Η τραπ μουσική στην Ελλάδα δεν είναι απλώς ένα μουσικό (υπο)είδος. Είναι ένα κοινωνικό φαινόμενο με πραγματικό αποτύπωμα στον τρόπο που σκέφτονται, μιλούν και ονειρεύονται χιλιάδες νέοι άνθρωποι. Και ακριβώς γι’ αυτό δεν μπορούμε να την αντιμετωπίζουμε ούτε αφελώς ούτε με το μόνιμο άλλοθι του «έτσι ήταν πάντα η νεολαία».
Έχουμε φυσικά ξεπεράσει προ πολλού ότι αυτό που ακούνε τα παιδιά μας «φωνάζει» ότι είναι τσακωμένο με τον όρο «τέχνη». Αυτό που καίει, που θα έπρεπε να καίει τους πάντες είναι τα πρότυπα που κανονικοποιούνται: μια τοξική εκδοχή αρρενωπότητας που ταυτίζει την αξία του άνδρα με την επιβολή, τη βία και την οικονομική δύναμη. Ένας ωμός σεξισμός που παρουσιάζει τη γυναίκα ως αντικείμενο κατανάλωσης. Η συνεχής αναφορά σε όπλα, χρήμα, εγκληματικότητα, έμφυλη βία, ως δείκτες «επιτυχίας». Όλα αυτά ντύνονται με τον μανδύα της «αλήθειας του δρόμου» και καταναλώνονται μαζικά. Χωρίς φίλτρα, χωρίς πλαίσιο.
Η πολιτεία μοιάζει αμήχανη. Από τη μία, παρακολουθεί περιστατικά βίας ανηλίκων, επιθετικές συμπεριφορές, μια γενικότερη περιφρόνηση αρχών και αξιών. Από την άλλη, αποφεύγει να ανοίξει σοβαρά τη συζήτηση για το πολιτιστικό περιεχόμενο που καταναλώνουν καθημερινά οι νέοι. Σαν να φοβάται ότι οποιαδήποτε τέτοια προσπάθεια θα βαφτιστεί αυτομάτως «λογοκρισία».
Κάποιοι προτείνουν μετά παρρησίας ως λύση την ποινικοποίηση της τραπ. Την απαγόρευση συγκεκριμένων στίχων που προτρέπουν σε βία, εξευτελίζουν τη γυναίκα και βασίζονται στη χυδαιότητα. Θεωρητικά, η προστασία των ανηλίκων είναι θεμιτός στόχος. Πρακτικά όμως, η ιστορία δείχνει ότι οι απαγορεύσεις συχνά φέρνουν το αντίθετο αποτέλεσμα. Μετατρέπουν τους δημιουργούς σε «διωκόμενους», τους ηρωοποιούν και ενισχύουν το αφήγημα ότι το σύστημα φοβάται την «αλήθεια» τους. Η τραπ αντλεί δύναμη ακριβώς από αυτή τη σύγκρουση.
Άρα ποια είναι η λύση; Σίγουρα όχι η σιωπή. Αλλά ούτε και το εύκολο «κόψτε τα όλα». Η απάντηση είναι σύνθετη και όπως κάθε τι άλλο πηγάζει στη μήτρα του πολιτισμού. Στην παιδεία, στον κριτικό γραμματισμό, στη δυνατότητα των νέων να κατανοούν τι ακούν και γιατί τους ελκύει. Σχολεία που συζητούν ανοιχτά για τα έμφυλα στερεότυπα, για τη βία, για την εικόνα της γυναίκας. Γονείς που δεν αρκούνται στο «άκουγα κι εγώ χειρότερα», αλλά μπαίνουν στη διαδικασία διαλόγου. Μέσα ενημέρωσης που σταματούν να προβάλλουν αυτούς τους ανθρώπους αποκλειστικά ως lifestyle icons και αρχίζουν να τους αντιμετωπίζουν με την κριτική αυστηρότητα που τους αναλογεί.
Παράλληλα, απαιτείται και υπεύθυνη παρέμβαση από τις πλατφόρμες: σαφής σήμανση περιεχομένου, αλγόριθμοι που δεν σπρώχνουν μονόπλευρα το πιο ακραίο υλικό, πραγματική προστασία ανηλίκων. Όχι για να φιμωθεί η έκφραση, αλλά για να μπει σε πλαίσιο.
Η τραπ δεν γεννήθηκε στο κενό. Αντανακλά μια κοινωνία που εξυμνεί την επιτυχία χωρίς αξίες, τον πλούτο χωρίς κόπο, τη δύναμη χωρίς ευθύνη. Αν θέλουμε να μειωθεί η απήχησή της, πρέπει πρώτα να αναρωτηθούμε τι κενό καλύπτει. Γιατί όσο οι νέοι μαθαίνουν ότι ο κόσμος μετριέται μόνο σε λεφτά, σώματα και επιβολή, πάντα θα υπάρχει μια μουσική που θα τους το τραγουδάει. Όσο κι αν την απαγορεύσουμε.