Κατά τον τρέχοντα αιώνα, σε μεγάλο βαθμό, το οδικό δίκτυο που ενώνει τις πόλεις της χώρας είναι εξαιρετικό.
Στο παρελθόν δεν μπορεί να πει κανείς ότι ίσχυε αυτό. Η Ελλάδα θρήνησε χιλιάδες θύματα στους δρόμους. Κι ακόμα θρηνεί, ωστόσο στις μεγάλες αρτηρίες η κατάσταση έχει βελτιωθεί αισθητά.
Ένα από τα πιο χαρακτηριστικά παραδείγματα του «τότε» με το «τώρα» ήταν ο «Κωλοσούρτης», μέσω του οποίου περνούσαν όλα τα οχήματα από την Αττική, την Κόρινθο κ.λπ. προς την Τρίπολη, τη Μεσσηνία και τη Λακωνία.
Καταρχήν η ιδιαίτερη αυτή λέξη έγινε γνωστή χάρη στον ατμοκίνητο τροχιόδρομο που συνέδεε το κέντρο των Αθηνών με το Νέο και το Παλαιό Φάληρο.
Είχε εγκαινιαστεί επί των ημερών του Χαρίλαου Τρικούπη το καλοκαίρι του 1882, όταν για πρώτη φορά οι κάτοικοι της πρωτεύουσας είδαν ατμομηχανή να σύρει μία άμαξα πάνω σε ράγες.
Έλαβε τον χαρακτηρισμό «κωλοσούρτης» εξαιτίας της αργής του κίνησης, σε συνδυασμό με το κάθισμα του βαγονιού στην πίσω πλευρά.
Καταργήθηκε στα τέλη της πρώτης δεκαετίας του 20ού αιώνα για να αντικατασταθεί από τον ηλεκτροκινούμενο τροχιόδρομο.
Αυτή η λέξη, δηλαδή ο «κωλοσούρτης», δεν συνδέθηκε μόνο με τον ατμοκίνητο τροχιόδρομο, αλλά και με την προαναφερθείσα διαδρομή στην κεντρική Πελοπόννησο – συγκεκριμένα στον Αχλαδόκαμπο.
Βέβαια, η επικρατέστερη εκδοχή θέλει το συγκεκριμένο όνομα να προέκυψε προπολεμικά από τα υποζύγια που έσερναν τα καπούλια τους στο έδαφος, προκειμένου να βρουν ισορροπία κατά την κάθοδο.
Αφορούσε την παλαιά Εθνική Οδό 7 και συγκεκριμένα το τμήμα Άργους-Τριπόλεως, μεγάλο μέρος του οποίου δημιουργήθηκε πάνω στο όρος Κτενιά, στα σύνορα Αργολίδας και Αρκαδίας.
Ήταν το πρώτο έργο της εταιρείας «Ελληνικά Τεχνικά Έργα», ενώ η κατασκευή του έγινε την περίοδο 1950-1954 με μηχανήματα διαστρώσεως και επιπεδώσεως «Barber-Greene».
Ο «Κωλοσούρτης» ήταν πλάτους μόλις 6 μέτρων, διπλής κυκλοφορίας, με μία λωρίδα ανά κατεύθυνση, είχε στροφές 180 μοιρών κολλητά στον γκρεμό, ενώ δεν διέθετε σήμανση και μπάρες.
Δεκάδες ήταν τα ατυχήματα και τα δυστυχήματα σε αυτόν τον δρόμο. Δεν έλαβε άδικα τον χαρακτηρισμό «καρμανιόλα». Πολλά εικονοστάσια στήθηκαν εις μνήμην…
Δεν ήταν τυχαίο ότι πολλοί επιβάτες έκλειναν τα μάτια τους από φόβο στις φουρκέτες, όταν η «μούρη» του λεωφορείου έφτανε στην άκρη του γκρεμού και ο οδηγός έστριβε το τιμόνι με απόλυτη συγκέντρωση.
Φανταστείτε πόσο πιο δύσκολο γινόταν το έργο, όταν το οδόστρωμα ήταν γλιστερό λόγω βροχόπτωσης ή παγωμένο εξαιτίας χιονόπτωσης.
Όταν δε οι οδηγοί των Ι.Χ. συναντούσαν φορτηγό μπροστά τους, η προσπέραση ήταν αδύνατη μέχρι το πλάτωμα στο ύψος του χανιού που στεκόταν αγέρωχο στον φιδίσιο αυτό δρόμο. Δεκάδες αυτοκίνητα σχημάτιζαν κονβόι σε τέτοιες περιπτώσεις. Γι’ αυτό αρκετοί επέλεγαν να διαβούν τον «Κωλοσούρτη» λίγο πριν ή και μετά τα μεσάνυχτα.
Η ναυτία και… όχι μόνο (στα καθίσματα υπήρχαν σακούλες) αποτελούσαν αναπόφευκτα επακόλουθα στις τάξεις των επιβατών, ιδίως σε όσους επιχειρούσαν την ανάβαση με τα παλιά λεωφορεία που αγκομαχώντας εξέπεμπαν έντονη μυρωδιά πετρελαίου.
Στον αντίποδα, εκτός από τις 30+ συνεχόμενες/επικίνδυνες στροφές, το μέρος έμεινε στην ιστορία για άλλους δύο λόγους: τη μαγευτική θέα και το φαγητό.
Ήταν (και είναι) υπέροχο να χαζεύει κανείς από ψηλά τον Αργολικό κόλπο, προσπαθώντας παράλληλα να αφήσει πίσω του τη ζαλάδα.
Παράλληλα, πολλοί καλοφαγάδες θυμούνται τα σουβλάκια στους Μύλους, τη βραστή γίδα στο «Πολυβολείο» ή τον «Εικοσιπένταρχο», τη μακαρονάδα του Αρδάμη κ.λπ.
Από το 1954 μέχρι τη δεκαετία του 1980, η κατάσταση του «Κωλοσούρτη» ήταν ίδια, με εξαίρεση κάποιες τοπικές βελτιώσεις του οδοστρώματος.
Επιτέλους, το Υπουργείο Δημοσίων Έργων ανέθεσε -κατόπιν δημοπρασίας- στην ΕΛ.ΤΕ.Κ. την ανακατασκευή του τμήματος της χάραξης στο όρος Κτενιά και την παράκαμψη του Αχλαδόκαμπου.
Επίσης, η εταιρεία διεπλάτυνε και ευθυγράμμισε το τμήμα της ανόδου, βελτιώνοντας τη ζωή των οδηγών και, κυρίως, όσων κρατούσαν τιμόνι φορτηγού ή λεωφορείου.
Η κίνηση στον «Κωλοσούρτη» άρχισε να περιορίζεται κατά βάση από τον Απρίλιο του 1989, όταν παραδόθηκε για χρήση η Σήραγγα Αρτεμισίου.
Τα δυστυχήματα/ατυχήματα μειώθηκαν, όπως και ο χρόνος ταξιδιού για όσους όδευαν προς την Τρίπολη και τη Νότια Πελοπόννησο.
Επιπλέον, απέκτησε μπάρες, σήμανση, σωστές κλίσεις στις (πολύ λιγότερες) στροφές και αντιολισθητικό οδόστρωμα, φτάνοντας πια στο άλλο άκρο. Τι σημαίνει αυτό; Ότι ο «Κωλοσούρτης» με τα χρόνια εξελίχθηκε σε πόλο έλξης για τους λάτρεις της μηχανοκίνησης.
Ο Αχλαδόκαμπος βρίσκεται σταθερά στο αγωνιστικό πρόγραμμα του Πανελληνίου Πρωταθλήματος αναβάσεων της Ελλάδας και στόχος για το μέλλον είναι να αποτελέσει κομμάτι του Πανευρωπαϊκού Πρωταθλήματος της FIA. Ποιος να το περίμενε; Σίγουρα όχι οι επιβάτες αλλοτινών εποχών με τις χάρτινες σακούλες ανά χείρας…