Λάζαρε, είσαι παιχταράς, αλλά δεν είσαι εντάξει…

Δεν ήταν υποχρεωμένος να μείνει στην ΑΕΚ. Ήταν υποχρεωμένος να της φερθεί καλύτερα…

Ας ξεκινήσουμε από τα βασικά.

Ο Λάζαρος Χριστοδουλόπουλος είναι (ή μάλλον ξανάγινε την τελευταία διετία) ένας εξαιρετικός παίκτης.

Υπήρξε ο καθοριστικότερος ποδοσφαιριστής σε όλο το πρωτάθλημα, αυτός που πήρε στις πλάτες του την ομάδα του και ένας από τους βασικούς λόγους που εκείνη κατέκτησε τον τίτλο.

Όποιος φίλος της ΑΕΚ τα αμφισβητεί αυτά (είτε επειδή πικράθηκε με τη φυγή του, είτε επειδή «χαλάστηκε» με την απόφασή του να πάει στον Ολυμπιακό, είτε επειδή θέλει να απαξιώσει την προσφορά του για να επιχειρηματολογήσει ότι «σιγά, δεν έγινε και τίποτα») είναι αχάριστος ή απλά κοροϊδεύει τον εαυτό του.

Όσο μάγκας αποδείχθηκε όμως ο Λάζαρος μέσα στο γήπεδο, τόσα δικαιώματα έδωσε έξω απ’ αυτό στον κόσμο της «Ένωσης» να θεωρεί ότι δεν φέρθηκε εντάξει στην ομάδα του.

Όχι επειδή αποφάσισε να φύγει και να πάει στον μεγάλο αντίπαλο. Αυτό είναι θεμιτό και ειδικά μετά τη διδακτική ιστορία Μπάγεβιτς δεν αντιμετωπίζεται ως το τέλος του κόσμου.

Εκείνο που εξέπληξε αρνητικά και καθόλου δεν ταιριάζει με την υποδειγματική συμπεριφορά και τις δηλώσεις του στα δυο χρόνια που φόρεσε τα κιτρινόμαυρα είναι ο τρόπος που επέλεξε να τελειώσει την καριέρα του στην ΑΕΚ.

Μια καριέρα που γνωστό είναι -δεν το διαψεύδει ούτε εκείνος- ότι ξεκίνησε με πρωτοβουλία του ίδιου.

Με πιέσεις σε πρόσωπα και καταστάσεις, ώστε σε  μια δύσκολη προσωπική περίοδο (όπου δυσκολευόταν να βρει ομάδα υψηλού επιπέδου) να παίξει σε έναν από τους μεγαλύτερους συλλόγους στην Ελλάδα.

Χωρίς αυτό να σημαίνει βέβαια ότι ήταν υποχρεωμένος να μείνει στην ΑΕΚ επειδή εκείνη του έδωσε την ευκαιρία να μείνει «στον αφρό». Με τη μαγκιά του και την αξία του έγινε ο καλύτερος παίκτης και πρωταθλητής με τη φανέλα της. Δεν χρωστάει και δεν του χρωστάνε απ’ αυτή την άποψη.

Το μόνο που χρωστούσε ο Λάζαρος στην ομάδα με την οποία… αλληλοβοηθήθηκε για να «αναστηθούν» αμφότεροι ήταν να κρατήσει τον λόγο του. Να τιμήσει την υπογραφή του. Και δυστυχώς σε αυτό δεν αποδείχθηκε τόσο αξιόπιστος, όσο στον αγωνιστικό χώρο…

Το περιβόητο +1 που υπήρχε στο συμβόλαιο του Χριστοδουλόπουλου με την ΑΕΚ ίσως δεν έχει ισχύ. Ίσως επιβεβαιωθεί ότι δεν αναγνωρίζεται από τη FIFA. Ίσως δικαιωθεί ο ίδιος (και όχι η πρώην πλέον ομάδα του) που το αμφισβητεί.

Εκείνο που κανένας δεν μπορεί να αμφισβητήσει είναι ότι ο Λάζαρος υπέγραψε το συμβόλαιο ΕΝ ΓΝΩΣΕΙ του ότι υπάρχει αυτή η οψιόν. Και όταν υπογράφεις κάτι, αν μη τι άλλο το αναγνωρίζεις.

Εκτός κι αν δεν έχεις ακούσει ποτέ την περιβόητη συμβουλή περί προσοχής για το που τοποθετείται η τζίφρα και κάτι άλλο εξίσου χαρακτηριστικό του ανδρισμού.

Μέχρι να εμφανιστεί λοιπόν ο Ολυμπιακός με τα περισσότερα χρήματα που του προσέφερε, ο Λάζαρος έβλεπε το μέλλον του στην ΑΕΚ.

Σε δηλώσεις του τον περασμένο Σεπτέμβριο μετά το ντέρμπι με τους Πειραιώτες δεν επιβεβαίωνε απλώς την ύπαρξη του +1, αλλά ξεκαθάριζε κιόλας ότι «αν θέλει η ΑΕΚ, το θέμα μου θα τελειώσει σε 10 δευτερόλεπτα».

Όταν έφτασε όμως η ώρα να… θέλει η ΑΕΚ, ο Χριστοδουλόπουλος ήθελε περισσότερα απ’ αυτά που προέβλεπε το συμβόλαιο που είχε υπογράψει.

Λογική η επιθυμία του (αν αναλογιστεί κανείς πόσα έπαιρνε σε σχέση με την προσφορά του), θεμιτή όμως και η άποψη του Μελισσανίδη ότι πρώτα πρέπει να τηρηθούν τα συμφωνηθέντα και μετά να γίνει κουβέντα επί νέας βάσεως.

Το θέμα δεν είναι ποιος από τους δυο έχει δίκιο. Ανάλογα με την οπτική του καθενός, μπορεί να ταχθεί με την πλευρά του παίκτη ή του αφεντικού της ΑΕΚ. Το θέμα είναι τα όσα ακολούθησαν τη διαφωνία τους.

Οι ολοένα και αυξανόμενες φήμες περί Ολυμπιακού (που στο γήπεδο δεν επηρέασαν την απόδοσή του, αλλά αποδεικνύουν εντέλει ότι είχε προ πολλού συμφωνήσει μαζί του).

Η μετατροπή του «αν θέλει η ΑΕΚ, το θέμα μου θα τελειώσει σε 10 δευτερόλεπτα», στο «είμαι ελεύθερος» και σε αοριστίες περί απειλών (οι οποίες δεν εξηγούνται, ούτε καταγγέλλονται).

Το εξώδικο που έφτασε από τον ίδιο και τον Ολυμπιακό στα γραφεία της ομάδας παραμονές του τελικού Κυπέλλου.

Τα συνθήματα εναντίον του Ολυμπιακού πριν 10 μέρες στο πούλμαν των πανηγυρισμών για την κατάκτηση του πρωταθλήματος (που εύλογα εκλαμβάνονται ως κοροϊδία από τους ΑΕΚτσήδες).

Και γενικότερα η ρομαντική απογοήτευση που πάντα θα κυριεύει τον οπαδό, όταν βλέπει παίκτες που λάτρεψε και αγκάλιασε να προτιμούν το «πλουσιότερος» από το «λογοτιμήτης»…