Το καλοκαίρι του 2016 η διοίκηση του Ολυμπιακού είχε ως πρώτο υποψήφιο τον Μαρίνο Ουζουνίδη για την αντικατάσταση του Βίκτορ Σάντσεθ, ο οποίος δεν άντεξε ούτε δύο μήνες στον πάγκο, πληρώνοντας το μάρμαρο για τον αποκλεισμό από τη Χάποελ Μπερ Σεβά. Η αντίδραση των οργανωμένων ήταν όμως έντονη. Η θύρα 7 κατέστησε σαφή τη δυσαρέσκεια της στην προοπτική πρόσληψης του λόγω του «πράσινου» παρελθόντος του και εν τέλει ο Ολυμπιακός κατέληξε στον Πάουλο Μπέντο. Η συνέχεια είναι γνωστή: Τάκης Λεμονής, Μπέσνικ Χάσι, ξανά Τάκης Λεμονής και Όσκαρ Γκαρθία.
Δεν ξέρουμε τι θα είχε συμβεί αν το φλερτ είχε οδηγήσει τότε σε «γάμο», αλλά τα έργα και οι ημέρες του Ουζουνίδη στον Παναθηναϊκό δείχνουν ότι θα δούλευε νυχθημερόν για να τιμήσει και το τελευταίο ευρώ του συμβολαίου του στο λιμάνι. Στον αιώνιο αντίπαλο όλοι γνωρίζουν πια ότι κάνει κάτι πολύ παραπάνω από αυτό. Και κάπως έτσι, ενώ περιμέναμε χθες να δούμε το «χειρότερο Παναθηναϊκό της ιστορίας», όπως κατά κόρον αναφέρθηκε παραμονές του ντέρμπι στα Μ.Μ.Ε., αυτό που είδαμε ήταν μάλλον ο χειρότερος Ολυμπιακός της ιστορίας…
Μια ομάδα που παρά την αστρονομική διαφορά σε μπάτζετ συγκριτικά με τον κατακερματισμένο αντίπαλό της, όχι μόνο δεν έκανε ευκαιρία παίζοντας για μισή ώρα με παίκτη παραπάνω, αλλά πάσχιζε να κρατήσει το αποτέλεσμα, επιτρέποντας στην πιτσιρικαρία του ΠΑΟ να κυριαρχήσει στο τερέν.
Η ανακοίνωση του Ολυμπιακού που απέδιδε όλη την ευθύνη για την ήττα στην εκτός περιοχής ανατροπή που απέφερε την ισοφάριση (και θυμήθηκε εκ νέου το δήθεν επιθετικό φάουλ του Γιακουμάκη στο 1-2 με την ΑΕΚ) δεν μπορεί πια να… υποτιμήσει τη νοημοσύνη ούτε των πιο σκληροπυρηνικών και υποκειμενικών οπαδών της ομάδας.
Είναι εκπληκτικό ότι ακόμα και τώρα, ύστερα από αυτή την αποκρουστική εμφάνιση, η ηγεσία των ερυθρόλευκων επιστρατεύει όλη τη… φαντασία της για να στρέψει το βάρος της ευθύνης οπουδήποτε αλλού πλην των δικών της επιλογών. Κάποιος πρέπει μάλλον να τους εξηγήσει σε απλά ελληνικά ότι στα 44 κερδισμένα πρωταθλήματα ένα χαμένο δεν συνιστά τη… συντέλεια του κόσμου. Καθώς και ότι αν -εθελοτυφλώντας- επιμείνουν στο ίδιο τροπάριο, το ένα θα είναι μόνο η αρχή.
Αν υποθέσουμε ότι με την παρουσία οπαδών τους οι ερυθρόλευκοι θα απέδιδαν το ίδιο θέαμα, τότε ήταν πολύ καλύτερα για αυτούς που έπαιξαν μπροστά σε άδειες εξέδρες. Τα γιούχα με το σφύριγμα της λήξης θα ήταν εκκωφαντικά και η ψυχολογία του όχλου δεν αποκλείεται να οδηγούσε σε κατατάστασεις («ντου») που θα γύριζαν τον Ολυμπιακό χρόνια πίσω.
Ήταν τόσο παταγώδης η αποτυχία που είναι εξαιρετικά αμφίβολο (έως απίθανο) το ενδεχόμενο να συμμεριζόταν ο κόσμος την άποψη της διοίκησης για τη διαμόρφωση του αποτελέσματος.
Βέβαια ο Ολυμπιακός δεν τέθηκε μόνος του νοκ-άουτ από τη διεκδίκηση του πρωταθλήματος. Υπήρξε μία ομάδα που υπερβαίνοντας τις δυνατότητες της, φανέρωσε όλες τις αδυναμίες του και προφανώς είναι άδικο να σταθούμε μόνο στην αγωνιστική «γύμνια» των γηπεδούχων.
Ο Παναθηναϊκός έμοιαζε με τον πιτσιρικά που χάρη στη μεγάλη καρδιά του και μόνο δεν δίστασε να τα βάλει με τον «σφίχτη» τσαμπουκά της παρέας. Τον νταή που αποδεικνύεται λιπόψυχος και εν τέλει ρεζιλεύεται.
Ένας κανονικός λεβέντης, κατ’ εικόνα και καθ’ ομοίωση του προπονητή του, που κόντρα σε όλους και όλα παλεύει με παροιμιώδη υπομονή να οδηγήσει σε ξέρα ένα καράβι που μπάζει από παντού.
Πιθανότατα, κάποια από τα κεφάλια της θύρας 7 που είχαν τότε θέσει βέτο στην πρόσληψη του Ουζουνίδη να το έχουν πλέον μετανιώσει. Διότι η εικόνα και το αποτέλεσμα του ντέρμπι θα μπορούσε να ερμηνευτεί και ως η κόντρα του πιο underachiever τεχνικού της σύγχρονης ιστορίας του ελληνικού ποδοσφαίρου με τον πιο overachiever, βάσει των εφοδίων που έχουν στα χέρια τους.
Καλό θα ήταν η θύρα 7 να θέσει πια βέτο και στην έκδοση ανάλογων ανακοινώσεων. Είναι μάλλον οι μόνοι που μπορούν να εξηγήσουν σε απλά ελληνικά στη διοίκηση ότι ο Ολυμπιακός πήρε φέτος στα ντέρμπι με ΑΕΚ και Παναθηναϊκό ένα βαθμό…