Οι βλάβες στο ηλεκτρικό δίκτυο της χώρας άφησαν χωρίς ρεύμα περί τα 70.000 νοικοκυριά της Βόρειας και Ανατολικής Αττικής για διάστημα 24 έως και 72 ωρών, εν μέσω πολικού ψύχους.
140.000 με 250.000 κάτοικοι βίωσαν (και το απίστευτο είναι ότι κάποιοι εξακολουθούν να βιώνουν) πρωτόγονες συνθήκες διαβίωσης, χωρίς ρεύμα, νερό και θέρμανση, υπομένοντας τις πολικές θερμοκρασίες εξαιτίας των πολύωρων διακοπών ηλεκτροδότησης.
Ως γνωστόν, ο πρωτοφανής όγκος χιονιού προκάλεσε την πτώση άνω των 1000 τμημάτων δέντρων στις γραμμές μεταφοράς ηλεκτρικής ενέργειας μέσης και χαμηλής τάσης, ρίχνοντας το ρεύμα σε τουλάχιστον 20 δήμους της Αττικής.
Από το βράδυ της Τρίτης το ζήτημα έχει γίνει αντικείμενο μιας επικοινωνιακής διαμάχης μετάθεσης ευθυνών από τους αρμοδίους, με την Περιφέρεια να πετάει το «μπαλάκι» στον ΔΕΔΔΗΕ (Διαχειριστής Ελληνικού Δικτύου Διανομής Ηλεκτρικής Ενέργειας) και τον ΔΕΔΔΗΕ στους δήμους και στην περιφέρεια.
Ελάχιστες είναι οι βλάβες που προκλήθηκαν από πτώσεις ολόκληρων δέντρων. Σχεδόν το 90% των βλαβών προκλήθηκε από κλαδιά δέντρων, 800 τον αριθμό, που έσπασαν γιατί δεν άντεξαν το βάρος του χιονιού και έπεσαν πάνω στις γραμμές του δικτύου. Κάτι που σημαίνει ότι οι βλάβες στο δίκτυο θα μπορούσαν να είχαν περιοριστεί σε πολύ μεγάλο βαθμό. Αν τα δέντρα είχαν κλαδευτεί δεν θα είχε ταλαιπωρηθεί ένας τόσο μεγάλος αριθμός νοικοκυριών στο μεγαλύτερο καταναλωτικό κέντρο της χώρας.
Ο βασικός λόγος που το πρόβλημα εκδηλώθηκε σε τόσο μεγάλο βαθμό και δεν επιλύθηκε εντός λίγων ωρών είναι ότι το… ταμείο είναι μείον. Η τραγική οικονομική κατάσταση που βίωσε ο όμιλος της ΔΕΗ, ο οποίος έφτασε το 2019 στα όρια της χρεοκοπίας, είχε σαν αποτέλεσμα έργα αναγκαία για την ενίσχυση και την προστασία του δικτύου διανομής να «παγώσουν». Το κυριότερο εξ αυτών είναι η αντικατάσταση παλιών γραμμών μεταφοράς και υποσταθμών ρεύματος, ο εκσυγχρονισμός δηλαδή των γραμμών και των υποδομών.
Το διάστημα 2012-2019, σύμφωνα με επίσημα στοιχεία του ΔΕΔΔΗΕ, οι επενδύσεις σε έργα θωράκισης των γραμμών μεταφοράς μέσης και χαμηλής τάσης συρρικνώθηκαν κατά 52%. Τα οικονομικά προβλήματα οδήγησαν και στην αποχώρηση από την εταιρία έμπειρων τεχνικών, που θα μπορούσαν να είχαν αντιμετωπίσει πιο αποτελεσματικά τις βλάβες. Την τελευταία τριετία έφυγαν 500 με 600 εξειδικευμένοι εργαζόμενοι για αποκαταστάσεις βλαβών (εναερίτες κ.λπ.), κυρίως για ιδιωτικές εταιρίες, με αποτέλεσμα, να απομείνουν περί τους 600. Αριθμός μικρός για να ανταποκριθεί σε πρωτόγνωρες, έκτακτες συνθήκες.
Φυσικά ο τρόπος που θα ξεμπερδεύαμε δια παντός από τον κίνδυνο των μπλακ άουτ και με τη συζήτηση «ποιος ευθύνεται για το κλαδί που δεν κόπηκε» είναι η… περίφημη υπογειοποίηση καλωδίων, για την οποία τόσος λόγος γίνεται τις τελευταίες ώρες. Στην Ελλάδα μόλις το 10% των γραμμών μέσης και χαμηλής τάσης είναι υπογειοποιημένες. Στην Πορτογαλία το αντίστοιχο ποσοστό είναι 25%, σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες φτάνει και το 50% και στην Ολλανδία είναι το 100%! Πριν από 10 χρόνια Ο ΔΕΔΔΗΕ είχε ξεκινήσει πρόγραμμα υπογειοποίησης ή μεταφοράς δικτύων από δασικές περιοχές ή περιαστικά δάση, το οποίο όμως εγκαταλείφθηκε, λόγω κόστους και έλλειψης ρευστού.
Πόσο εφικτό είναι να «τρέξει» και να ολοκληρώσει ένα τέτοιο έργο η χώρα μας; Σε πανελλήνιο επίπεδο είναι πρακτικά ανέφικτο, διότι μιλώντας για κόστος τα ποσά ξεφεύγουν σε δυσθεώρητα επίπεδα. Η υπογειοποίηση και των 240.000 χιλιομέτρων καλωδίων σε όλες τις πόλεις και τους οικισμούς της χώρας συνιστά ένα φαραωνικό έργο, που έχει υπολογιστεί ότι σε σημερινές τιμές θα στοίχιζε πάνω από 18 δισ. ευρώ. Δηλαδή όσο ένα ΕΣΠΑ. Αρκεί να σκεφτεί κανείς ότι το σύνολο των επιδοτήσεων του νέου Ταμείου Ανάκαμψης για την Ελλάδα δεν υπερβαίνει τα 16 δισ. ευρώ.
Θα ήταν το ιδανικό σενάριο και θα τελείωνε την κουβέντα για το ποιος φταίει που το δέντρο αγκαλιάζει καλώδια ηλεκτροδότησης, γιατί ο δήμος δεν αφαίρεσε το κλαδί, τι κάνει η Περιφέρεια και γιατί ο ΔΕΔΔΗΕ δεν έχει επιληφθεί της κατάστασης. Θα απέτρεπε όλο αυτό το καθ’ όλα ελληνικό, μίζερο, γραφειοκρατικό μπαλάκι ευθυνών. Ωστόσο, οι αρμόδιοι που έχουν ασχοληθεί με το θέμα συνηγορούν ότι με τα ελληνικά ταμειακά δεδομένα είναι αδύνατο να πέσουν οι υπογραφές για ένα έργο που θα σήμαινε ετήσιο κόστος 2 δισ. ευρώ. Χρήματα που θα έπρεπε να βρεθούν είτε μέσω προϋπολογισμού, είτε είτε να επωμιστούν μέρος του βάρους οι καταναλωτές, κάτι που θα ήταν απαγορευτικό.
Σήμερα η κατασκευή ενός χιλιομέτρου δικτύου Μέσης Τάσης στο εναέριο δίκτυο στοιχίζει 30.000 ευρώ. Αν αυτό γίνει υπόγειο το κόστος εκτινάσσεται δυόμισι φορές πάνω, στα 100.000 ευρώ. Στη Χαμηλή Τάση, το αντίστοιχο κόστος ενός χιλιομέτρου στο ενάεριο δίκτυο κινείται στα 25.000 ευρώ. Αν αυτό υπογειοποιηθεί η τιμή εκτοξεύεται στα 70.000 ευρώ. Αφαιρώντας το 10% των δικτύων που είναι ήδη υπόγεια, απομένουν 216.000 χλμ. Αν τα πολλαπλασιάσουμε με ένα μέσο κόστος 85.000 ευρώ / χλμ, με βάση την αναλογία των γραμμών Μέσης και Χαμηλής Τάσης, προκύπτει ότι η υπογειοποίηση θα κόστιζε πανελλαδικά 18,3 δισ ευρώ.
Ποιο ευρωπαϊκό Ταμείο θα χρηματοδοτούσε τέτοια δαπάνη; Αλλά και ποιος καταναλωτής θα δεχόταν να επιβαρυνθεί αδρά ο μηνιαίος λογαριασμός του – κάτι που θα ήταν κάτι παραπάνω από αναγκαίο – προκειμένου να γλιτώσει από την ταλαιπωρία ενός χιονιά που εμφανίζεται μια φορά κάθε είκοσι χρόνια;
Μία λύση θα ήταν η επιλεκτική υπογειοποίηση του δικτύου, σε περιοχές που υπάρχει το μεγαλύτερο πρόβλημα με τα δέντρα, όπως στη βόρεια και ανατολική Αττική. Αλλά ακόμα και αυτό θα απαιτούσε τέτοιου μεγέθους εκσκαφή, που στην Ελλάδα θα απαιτούσε μια άνευ… προηγουμένου γραφειοκρατική συνεννόηση μεταξύ αρχαιολογικών υπηρεσιών, δικτύων ύδρευσης, αποχέτευσης, οπτικών ινών, φυσικού αερίου και πολλών ιδιοκτητών ακινήτων.