Το αριστούργημα του Πρίγκιπα: Η καλύτερη απ’ όλες τις ομάδες που δημιούργησε ο Μπάγεβιτς

Ο Ντούσκο κλείνει σήμερα τα 73 του χρόνια και το menshouse θυμάται το περιβόητο «ΑΕΚ σημαίνει επίθεση»...

Πίσω στο 2018 ο Ντούσαν Μπάγεβιτς είχε παραιτηθεί από τεχνικός διευθυντής της Ένωσης, φτάνοντας στο πέμπτο «αντίο» από την ΑΕΚ : μετρούσε άλλο ένα σαν παίκτης και άλλα τρία σαν προπονητής. Όμως, ο μέσος ΑΕΚτζής το γνωρίζει πολύ καλά: η αληθινή φυγή του Μπάγεβιτς ήταν μόλις μια. Οι υπόλοιπες ήταν απλά λεπτομέρειες στην ιστορία του με την Ένωση. Η αληθινή φυγή έγινε το 1996.

Δεν είναι της ώρας να αναλυθούν τα τι και τα πως εκείνης της μακρινής Άνοιξης του 1996 που, για όποιον έχει περάσει μια ζωή ασχ0λούμενος με την ΑΕΚ γνωρίζει πως υπήρξε η περίοδος που ουσιαστικά άλλαξε την ιστορία της. Διότι η φυγή του Μπάγεβιτς δεν υπήρξε απλά το τέλος ενός μεγάλου έρωτα που ποτέ δεν αναθερμάνθηκε, ούτε μόνο μια εξέλιξη που καθόρισε αποφασιστικά το DNA του οργανισμού που λέγεται ΑΕΚ. Υπήρξε και το τέλος μιας πολύ μεγάλης ομάδας…

Ο Μπάγεβιτς υπήρξε πολύ μεγάλος προπονητής στα ντουζένια του αλλά κακά τα ψέμματα,  το δημιουργικό του ταβάνι το άγγιξε στην πρώτη του θητεία στην ΑΕΚ. Στα 8 χρόνια που έκατσε στον πάγκο της παρουσίαζε κάθε χρόνο μια ομάδα που ήταν καλύτερη από την περσινή. Ακόμα και την σεζόν 1994-1995 που η Ένωση τερμάτισε πέμπτη πέφτοντας μετά από τρία συνεχόμενα χρόνια από την κορυφή του πρωταθλήματος, ήταν μια εξαιρετική ΑΕΚ που είχε κάνει μεγάλες εμφανίσεις στο Champions League, πλήρωσε όμως στην Ελλάδα την κούρασή της και παράτησε το πρωτάθλημα όταν πια ο Παναθηναϊκός είχε ξεφύγει και η ίδια είχε εξασφαλίσει το ευρωπαϊκό της εισιτήριο.

Ναι, η ΑΕΚ του Μπάγεβιτς εκείνα τα χρόνια κάθε σεζόν ήταν καλύτερη από την προηγούμενη. Αλλά η ομάδα που παρουσίασε ο «Πρίγκιπας» τη σεζόν 1995-1996, την τελευταία του σεζόν στην ΑΕΚ πριν πάει στον Ολυμπιακό, ήταν ένα αληθινό ποδοσφαιρικό αριστούργημα, η κορύφωση μιας μεγάλης δημιουργίας, για πολλούς η καλύτερη ελληνική ομάδα όλων των εποχών.

Ο Μπάγεβιτς, τώρα που μοιάζει να αποσύρεται οριστικά από το ποδόσφαιρο, ενδεχομένως να νιώθει διάφορα αντιφατικά πράγματα για τις αμφιλεγόμενες επιλογές που έκανε κατά καιρούς στην θυελλώδη καριέρα του. Είναι δεδομένο όμως ότι για εκείνο το δημιούργημα μόνο περηφάνια μπορεί να νιώθει. Το ελληνικό ποδόσφαιρο είχε πολλές καλές ομάδες αλλά ποτέ κάτι αντίστοιχο.

Η ΑΕΚ της σεζόν 1995-1996 ήταν ό,τι πιο κοντινό σε αυτό που ονομάζεται «ολοκληρωτικό ποδόσφαιρο». Τι κι αν έμεινε απλά με το κύπελλο και έχασε το πρωτάθλημα από τον Παναθηναϊκό; Τα αποτελέσματα στη μπάλα άλλωστε είναι συνάρτηση πολλών συγκυριών. Στην ιστορία εκείνη η ΑΕΚ θα μείνει ως το απόλυτο πρότυπο ελληνικής ομάδας με τον ίδιο τρόπο που η Εθνική Ολλανδίας των 70s έμεινε στην ιστορία για την αλλαγή του ποδοσφαίρου.

Μια ΑΕΚ που υπήρξε η αποθέωση του τεχνικού και ντελικάτου ποδοσφαίρου, που δίδαξε το ελληνικό ποδοσφαιρικό κοινό, το οποίο μέχρι εκείνη τη στιγμή είχε συνηθίσει να ταυτίζει την έννοια της «καλής ομάδας» με την έννοια της «ψυχωμένης ομάδας», πως το ποδόσφαιρο είναι πιο όμορφο όταν μια ομάδα είναι αληθινά δουλεμένη και όχι απλά ένα σύνολο καλών παικτών.

Μια ΑΕΚ της οποίας η ομαδική λειτουργία άλλοτε «γέννησε» και άλλοτε ανέδειξε παικταράδες αλλά δεν βασίστηκε ποτέ πάνω τους: αυτοί βασίστηκαν πάνω της για να εξελιχθούν διότι αυτή η συλλογική λειτουργία μέσα στις τέσσερις γραμμές του γηπέδου ήταν κάτι πολύ παραπάνω από μεμονωμένους παίκτες.

Μια ΑΕΚ που εισήγαγε την έννοια της «τριγωνομετρίας» στα ελληνικά γήπεδα, που οι παίκτες άλλαζαν μεταξύ τους τη μπάλα όχι απλά αστραπιαία αλλά διαμορφώνοντας και τέλεια σχήματα μέσα στον αγωνιστικό χώρο λες και «ζωγράφιζαν», λες και στόχος ήταν να δημιουργήσουν ένα τέλειο έργο τέχνης και όχι απλά να σκοράρουν κοινότυπα.

Μια ΑΕΚ που έκανε επιστήμη για το ελληνικό ποδόσφαιρο τους αυτοματισμούς, που έκανε το ελληνικό κοινό να κατανοήσει πως είναι η καλή λειτουργία στη μεσαία γραμμή που κάνει τις ομάδες μεγάλες, που υπήρξε η μια και μοναδική ομάδα στην ιστορία του ελληνικού ποδοσφαίρου που ακόμα και οι πιο άμεσοι ανταγωνιστές της χαιρόντουσαν να την βλέπουν και την ζήλευαν με την καλή έννοια.

Αυτή είναι η σπουδαιότερη παρακαταθήκη που αφήνει ο Ντούσαν Μπάγεβιτς κατά την οριστική του αποχώρηση από το ποδόσφαιρο: τις αναμνήσεις από την ΑΕΚ της σεζόν 1995-1996. Και μπορεί το τέλος αυτής της δημιουργίας να ήρθε άτσαλα και άδοξα, μπορεί από «Πρίγκιπας» να έγινε «Προδότης», μπορεί το «ΑΕΚ-Ντούσαν» που δονούσε τη Φιλαδέλφεια να μετατράπηκε σε εμετικά πανό και το «Με Ντούσαν στο τιμόνι ποτέ δεν θα νυχτώνει» να διαψεύστηκε και τελικά, η νύχτα να ήρθε και με τον Μπάγεβιτς στον τιμόνι, αλλά τίποτα αυτά δεν αναιρεί πως πιο μπαλαδόρικη ομάδα δεν ξαναείδαμε από εκείνο το δημιούργημα του Μπάγεβιτς.

Ίσως, πέρα και έξω από τα ρομαντικά συνθήματα λατρείας που ακουγόντουσαν από την κερκίδα της Νέας Φιλαδέλφειας για τον Μπάγεβιτς, να ήταν μόνο ένα που συνόψισε απόλυτα το πνεύμα εκείνης της ομαδάρας. Εκείνο το πανό που έγραφε: «ΑΕΚ σημαίνει Επίθεση».