25 Μαρτίου- επέτειος του «ΟΧΙ» σύμφωνα με αρκετούς συμμαθητές μας (οι οποίοι, για να είμαστε ειλικρινείς, δεν βρίσκονται στο τιμόνι της NASA αυτή τη στιγμή…). Πίσω στην περίοδο που ήμασταν μαθητές, εκεί λίγο μετά την εποχή του χαλκού, αυτή η ημερομηνία ήταν κυκλωμένη με κόκκινο μαρκαδόρο στο νοητό μας ημερολόγιο.
ΟΧΙ (όπως θα έλεγε και ο Μεταξάς) τόσο λόγω του ότι τονωνόταν το εθνικό μας φρόνημα- πιτσιρίκια ήμασταν, άλλωστε-, αλλά κυρίως γιατί πλησίαζε η παρέλαση. Και τι σήμαινε «παρέλαση»; Ευκαιρία να χάσουμε μάθημα, καθώς κάναμε αρκετές πρόβες.
Όσο κι αν «προπονούμασταν», ωστόσο, στην πρόβα τζενεράλε λίγο πριν κάνουμε επίσημη πρεμιέρα, κάναμε πάντα 5 λάθη τα οποία ήταν ικανά ν’ αναγκάσουν τον γυμναστή μας να μνημονεύει ξανά και ξανά τον Ηρώδη.
Να, για παράδειγμα δεν υπήρχε πρόβα που να μην…
1) Έκανε την εμφάνισή του ο πιστολέρο
Δεν ήταν ακριβώς πυρηνική φυσική- το μόνο που είχαμε να κάνουμε ήταν να περπατάμε «αντίθετο πόδι- αντίθετο χέρι». Αν, δηλαδή, ήταν η ώρα του δεξιού ποδιού να βρεθεί μπροστά, τότε έπρεπε ταυτόχρονα το αριστερό χέρι να έχει σηκωθεί μέχρι το ύψος του ώμου.
Ορισμένοι, όμως, αδυνατούσαν ν’ αντιληφθούν αυτόν τον κανόνα και περπατούσαν σαν πιστολέρο που ετοιμάζεται για μονομαχία: ίδιο πόδι- ίδιο χέρι. Κάτι σαν τον Yosemite Sam από τα Looney Tunes, πράγμα που έκανε τον γυμναστή loony σε τέτοιο βαθμό που αναγκαζόταν να πάει στον γιατρό.
Κάπως έτσι καθιερώθηκε το “What’s up doc?”.
2) Ακολουθούσαμε το δικό μας στυλιστικό ένστικτο
Αναγκαζόταν να κάνει αφωνία για 2 μήνες προκειμένου να συνέλθει. Ο λόγος, απλός: ο γυμναστής μας δοκίμαζε τις αντοχές των φωνητικών του χορδών τονίζοντάς μας σε καθημερινή βάση πως στην παρέλαση φοράμε αποκλειστικά γαλάζιο παντελόνι (φούστα, για τα κορίτσια) και λευκό πουκάμισο.
Τι κάναμε εμείς στην πρόβα τζενεράλε; Γινόμασταν εν μία νυκτί Μάρκελλος Νύκτας: τ’ αγόρια φρόντιζαν να σπάσουν την «μουντίλα» του μπλε και έβαζαν ένα κόκκινο παντελόνι, άλλοι θεωρούσαν πως το φλάι μπουφάν, φορεμένο από την πορτοκαλί πλευρά του, προσδίδει έναν πιο εθνικοπατριωτικό τόνο, πηγαίναμε με παπούτσια AIR αντί για σκουρόχρωμα, όποιοι φιλοτιμούνταν να βάλουν πουκάμισο φορούσαν τη Χαβάη αντί για λευκό, ενώ μερικοί- πηγαίνοντάς το ένα βήμα παραπέρα- ολοκλήρωναν το σύνολο με γραβάτα Θανάσης Γιαννακόπουλος.
Κάτι τέτοια έβλεπε ο γυμναστής και φωνάζοντας «Αέρααααα!» ξεκινούσε πόλεμο με τα τελευταία ψήγματα λογικής στο μυαλό του, λίγο πριν καρφωθεί με δύναμη στην είσοδο του σχολείου.
3) Μας έπιανε (λάθος) λογοδιάρροια
Ο κανόνας, σαφής: κατά τη διάρκεια της παρέλασης δε μιλάμε, παρά μονάχα φωνάζουμε το όνομα του σχολείου όταν δοθεί το σήμα («Δε- δε- δεύτερο!», φερ’ ειπείν, αν ήσασταν από το δεύτερο δημοτικό σχολείο).
Στην πρόβα, όμως, αντί για άκρα του τάφου σιωπή, ο τάφος αποδεικνυόταν λαλίστατος: σε κάθε βήμα ρωτούσαμε αν θα παίξουμε τάπες μετά, αν θα πάμε για μπάσκετ, αν έκανε κανείς τις ασκήσεις στ’ αγγλικά, αν ο Θωμάς αγαπάει πράγματι την Σοφία και θα την παντρευτεί και διάφορα άλλα τέτοια.
Τα πάντα, δηλαδή, εκτός από «Δε- δε- δεύτερο!». Κάπως έτσι, επιτυγχανόταν στο τέλος η νεκρική σιγή- τουλάχιστον από την πλευρά του γυμναστή.
Βλέπετε, από ένα σημείο και μετά (αφού είχε φωνάξει 500 φορές να το βουλώσουμε) κειτόταν νεκρός στην αυλή.
4) Ανεβαίναμε στο ρινγκ
Ξεκινούσε περίπου έτσι: ο γυμναστής μας έβαζε (ποιους, εμάς- που ρίχναμε μισό κεφάλι στον Φρόντο) στην προτελευταία σειρά λέγοντάς μας πως είμαστε κοντοί, εμείς διατεινόμασταν πως είμαστε ψηλότεροι από τον Γιάννη που ήταν ακριβώς μπροστά μας και σηκωνόμασταν στις μύτες των ποδιών για να το αποδείξουμε.
Ο γυμναστής δεν ψηνόταν ιδιαιτέρως, μας άφηνε προτελευταίους και μετά εμείς- φύσει εκδικητικοί- αρχίζαμε να τσιμπάμε τον Γιάννη, να του τα ζαλίζουμε πως είναι νάνος κι εμείς γίγαντες (στην ψυχή), ότι μπήκε με μέσον μπροστά μας και διάφορα άλλα τέτοια.
Κάποια στιγμή, μοιρολατρικά, ο Γιάννης αντιδρούσε, αρχίζαμε τις σφαλιάρες, μετά πιανόμασταν κανονικά στα χέρια, οι συμμαθητές μας φωνάζανε ενθουσιασμένοι «ξύλο- ξύλο!» και πριν καν προλάβει ν’ αντιδράσει ο γυμναστής καταλήγαμε να κυλιόμαστε στο τσιμέντο.
Η παρέλαση συνεχιζόταν στο γραφείο του διευθυντή, καθώς μετά από μας και το Γιάννη παρήλαυναν και η μαμά, ο μπαμπάς μας, μια γειτόνισσα που ήταν αυτόπτης μάρτυρας και ούτω καθεξής.
5) Ανοίγαμε το κουτάκι με τις δικαιολογίες
Έλεγε μια συμμαθήτριά μας- κι εμείς την ακούγαμε- «Κύριε, δεν μπορώ να κάνω παρέλαση. Είμαι αδιάθετη». Όταν βλέπαμε πως αυτό έπιανε και ο γυμναστής την άφηνε να μην κάνει, τον πλησιάζαμε κι εμείς και του εξηγούσαμε πως «Κύριε, δεν μπορώ να κάνω παρέλαση. Είμαι αδιάθετος».
Τότε αυτός μας κοιτούσε με μισό μάτι τονίζοντας πως κάτι τέτοιο δεν είναι δυνατόν, εμείς επιμέναμε πως η διάθεσή μας είναι στα τάρταρα, έπειτα αδιαθετούσαν όλα τα αγόρια και στο τέλος έμεναν μόνο ο σημαιοφόρος με τους παραστάτες να κόβουν βόλτες.
Α, ναι: και ο γυμναστής να κόβει τις φλέβες του.