Οι τιμές των ακτοπλοϊκών και φέτος (όπως και πέρυσι) θα είναι στα ύψη. Η σκέψη των περισσότερων Ελλήνων τώρα που βρισκόμαστε ένα βήμα πριν το καλοκαίρι, είναι πώς θα καταφέρουν σε συνθήκες γενικευμένης ακρίβειας, να βρουν τρόπο και το κυριότερο χρήμα για να κάνουν (ολιγοήμερες έστω) διακοπές. Σε κάθε περίπτωση και αν ανήκετε στους πολλούς που δεν μπορούν να σηκώσουν να τα πληρώσουν «βαπορίσια», η ηπειρωτική Ελλάδα προσφέρει τουλάχιστον πάμπολλες διεξόδους. Σε μια εξ αυτών θα σταθούμε εν προκειμένω. Στην υπέροχη παραλία στο Δρέπανο Αργολίδας…

Βρίσκεται πολύ κοντά στο Ναύπλιο και δίπλα ακριβώς στο Τολό. Οι παλαιότεροι, οι «μύστες» επίσης, γνωρίζουν πως εκεί γυρίστηκε μια από τις πλέον θρυλικές σειρές της ελληνικής τηλεόρασης λίγο πριν από την έλευση των ιδιωτικών καναλιών (1989). Το «Κάμπινγκ» αγαπήθηκε πολύ από το κοινό. Ανέμελο και καλοκαιρινό, μπορείς να το παρακολουθήσεις ακόμα και τώρα, μέσω του Ertflix.
Τα γυρίσματα έγιναν στο κάμπινγκ Τρίτων. Ξεκίνησαν Αύγουστο μήνα, με το μέρος δηλαδή σε πλήρη λειτουργία, με αποτέλεσμα οι ίδιοι οι παραθεριστές να μεταβάλλονται σε κομπάρσους. Οι ηθοποιοί έμεναν εκεί με αποτέλεσμα να γίνουν ένα με το χώρο, νιώθοντας από ένα σημείο και έπειτα σαν στο σπίτι τους. Αυτό το αίσθημα οικογένειας, αυτό το παρεΐστικο κλίμα πέρασε στους τηλεθεατές που πολύ εκτίμησαν αυτό που έβλεπαν.

Κοντά 36 χρόνια μετά, το κάμπινγκ υπάρχει ακόμα, εκσυγχρονισμένο προφανώς. Λέγεται Τρίτων ΙΙ και παραμένει ένα από τα καλύτερα και πιο άρτια οργανωμένα σε ολόκληρη την Ελλάδα. Το ότι το συναντάμε σε απόσταση μόλις 2 ωρών από την Αθήνα το κάνει ακόμα πιο ελκυστικό προορισμό. Πάνω από όλα βέβαια είναι πως διαθέτει όλα όσα χρειάζονται οι κατασκηνωτές για τις διακοπές τους, είτε είναι οικογένειες είτε ζευγάρια, είτε παρέες φίλων. Καφέ μπαρ, παιδική χαρά και μια ταβέρνα με γενναίες «γιαγιαδίσιες» μερίδες, πολύ οικονομικές μάλιστα.
Είναι ένας καταπράσινος χώρος, πεντακάθαρος, με μέριμνα στην κάθε του λεπτομέρεια – έτσι μόνο γίνεται άλλωστε η διαφορά. Το πιο ωραίο, αν μας ρωτάτε, είναι τα δεντρόσπιτα από καλάμια, μέσα στις μπανανιές. Νιώθεις λες και τηλεμεταφέρθηκες στον Άγιο Δομίνικο! Μόνο που εδώ δεν είσαι… Survivor, αλλά καλοπερασάκιας.

Δεν σου λείπει το παραμικρό. Η θάλασσα μπροστά είναι υπέροχη, με κρυστάλλινα, καταγάλανα νερά. ΟΚ, έχει και ψιλά, ανά σημεία και χοντρά βότσαλα, αλλά δεν μπορούμε να τα έχουμε όλα. Κι ύστερα δεν μιλάμε για κάτι το αποτρεπτικό, ίσα ίσα. Σε αυτήν την παραλία, που οι ντόπιοι λένε Πλάκα (επειδή παρά τον αμμώδη κυρίως βυθό υπάρχουν και κομμάτια με μεγάλες πλάκες), θα πάθεις την… πλάκα σου. Χαλαρώνοντας, νιώθοντας τι πραγματικά σημαίνει να ξεφεύγεις από την καθημερινότητα, να ξεκουράζεσαι και να περνάς καλά. Και υπάρχουν βέβαια και πολύ καλές επιλογές για φαγητό και ποτό πέραν των εγκαταστάσεων του Τρίτων ΙΙ, καθώς και ξενοδοχεία – ενοικιαζόμενα.
Εκεί στο Δρέπανο Αργολίδας είναι λες και κάθε καλοκαίρι ζουν σε λούπα την ανεμελιά και το ευχάριστο κλίμα που εμείς εισπράξαμε ως τηλεθεατές μέσα από το «Κάμπινγκ». Κυριολεκτικά πάνω στο κύμα, μια παραλία που χαλαρά συγκαταλέγεται στις τοπ της Πελοποννήσου και μπορείς να απολαύσεις χωρίς να χρειαστεί να δώσεις μια περιουσία.
«Κάμπινγκ», η σειρά που αγαπήσαμε!
Ελληνικές σειρές υπάρχουν πολλές. Ελάχιστες όμως άντεξαν στο χρόνο και κατόρθωσαν να σημαδέψουν μια ολόκληρη γενιά. Το «Κάμπινγκ» θεωρείται μία από τις καλύτερες και πιο ιδιαίτερες ελληνικές σειρές όλων των εποχών. Κι όμως, ο αρχικός σχεδιασμός δεν προέβλεπε σίριαλ, αλλά μια ταπεινή βιντεοκασέτα, την εποχή που το είδος ανθούσε στην Ελλάδα.
Βρισκόμαστε στα τέλη του ’80, μιας δεκαετίας που σηματοδότησε κοσμογονικές αλλαγές στον τόπο, που μετασχηματιζόταν αναζητώντας παράλληλα ταυτότητα, σε μια μάχη του παλιού και του καινούριου. Στο «Κάμπινγκ» είναι ακόμη παρόντες και οι δύο κόσμοι. Και οι δύο πραγματικότητες, σε ένα τηλεοπτικό χρονογράφημα και ταυτότητα «ακτινογραφία» και μικρογραφία της ελληνικής κοινωνίας.
Αρχικά η ιδέα του σεναριογράφου Κώστα Γκάτζιου, η οποία προήλθε από τις δικές του προσωπικές εμπειρίες από τις διακοπές, ήταν για μια ταινία. Και με την βιντεοκασέτα να αποτελεί την μόδα εκείνων την χρόνων, ενώ πλέον το σινεμά βίωνε βαθιά κρίση, το βέβαιο είναι πως το φιλμ δεν θα έβρισκε ποτέ τον δρόμο του προς τις αίθουσες.
Σε κάθε περίπτωση, είναι βέβαιο πως το αποτέλεσμα της προσπάθειας, όσο φιλότιμη κι να ήταν αυτή, δεν θα αποτυπωνόταν σωστά σε ένα ταπεινό VHS και τους περιορισμούς που αυτό είχε σε ποιότητα.
Ευτυχώς για το κοινό, υπήρχε η ΕΡΤ. Ο κρατικός τηλεοπτικός φορέας που έδωσε την συγκατάθεσή του (και φυσικά μέρος της χρηματοδότησης) για να γυριστεί η σειρά, όπως της άξιζε! Το πρώτο επεισόδιο προβλήθηκε στις 7 Μαΐου 1989 και σύντομα οι περιπέτειες των πολλών διαφορετικών πρωταγωνιστών του, μπήκαν σε κάθε σπίτι.

Τα κύρια χαρακτηριστικά πάνω στην οποία βασίστηκε η πρωτοφανής επιτυχία ήταν δύο. Οι ερμηνείες και ο ρεαλισμός. Η ιστορία, όσα αναπάντεχα περιστατικά κι αν περιείχε, σε έκανε να νιώθεις πως το σαλόνι σου ήταν η συνέχεια του κάμπινγκ που έβλεπες μπροστά του. Ένιωθες ότι αν άνοιγες την πόρτα σου, θα έπεφτες πάνω στον θρυλικό Μάιμο, τον έναν από τους δύο ρόλους που ενσάρκωσε με απίστευτο τρόπο ο Νίκος Καλογερόπουλος ή θα… την έπεφτες στην Γερμανίδα Σαμάνθα, το ρόλο της οποίας έπαιξε η Τζούλια ντε Ρος.
Δίχως αμφιβολία, η περσόνα με την οποία ταυτίστηκαν οι περισσότεροι ήταν ο Τάκης. Ο ιδιοκτήτης του κάμπινγκ, με τον ηθοποιό Τάκη Μόσχο (που «έφυγε» πριν από λίγα χρόνια από κοντά μας), να μεταμορφώνεται από τον περιθωριακό ρομαντικό χαρακτήρα της «Γλυκιάς Συμμορίας», στον άνθρωπο που έτρεχε για όλα στην… επιχείρησή του.
Με τα γυρίσματα να ξεκινούν νωρίς το πρωί και να ολοκληρώνονται το βράδυ, συχνά η κατάσταση θύμιζε ένα μικρό καθημερινό… πανηγύρι.
Ο Γκάτζιος, ο Καλογερόπουλος αλλά και ο φανατικός με τα κάμπινγκ, σκηνοθέτης Ανδρέας Θωμόπουλος, κάθονταν με τους υπόλοιπους συνεργάτες τους και ξετύλιγαν το κουβάρι της ιστορίας, απλώνοντας το σενάριο, προσθέτοντας σκηνές και διαμορφώνοντας την ιστορία, πίνοντας ταυτόχρονα τον καφέ τους ή ένα ποτήρι κρασί. Όπως τραγουδούσε και ο Σαββόπουλος, «ιστορία γράφουν οι παρέες»…
Και ακριβώς επειδή το κλίμα και οι καταστάσεις ήταν τέτοιες, δεν έλειψαν τα ευτράπελα και η ανάγκη προσαρμογής στις συνθήκες. Κάποιες σκηνές απλά δεν γυρίζονταν ποτέ, εάν ο καιρός δεν αποδεικνυόταν σύμμαχος, και άλλες προσθέτονταν από το πουθενά, κυρίως χάρις στον αυτοσχεδιασμό και την εφευρετικότητα των συντελεστών.
Μετά την πρώτη εβδομάδα, όλοι μπήκαν μεταφορικά και κυριολεκτικά στο «πετσί» των ρόλων τους. Οι πάντες μετακόμισαν στο κάμπινγκ, ζούσαν εκεί το διάστημα των γυρισμάτων κι έτσι ακόμη και οι μη μυημένοι σε αυτό το στυλ παραθερισμού, έμαθαν γρήγορα, εναρμονίστηκαν με τον χώρο και τις ιδιαιτερότητές του και το αποτέλεσμα ήταν αυτό που έφτασε μέχρι τους δέκτες μας.
Για τον θεατή, οι ήρωες δεν ήταν απλοί ηθοποιοί. Ήταν άνθρωποι με προσωπικότητες, πλεονεκτήματα και κουσούρια, όπως όλοι οι άλλοι. Αυτό το στοιχείο δεν τους κατέστησε απλά προσιτούς, αλλά τους μετέτρεψε σε μέλη μιας μεγάλης παρέας, μια οικογένειας, με όλα τα θετικά και τα αρνητικά που μπορεί να συμβούν στους κόλπους της.
Η σειρά αποτελείται από 13 επεισόδια διάρκειας 50 λεπτών το καθένα και ολοκληρώθηκε σε έναν και μόνο κύκλο. Φυσικά, επαναπροβλήθηκε το 1993, το 1997, το 1999, το 2007, το 2009, το 2011 και το 2018. Πλέον είναι διαθέσιμη δωρεάν και στο Ertflix για μια ακόμα επανάληψη. Γιατί αυτή η σειρά δεν χορταίνεται όσες φορές και αν τη δεις…