Ο Αλέξανδρος Νικολαΐδης κατάφερε με τον θάνατο του, με το αποχαιρετιστήριο μήνυμά του, να κρύψει για λίγο την ασχήμια τούτου του κόσμου και να μας κάνει να κοιτάξουμε το όμορφο. Και αυτή τη σκυτάλη την πήρε και η γυναίκα του Δώρα και οι φίλοι του.
Δανειζόμενοι ένα γηπεδικό σύνθημα, που θεωρητικά δεν αρμόζει στην περίσταση ενός πρόωρου θανάτου, θα μπούμε κατευθείαν στο θέμα. «Αυτό, αυτό, αυτό είναι σωστό, στο σπίτι του Αλέξανδρου να μείνει το αργυρό».
Η τελευταία επιθυμία που είχε ο Αλέξανδρος Νικολαΐδης, ήταν να βγουν τα δύο ολυμπιακά του μετάλλια σε δημοπρασία και τα χρήματα που θα δώσει ο υψηλότερος πλειοδότης, να πάνε σε οργανισμούς συνεισφοράς που θα επιλέξει η Δώρα και τα παιδιά του.
Ήδη, μια πρώτη επιλογή έγινε για να πάνε τα έσοδα σε οργανισμούς βοήθειας προς τους πληγέντες από τις πλημμύρες στην Κρήτη.
Όμως, θα ήταν κρίμα κι άδικο αυτά τα μετάλλια να μη μείνουν στο σπίτι του Αλέξανδρου, να μην τα βλέπουν κάθε μέρα τα παιδιά του και να νιώθουν με αυτά τα σύμβολα πόσο τίμησε τη χώρα του ο μπαμπάς τους, αλλά περισσότερο από τη χώρα, πόσο τίμησε τους κόπους του, τους ανθρώπους που τον στήριξαν και πόσο ψηλότερα έφτασε απ΄αυτό που είχαν ορίσει οι συνθήκες.
Είναι σύμβολα της υπέρβασης που καλούνται να κάνουν οι άνθρωποι αυτά τα μετάλλια. Κι αν είχαν ψυχή, αυτή θα στοίχειωνε τον οποιονδήποτε τα έπαιρνε και τα κρατούσε για να κοσμούν τη δική του βιβλιοθήκη.
Θα μπορούσε να το πει κανείς και λαϊκή απαίτηση, αυτά τα μετάλλια να ανήκουν ως αντικείμενα σε όποιον δώσει τα χρήματα που θα τον κάνουν κάτοχο, αλλά το μουσείο τους να είναι στο σπίτι του Αλέξανδρου.
Ο ίδιος έγραψε στο γράμμα του ότι νιώθει ευλογημένος που μπόρεσε να ζήσει 2 χρόνια παραπάνω απ΄όσο του αναλογούσε, ώστε η κόρη του να φτάσει σε μια ηλικία που να κατανοεί πράγματα και να μπορεί να μεταφέρει και στον αδερφό της τις μνήμες από τον θαυμάσιο μπαμπά τους.
Ε, τι πιο πολύτιμο για την συντήρηση της μνήμης από τα μετάλλια..;
Δεν ήμασταν παρόντες, αλλά είμαστε βέβαιοι ότι κάποια στιγμή ο Αλέξανδρος Νικολαΐδης θα έκατσε μπροστά στα μετάλλια με την κόρη του αγκαλιά και θα της περιέγραψε όλα όσα πέρασε για να τα κατακτήσει και τι σημαίνουν για τον ίδιο και την Ελλάδα.
Το πιθανότερο είναι πως αυτή η μνήμη θα έχει θρονιάσει κάπου εκλεκτά στον νου της μικρής. Σε σημείο που δεν θα φθείρεται από την συχνή ανάσυρση που θα την κάνει λιγότερο σημαντική, αλλά και σε σημείο που δεν θα είναι παντελώς απροσπέλαστη.
Θα βρίσκεται εκεί όπου θα μπορεί να εμφανίζεται όποτε το επιθυμεί η ψυχή. Και το ξυπνητήρι αυτής της ανάμνησης θα είναι η θέαση των μεταλλίων στο σημείο που τα είχε αυτά τα χρόνια ο Αλέξανδρος και η Δώρα στο σπίτι τους.
Κατανοούμε πως τα αντικείμενα είναι αντικείμενα και δεν πιάνουν μία, αν δεν υπάρχει ο άνθρωπος. Είναι όμως από τις φορές που αυτά τα αντικείμενα είναι όσο λιγότερο αντικείμενα γίνεται και όσο περισσότερο ψυχή γίνεται.
Γι΄αυτό λοιπόν, Αλέξανδρε να μας συγχωρείς που εισβάλουμε έτσι απρόσκλητα και άγαρμπα στο δικό σου χωράφι, αλλά είναι από τις πιο σημαντικές αποστολές μας, οι λέξεις όλων ημών να φτάσουν στον πλειοδότη και να αντιληφθεί κι εκείνος – που δύσκολα δεν θα το έχει καταλάβει ήδη – πως η θέση τους είναι εκεί που βρίσκονται και τώρα: στα παιδιά και τη γυναίκα σου.