Το λεξικό της Καρδίτσας: Τι σημαίνουν 21 βασικές λέξεις!

Μια κοινωνική προσφορά για όλους τους γλωσσομαθείς...

Όποιοι έχει τύχει να μιλήσουν έστω και μία φορά με άνθρωπο που κατάγεται από την Καρδίτσα ξέρουν…

Οι συμπαθέστατοι Καρδιτσιώτες έχουν ένα χαρακτηριστικό. Χρησιμοποιούν μια διάλεκτο που είναι φτιαγμένη για να την καταλαβαίνουν μόνο οι ίδιοι.

Θα τους ακούσεις να τα λένε μεταξύ τους και να συνεννοούνται αλλά αν επιχειρήσεις να συζητήσεις μαζί τους θα σου πάρει μερικά λεπτά για να προσαρμοστείς (και αν καταφέρεις να προσαρμοστείς).

Το Menshouse, με διάθεση να επιτελέσει κοινωνικό έργο όπως πάντα, προσφέρει ένα μικρό λεξικό εκμάθησης της καρδιτσιώτικης γλώσσας.

Κάποια βασικά εννοείται. Για τα υπόλοιπα πηγαίνουμε στην πανέμορφη Καρδίτσα το Πάσχα και ενημερωνόμαστε σχετικά

Κουκόσιες: καρύδια ακαθάριστα

Τραγότσαλο: χαλί από τρίχωμα κατσίκας

Ματσαλάω: μασάω

Γκαλιαμάνα: πέρδικα

Ζγκατάψυξ: στην κατάψυξη

Καταγκράου: κατακέφαλα

Λιβακώθ’κα: ζεστάθηκα

Λισγάρι: πολύ μακρύ ξύλο, το ξύλο που έχουν τα τσεκούρια, φτιάρια κλπ.

Μαργώνω: κρυώνω

Μούγκλαβου: ακοινώνητος, καθυστερημένος

Μουνάντερος: ο πολύ αδύνατος άνθρωπος

Μπλατσάν’σα: έπεσα

Μπουρμπούτσαλο: ζωύφιο

Ξιμισιάσ’κα: Πονάει η μέση μου

Ξιπιτσαλουδιάσ’κα: ξεφλουδίστηκα

Παφλουκούμπουρου: ανόητος

Πριτσαλήθ’καν: η συνουσία των προβάτων

Σαλαούρ’σα: τρελάθηκα

Σάρα: πτώση

Σβαρνίζομαι: σέρνομαι

Τ’απίστουμα: μπρούμυτα