Αν υποθέσουμε πως κάποιος αναλαμβάνει να κρίνει όλο το έμψυχο δυναμικό του Παναθηναϊκού, συνυπολογίζοντας την φετινή στατιστική απεικόνιση των παικτών της ομάδας, τα συμβόλαιά τους και τα στοιχεία ταυτότητας, δηλαδή ηλικίες και βιογραφικά, εύκολα μπορεί να έφτανε στο συμπέρασμα πως αυτή η ομάδα χρειάζεται… ρεκτιφιέ και πέταμα, όπως λέγαμε παλιά για… μηχανάκια που έχουν «βαρέσει μπιέλα». Βέβαια, αυτή η ισοπεδωτική λογική ταιριάζει περισσότερο σε… παπάκια, παρά σε μπασκετικά σύνολα. Και ιδιαίτερα όταν το ημερολόγιο δείχνει 1η Δεκεμβρίου και όχι καλοκαίρι που στήνονται οι ομάδες.
Επομένως, για να εξηγήσει κανείς επακριβώς τι συμβαίνει στο τριφύλλι, πρέπει να γυρίσει λίγο τον χρόνο πίσω και να επιστρέψει στο σημείο «μηδέν» όταν προστέθηκαν τα υλικά του σημερινού οικοδομήματος που αρχίζει να γέρνει πιο επικίνδυνα και από τον Πύργο της Πίζας.
Με το 1/3 της σεζόν της Euroleague να βρίσκεται ήδη πίσω μας και τον Παναθηναϊκό να είναι οριακά στην 8η θέση, έχοντας βγάλει μάλιστα το εύκολο κομμάτι του προγράμματος, δηλαδή χωρίς να έχει αγωνιστεί ακόμα κόντρα στους Big-3 της διοργάνωσης (Φενέρμπαχτσε, ΤΣΣΚΑ Μόσχας, Ρεάλ Μαδρίτης) και έχοντας παίξει και ηττηθεί σε έδρες μικρομεσαίων και μεγαλομεσαίων ανταγωνιστών του, το μέλλον μόνο δυσοίωνο μπορεί να περιγραφεί.
Η κοινή συνισταμένη των αναλύσεων που διαβάζει κανείς δεξιά κι αριστερά για την ομάδα, ιδιαίτερα κατά τη διάρκεια αυτού του «μαύρου Νοέμβρη», είναι πως ο Παναθηναϊκός έχει ψυχολογικό πρόβλημα στις εκτός έδρας αναμετρήσεις. Επίσης κοινός τόπος των συμπερασμάτων είναι η συνεχιζόμενη αναζήτηση αγωνιστικής ταυτότητας στο πλαίσιο του τι είδους μπάσκετ παίζουν οι πράσινοι. Ενώ οφθαλμοφανές και δίχως την ανάγκη καμίας περαιτέρω εμβάθυνσης είναι η δομική αδυναμία που εμφανίζει το τριφύλλι έξω από τα 6,75 (30.9% το ποσοστό του στα τρίποντα, το δεύτερο χειρότερο στη διοργάνωση) αλλά και στην ρακέτα, την οποία οι αντίπαλοι ψηλοί αντιλαμβάνονται ως την δική τους comfort zone, στήνοντας κάθε εβδομάδα το δικό τους πάρτυ. Και -φυσικά- η μουρμούρα για τον Καλάθη, η οποία επανήλθε μετά από μια χρονιά, την περσινή, της απόλυτης αποθέωσης για τις ικανότητές του.
Αν μιλάγαμε για μια νέα ομάδα όλα τα παραπάνω θα ήταν δεδομένα που θα έβρισκαν πιο εύκολα την εξήγησή τους. Όμως το περασμένο καλοκαίρι δεν υπήρξαν σαρωτικές αλλαγές. Οι προσθήκες ήταν μετρημένες και αφορούσαν παίκτες που γνωρίζουν πολύ καλά την ελληνική και ευρωπαϊκή πραγματικότητα. Ούτε… εξωτικοί νεαροί από την αναπτυξιακή λίγκα του NBA, ούτε περίεργοι ταξιδιώτες από την άλλη άκρη του κόσμου προσγειώθηκαν στο παρκέ του ΟΑΚΑ. Ο μπαρουτοκαπνισμένος στην Ευρωλίγκα Λάνγκφορντ, οι παλιοί γνώριμοι Παπαγιάννης και Λάσμε, ο εδώ και χρόνια «Ευρωπαίος» Τόμας, ο Παπαπέτρου που ήρθε από τους… απέναντι. Τίποτα δραστικό, τίποτα ανατρεπτικό δεν ήρθε να προστεθεί στο υπάρχον σταθερό ρόστερ. Και -κυρίως- με τον ίδιο προπονητή.
Στην τρίτη του χρονιά στον πάγκο της ομάδας ο Τσάβι Πασκουάλ ξεμένει από δικαιολογίες και ελαφρυντικά. Ξέρει πολύ καλά την ομάδα, τον πρόεδρο, τους οπαδούς, το ΟΑΚΑ, την διοργάνωση και τις ιδιοτροπίες του καθενός εξ αυτών. Για την ακρίβεια, είχε την… ευκαιρία στο προηγούμενο διάστημα να τους γνωρίσει όλους από την καλή και την ανάποδη πλευρά τους. Στα fora μπορείς να διαβάσεις πολλά. Για τον Χ παίκτη που δεν ήθελε, αλλά του… επιβλήθηκε ή για τον Ψ που δεν τον πιστεύει, αλλά αρέσει στην διοίκηση κ.ο.κ. Μπορεί οι διαδικτυακοί παντογνώστες του παρασκηνίου να έχουν δίκιο σε διάφορά από αυτά που υποστηρίζουν. Η ουσία όμως πέρα από αυτά είναι πως γνωρίζοντας ακριβώς τι υλικό είχε στην διάθεσή του και δουλεύοντας με αυτό, τον Σεπτέμβρη λίγο πριν την έναρξη της σεζόν, ο Καταλανός ενημέρωσε το κοινό για την φιλοδοξία του να παρουσιάσει μια ομάδα με κυρίαρχο χαρακτηριστικό γνώρισμά της την άμυνα.
Με αυτό τον τρόπο έδινε και την απάντησή του σε εκείνους που υποστήριζαν πως το συγκεκριμένο σύνολο έδειχνε να έχει δεδομένη αδυναμία στο σουτ. Στην θεωρία η ομάδα του Παναθηναϊκού φέτος θα ήταν ένα γκρουπ παικτών που θα δημιουργούσε αφόρητη πίεση στον αντίπαλο, θα του χάλαγε τις συνθήκες κάτω από τις οποίες θα εκδήλωνε τις επιθέσεις του, θα εξασφάλιζε το αμυντικό ριμπάουντ και θα είχε την δυνατότητα να τρέξει στον αιφνιδιασμό. Όλα αυτά εκμεταλλευόμενη τα σωματικά προσόντα των παικτών του και την έφεσή τους στο physical game.
Δύο μήνες μετά την έναρξη των επίσημων… παραστάσεων ψάχνεις να βρεις παιχνίδι που να συνέβησαν όλα αυτά…
Μια άλλη, επίσης αγαπημένη ατάκα των ειδικών, είναι πως η άμυνα είναι περισσότερο θέμα διάθεσης και προπόνησης παρά ταλέντου. Ένα συμπέρασμα που έρχεται και αυτό να προστεθεί στο ελλειμματικό ισοζύγιο των κρίσεων για τον Πασκουάλ. Υπό αυτή την έννοια, η αποτυχία είναι ξεκάθαρη. Όχι επειδή ο Παναθηναϊκός δεν νικάει, αλλά κυρίως διότι δεν παίζει όπως οραματιζόταν ο ίδιος ο προπονητής του όταν έστηνε την ομάδα, ακόμα κι αν δεχτούμε ότι στο έργο του υπήρξαν παρεμβάσεις. Με λίγα λόγια, ποτέ δεν είδαμε στο παρκέ αυτό που μας… έταξε ο πρώην τεχνικός της Μπαρτσελόνα. Και όσο προχωράμε μέσα στη σεζόν απομακρύνεται και το ενδεχόμενο να συμβεί κάτι τέτοιο.
Προφανώς σε μία τέτοια κατάσταση σαν κι αυτή που έχει διαμορφωθεί στους πράσινους κανείς δεν μπορεί να αποφύγει την ατομική κριτική. Ούτε η διοίκηση ούτε ο κάθε παίκτης ξεχωριστά που εμφανίζεται κατά πολύ κατώτερος του αναμενομένου. Ακόμη κι έτσι όμως η συζήτηση επιστρέφει στον άνθρωπο που κάθεται στην άκρη του πάγκου. Όπως και η ευθύνη για αυτό που βλέπουμε, αλλά κι εκείνη για το τι χρειάζεται να αλλάξει. Δεν είναι λίγοι που τάσσονται υπέρ της λύσης του… ηλεκτροσόκ. Θεωρούν δηλαδή ότι οι μέρες του Πασκουάλ είναι μετρημένες και πως θα έπρεπε να αποτελέσει άμεσα παρελθόν. Φυσικά το ερώτημα τέτοια εποχή του χρόνου είναι «να φύγει ο Τσάβι και να έρθει ποιος»; Και να κάνει τι, θα προσέθετε ο γράφων, με μια ομάδα που δεν είναι δική του;
Αντίθετα, άλλα ερωτήματα έχουν -την δεδομένη χρονική στιγμή- πιο εύκολες απαντήσεις. Πώς μπορεί να αντιμετωπιστεί η δυστοκία έξω από την γραμμή ή η αδυναμία στην δημιουργία; Με έναν αξιόπιστο γκαρντ. Πώς μπορεί να θωρακιστεί η ρακέτα; Με έναν πιο δυναμικό σέντερ. Απλοϊκές σκέψεις μεν, αλλά που έχουν εκφραστεί από την αρχή της χρονιάς, δε. Εδώ που έχει φτάσει το πράγμα ο Παναθηναϊκός ξεμένει από επιλογές. Η ίδια η ζωή, όμως, και όχι μόνο το μπάσκετ, έχει αποδείξει ότι στα πιο δύσκολα προβλήματα, συνήθως οι λύσεις είναι απλές.
Και μ’ αυτό, θα μου πεις, τι; Θα προλάβει ο Παναθηναϊκός να αλλάξει τσιπάκι, να μπει τετράδα και να διεκδικήσει την πρόκρισή του στο Final-4 που τείνει να μετατραπεί σε «ιερό δισκοπότηρο» για μια ομάδα με 6 ευρωπαϊκά τρόπαια στην συλλογή της; Η απάντηση είναι πως αυτό δεν το γνωρίζει κανείς, αλλά τουλάχιστον δεν θα μπορεί να πει ότι στην προσπάθειά του να το καταφέρει δεν ανακάτεψε την τράπουλα την στιγμή που διαπίστωσε πως το «φύλλο» που πήρε στο χέρι του ήταν καταδικασμένο να αποτύχει.