ανήκει σε έναν… αστροναύτη της NASA. Η φράση «έμφαση και στην παραμικρή λεπτομέρεια» δεν θα μπορούσε να βρει μεγαλύτερη εφαρμογή από τις μεθόδους συντήρησης στις οποίες υπόκειται σε καθημερινή βάση το κορμί του ΛεΜπρόν.
Θα μπορούσε να είναι το πρόγραμμα που ακολουθεί ένα ανθρώπινο ον από το… μέλλον σε μια ταινία επιστημονικής φαντασίας. Ή η καθημερινή «τροφή» κάποιου που οφείλει να διατηρήσει τις υπεράνθρωπες ικανότητες του.
«Στα 18 του δεν έδενε καν τους αστραγάλους του. Τώρα, επενδύει εκατοντάδες χιλιάδες δολάρια το χρόνο για το κορμί του», λέει ο Μπράιαν Γουίντχορστ, δημοσιογράφος και φίλος του ΛεΜπρόν από το High School.
«Έχει δικό του σύστημα δεξαμενών υγρού αζώτου για κρυοθεραπεία σε αρθρώσεις που έχουν καταπονηθεί, καθώς και μία μαύρη Mercedes Sprinter με λευκά δερμάτινα καθίσματα για να απολαμβάνει αυτή την αποθεραπεία όσο βρίσκεται στο δρόμο! Κάθε χρόνο, ο στόχος του όταν μπαίνει στο training camp, είναι να μειώσει τα λεπτά του. Αυτό όμως δεν συμβαίνει πάντα…».
Δεν είναι όμως μόνο αυτά. Όπως έχει αναφερθεί από την επίσημη ιστοσελίδα του NBA, η παγιωμένη διαδικασία προετοιμασίας για το επόμενο ματς έχει ως εξής:
Αμέσως μετά το τέλος ενός αγώνα ο ΛεΜπρόν καταναλώνει μεγάλες ποσότητες υγρών, τα οποία έχουν ως βάση το νερό και είναι πλούσια σε υδατάνθρακες. Στη συνέχεια μπαίνει μέχρι τη μέση σε έναν κάδο γεμάτο πάγο. Το αποκαλεί βασανιστήριο και έχει παραδεχθεί πως τον φέρνει στα όριά του.
Στις πτήσεις που ακολουθούν το κορμί του πρήζεται και η αφυδάτωση συνεχίζεται. Πίνει ακόμη περισσότερα υγρά, τρώει φαγητό προσεκτικά μαγειρεμένο, με υψηλή περιεκτικότητα πρωτεΐνης. Στόχος του είναι να διώξει τις τοξίνες και το γαλακτικό οξύ από κάθε μυ του κορμιού του, ώστε να ξεκινήσει άμεσα η διαδικασία της επούλωσης.
Στη διάρκεια της πτήσης υποβάλλεται σε θεραπεία ηλεκτροδιέγερσης, φορά μανίκια και καλσόν συμπίεσης μαζί με ειδικές μπότες που γεμίζουν με αέρα. Ξαπλώνει στο πάτωμα του αεροπλάνου για ένα προσεκτικό μασάζ που διώχνει το αίμα από τα άκρα προς την καρδιά. Ετσι πετυχαίνει να αποβάλλει τις τοξίνες και το γαλακτικό οξύ, κάνοντας χώρο στα θρεπτικά συστατικά.
Όταν φτάνει στον προορισμό του, πηγαίνει για ύπνο. Κοιμάται περίπου έξι ώρες και στη συνέχεια κάνει στατικό ποδήλατο μαζί με εναλλαγή κρύων και καυτών μπάνιων. Δυο ώρες μετά, επιστρέφει στο σπίτι ή το ξενοδοχείο (εξαρτάται από το αν έχει μπροστά του εντός ή εκτός έδρας αγώνα) και συναντά τον προσωπικό του γυμναστή. Ο Μάικ Μάνσιας, τον οποίο ο ΛεΜπρόν χαρακτηρίζει «έναν από τους κορυφαίους στον κόσμο», δουλεύει μαζί του από το 2005. Η δουλειά που κάνουν παρέα διαρκεί περίπου τέσσερις ώρες και περιλαμβάνει θεραπεία, μασάζ και αποθεραπεία.
Το πρωί του αγώνα ο Μάνσιας δουλεύει στα σημεία στα οποία ο LeBron αισθάνεται πόνο ή έστω πιάσιμο. Μέχρι το απόγευμα, έχει ολοκληρώσει το έργο του. Ο Τζέιμς πατάει παρκέ για τα σουτ, για να μιλήσει στους δημοσιογράφους, για να μπει στο κλίμα του αγώνα. To stretching είναι η τελευταία μυϊκή λειτουργία πριν από το ζέσταμα για το τζάμπολ.
Μοιάζει με ένα υπερσύγχρονο προϊόν εργοστασίου, που πρέπει να βρίσκεται διαρκώς σε λειτουργία και χάρη στην εξέλιξη της επιστήμης έχει αποφύγει το βραχυκύκλωμα. Ή μήπως όλα αυτά μπήκαν στην εξίσωση αφότου βραχυκύκλωσε; Ναι, εν μέρει έτσι συνέβη. Η επιστήμη τέθηκε για τα καλά στην υπηρεσία της αποθεραπείας του μετά τους τελικούς του 2011.
Τότε, που έμοιαζε εξαντλημένος, σκοράροντας μόλις 17,8 πόντους κατά μέσο όρο (σε 43,6 λεπτά συμμετοχής) και μόνο 3 κατά μέσο όρο στα τέταρτα 12λεπτα των έξι αγώνων. Σούταρε παράλληλα με το κάκιστο 60% στις βολές, όταν ο μέσος όρος του είναι 74%. Ήταν η πρώτη σεζόν του στο Μαϊάμι, το οποίο ηττήθηκε με 4-2 από το Ντάλας του Ντιρκ Νοβίτσκι. Το καμπανάκι είχε χτυπήσει για τα καλά.
Τα ups and downs στις επιδόσεις είναι μέσα στο πρόγραμμα. Αυτό που μοιάζει με θαύμα είναι ότι δεν έχει υποστεί σοβαρό τραυματισμό. Το μεγαλύτερο διάστημα που έχει μείνει εκτός δράσης είναι 20 ημέρες! Προφανώς αυτό έχει να κάνει με τη… διαστημικού επιπέδου μεθοδολογία αποκατάστασης που ακολουθεί. Αυτό όμως αυξάνει, στο τέλος της μέρας, τις πιθανότητες για ένα σοβαρό τραυματισμό.
Υπάρχει μια ειδική υπηρεσία, που διατηρεί βάσεις δεδομένων για τους τραυματισμούς στο NBA. Όσο και αν ακούγεται παράξενο, το προσδοκώμενο ποσοστό είναι 100%. «Κάθε παίκτης είτε έχει τραυματιστεί, είτε πρόκειται να τραυματιστεί αν συνεχίζει να παίζει αρκετά», είναι το εύρημα αυτής της υπηρεσίας. «Το ότι ένας παίκτης έκανε 100 συνεχόμενα παιχνίδια υγιής δεν σημαίνει ότι το σώμα του έχει προσαρμοστεί στις απαιτήσεις και τις συνθήκες. Κάθε παιχνίδι στο οποίο δεν τραυματίζεται τον φέρνει πιο κοντά στον επόμενο τραυματισμό…».
Υπό αυτή την έννοια ο Τζέιμς φλερτάρει με το χαρακτηρισμό «υπερφυσικός». Στα 33 χρόνια του έχει σχεδόν λευκό μητρώο από τραυματισμούς και τη φετινή σεζόν τα στατιστικά του (27,5 π., 9,1 ασίστ, 8,6 ριμπάουντ) είναι καλύτερα από το μέσο όρο καριέρας του (27,2 π., 7,2 ασ., 7,4 ριμπάουντ). Μήπως τελικά πρόκειται για ένα εξελιγμένο… εργοστασιακό προϊόν;
Μάλλον δεν χρειαζόταν όλη αυτή η ανάλυση για να καταλήξουμε στο προκείμενο. Αρκεί η πληροφορία ότι στο επόμενο ματς από εκείνο, που διαλυμένος ων, έκανε όλο το βράδυ τρία σουτ, είχε 27 πόντους, 19 ριμπάουντ και 10 ασίστ!