Από το 2019 μέχρι σήμερα, η Νέα Δημοκρατία έχει κερδίσει σε κάθε πιθανή εκλογική αναμέτρηση. Είτε με μεγάλη δύναμη είτε με απώλειες (όπως στις αυτοδιοικητικές και στις Ευρωεκλογές), παραμένει ένα κόμμα με μεγάλη απόσταση από το 2ο.
Αν σκεφτεί κάποιος πόσες καυτές πατάτες έχει διαχειριστεί αυτά τα 5 χρόνια, είναι πραγματικά απορίας άξιο πώς καταφέρνει να είναι τόσο κυρίαρχη στο πολιτικό σκηνικό. Κι είναι για να αναρωτιούνται οι από κάτω της πόσο ανεπαρκείς είναι για να μη μπορούν να πείσουν τον κόσμο να τους στηρίξει, όταν η ΝΔ έχει στην πλάτη της ακρίβεια, πυρκαγιές, υποκλοπές, πλημμύρες και τα Τέμπη.
Θέλει χαρακτηριστική ανεπάρκεια για να βρίσκεσαι 24 και 14 μονάδες κάτω από τον Κυριάκο Μητσοτάκη όταν έχει στην πλάτη του να τον βαραίνουν όλα αυτά.
Φυσικά, το ερώτημα εδώ δεν είναι γιατί δεν ψηφίζει ο κόσμος το ΠΑΣΟΚ ή τον ΣΥΡΙΖΑ. Ή γιατί ανεβαίνει τόσο η ακροδεξιά, που στις Ευρωεκλογές έχει ποσοστό περίπου στο 18%. Το ερώτημα είναι γιατί δεν ψηφίζει καθόλου ο κόσμος.
Αποχή κοντά στο 60% είχαμε στις Ευρωεκλογές, το 40% έπιασε σε Εθνικές και Αυτοδιοικητικές. Το ποσοστό αυτό πώς μεταφράζεται; Τι κόμμα υποστηρίζει, τι ιδεολογία έστω; Η πιθανότερη ερμηνεία είναι πως αυτό το ποσοστό είτε έχει ψηφίσει και ΝΔ και ΣΥΡΙΖΑ, ίσως και ΠΑΣΟΚ, στο παρελθόν, δεν ανήκει ιδεολογικά κάπου, αλλά το έριχνε πότε από δω και πότε από κει, ελπίζοντας σε κάτι καλύτερο.
Κι υπάρχει κι ένα μεγάλο μέρος σε αυτό το ποσοστό που δεν ψήφισε ποτέ κανέναν, δεν εμπνέεται από αυτούς, δεν εμπνέεται από κανέναν, έχει χάσει την ελπίδα του, όχι μόνο σε κάθε κόμμα, αλλά στις εκλογές ως διαδικασία, και στις Ευρωεκλογές έδειξε πως δεν τον πείθει ούτε η σημασία της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Δεν υπάρχει ψηφοφορική-εκλογική άρα και πολιτική ζέση. Ο κόσμος φέρει και το βάρος της ψυχολογίας μιας 12ετίας με μνημόνια και πανδημία και θέλει απλά μια νορμάλ οικονομία, με ευκαιρίες, να μπορεί να ζήσει μια ζωή καλή που να μπορεί να γίνεται καλύτερη.
Υπάρχει άραγε ελπίδα; Ελπίδα να εμφανιστεί κάποιος σπουδαίος ηγέτης, μάλλον όχι. Ελπίδα να συμμαζευτούν οι υπάρχοντες μέσω του ανταγωνισμού, ίσως. Ο Μητσοτάκης δεν έχει αντίπαλο. Τον συμπαθεί δεν τον συμπαθεί κάποιος, τον στηρίζει ή όχι πολιτικά, οφείλουμε να αναγνωρίσουμε πως ποτέ δεν έχει υποτιμήσει και πως πάντα μετρά το πολιτικό κόστος κάποιων πραγμάτων.
Θα το μετρούσε ενδεχομένως καλύτερα αν υπήρχε ορατός κίνδυνος να χάσει την θέση του, να μην είναι η ΝΔ κόμμα εξουσίας ή να μην είναι κόμμα αυτοδυναμίας.
Πώς θα μπορούσε να συμβεί αυτό; Μόνο με ένωση ΠΑΣΟΚ-ΣΥΡΙΖΑ. Είναι μια συζήτηση που ανοίγει και κλείνει διαρκώς. Την είχαμε και στις Εθνικές Εκλογές πέρσι, όταν όμως το ΠΑΣΟΚ είχε πειστεί ότι μπορεί να πάρει τη θέση του ΣΥΡΙΖΑ, να γίνει αντιπολίτευση, να γίνει κόμμα του 20% και σκύλευε το πτώμα του ΣΥΡΙΖΑ μετά την πρώτη Κυριακή εκλογών.
Η 2η κυριακή εκλογών έδειξε πως το ΠΑΣΟΚ δε θα γίνει ποτέ τέτοιο κόμμα με τον Ανδρουλάκη για ηγέτη και τέτοια στελέχη. Κι ο ΣΥΡΙΖΑ πέρασε από τη Σκύλλα στη Χάρυβδη, με Κασσελάκη έφτασε σε χαμηλό 12ετίας, διασπάστηκε εις τα εξ ων συνετέθη, οπότε η συζήτηση για όσα ενώνουν τα δύο κόμματα, δεν ήταν τόσο απορριπτική στα πάνελ της Κυριακής.
Κυρίως στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ, που έχουν πάρει ένα μάθημα από την περσινή κατραπακιά, τείνουν χείρα συνεργασίας προς το ΠΑΣΟΚ, που ακόμα αιθεροβατεί και πιστεύει ότι είναι αυτάρκες.
Μια δική τους ένωση με έναν αρχηγό κοινής αποδοχής (ίσως ο Χάρης Δούκας να μπορούσε να είναι τέτοιος, αν δείξει καλό πρόσωπο ως δήμαρχος ως το 2027) θα μπορούσε να φέρει κι άλλες δυνάμεις και να δημιουργήσει μια δυνατή συμμαχία.
Αν το δούμε με βάση τα ποσοστά των Ευρωεκλογών, ένας συνασπισμός ΣΥΡΙΖΑ-ΠΑΣΟΚ-Νέα Αριστερά-ΚΟΣΜΟΣ, θα μπορούσε να προβάλλει αντίσταση στην κυριαρχία του Κυριάκου Μητσοτάκη, να τραβήξει κόσμο από την ακροδεξιά και να παρακινήσει κόσμο που απείχε, να πάει να ψηφίσει.
Με μια τέτοια αντιπολιτευτική συμμαχία, η αυτοδυναμία πάει περίπατο και ο Μητσοτάκης είτε θα κληθεί να αναζητήσει συνεργασίες, που δεν πρόκειται να τις βρει παρά μόνο αν κάνει συντηρητική στροφή ως το 2027 και συνεργαστεί με κόμμα της ακροδεξιάς, οπότε εκεί θα παίξουν πολλά τον ρόλο τους κι ίσως να δούμε ΝΔ και ΠΑΣΟΚ-ΣΥΡΙΖΑ σε μια κυβέρνηση συνεργασίας.
Γιατί και ο συνασπισμός ΠΑΣΟΚ-ΣΥΡΙΖΑ υπό τον κ. Δούκα ή ένα τέτοιο πρόσωπο κοινής αποδοχής, δεν θα έχει πολλές πλευρές να απευθυνθεί. Μόνο προς Βαρουφάκη και Ζωή Κωνσταντοπούλου που δεν πιστεύουμε ότι θα έμπαιναν σε διαδικασία συνεργασίας.
Όποια κι αν είναι τα δεδομένα ως το 2027, δεν διαφαίνεται πιθανότητα να υπάρξει αυτοδύναμη κυβέρνηση κεντροαριστεράς με οποιοδήποτε πρόσωπο για πρωθυπουργό, ούτε όμως και ο Κυριάκος Μητσοτάκης θα βρει ανταπόκριση όπως η περσινή.
Αν θεωρήσουμε ως δεδομένο πως φέτος, καλοκαίρι του 2025, καλοκαίρι του 2026, θα αντιμετωπίσει καταστροφές από πυρκαγιές συν πλημμύρες, θα είναι απίθανο να μην χάσει μεγάλο μέρος της δύναμης.
Άρα, όλα συντείνουν σε ένα μέλλον με κυβερνήσεις συνεργασίας των δύο πρώτων ή/και των τριών πρώτων κομμάτων.