Τις περασμένες δεκαετίες, ένα από τα πιο συχνά αλλά και πιο αντίξοα επαγγέλματα που υπήρχαν στην αγορά εργασίας ήταν εκείνο του οικοδόμου. Απαξιωμένο από τους πάντες, αντιπαράδειγμα δουλειάς στα μυαλά πολλών ανθρώπων, το επάγγελμα του οικοδόμου διαλεγόταν από άπειρους νέους ανθρώπους που έψαχναν να βρουν μια δουλειά για να την βγάλουν κάπως οικονομικά.
Συνήθως, τα παιδιά που δούλευαν στην οικοδομή αντιλαμβάνονταν αυτή την εργασία ως κάτι περιστασιακό, γεγονός που αυτόματα μείωνε τις απαιτήσεις τους αναφορικά με τις συνθήκες εργασίας. Και κάπως έτσι, τα αφεντικά σταματούσαν να δίνουν βάση στην ασφάλεια των εργαζομένων τους και το ένα δυστύχημα διαδεχόταν το άλλο: μεγαλύτερο ποσοστό νεκρών εργατών δεν πρέπει να έχει υπάρξει σε άλλο επάγγελμα.
Tα χρόνια πέρασαν, το κατασκευαστικό κεφάλαιο έπαψε να είναι τόσο κραταιό στην Ελλάδα όσο άλλοτε και η δουλειά στην οικοδομή έπαψε να είναι τόσο συχνή ανάμεσα στους νέους ανθρώπους. Αντίθετα, όλοι τους στοιβάχτηκαν στον χώρο του επισιτισμού είτε ως σερβιτόροι είτε ως ντελιβεράδες. Θα έλεγε κανείς πως ο επισιτισμός είναι -υπό μια έννοια- η σύγχρονη οικοδομή. Με τη διαφορά ότι το να σερβίρεις καφέδες ή να κάνεις ντελίβερι δεν είναι τόσο επικίνδυνο όσο το να ανεβαίνεις σε σκαλωσιές. Αν μη τι άλλο, αν είσαι ντελιβεράς, δεν κινδυνεύεις να σκοτωθείς. Σωστά; Λάθος…
Το επάγγελμα του ντελιβερά, όσο ανώδυνο και αν μοιάζει, είναι ένα από τα πιο επικίνδυνα σύγχρονα επαγγέλματα. Μόλις τους δυο τελευταίους μήνες, έξι ντελιβεράδες έχασαν τη ζωή τους στην άσφαλτο ενώ αν μετρήσει κανείς τους θανάτους στα τροχαία που έγιναν συνολικά τα προηγούμενα χρόνια δεν αποκλείεται να φτάσουμε σε τριψήφιο αριθμό. Διάφοροι άσχετοι φυσικά θα πουν το κλασικό: ο δρόμος έχει δυσκολίες και τρακαρίσματα γίνονται διαρκώς, κάθε μέρα. Δεν φταίει το επάγγελμα για τους νεκρούς ντελιβεράδες αλλά οι συνθήκες στους ελληνικούς δρόμους. Ίσως και οι ίδιοι οι ντελιβεράδες που δεν οδηγούν σωστά. Φυσικά, όποιος ισχυρίζεται κάτι τέτοιο δεν ξέρει τι του γίνεται.
Η εντατικοποίηση στον συγκεκριμένο κλάδο είναι έντονη, η πίεση εξαιρετικά μεγάλη: ο μέσος ντελιβεράς τρέχει από το ένα σημείο στο άλλο με παραγγελίες και έχει ταυτόχρονα και ένα αφεντικό που του γαβγίζει πως πρέπει να κάνει πιο γρήγορα – όποιος έχει δουλέψει υπό καθεστώς πίεσης γνωρίζει πως η ευθύνη δεν γίνεται να βαραίνει τον εργαζόμενο για τέτοιου τύπου καταστάσεις. Συν τοις άλλοις, η συντριπτική πλειονότητα των μαγαζιών έχει γραμμένους τους ντελιβεράδες όσον αφορά την ασφάλειά τους.
Δεν το συζητάμε: η απεργία που έγινε πρόσφατα από τον ΣΒΕΟΔ (Συνέλευση Βάσης Εργαζόμενων Οδηγών Δικύκλου), το σωματείο δηλαδή που καλύπτει τους εργαζόμενους στον συγκεκριμένο τομέα ήταν μια πέρα για πέρα δίκαιη απεργία. Κυρίως, ήταν μια απεργία για τα αυτονόητα: αν κάποιος που δεν έχει ιδέα για το εργασιακό καθεστώς των ντελιβεράδων έβλεπε τα αιτήματά τους, θα δυσκολευόταν να πιστέψει πως αυτά που λένε όντως δεν ισχύουν στις δουλειές τους.
Να δουλεύουν με εταιρικά μηχανάκια (και όχι με δικά τους), να προνοεί το μαγαζί για μέτρα ασφαλείας ενώ δουλεύουν (και όχι να αναγκάζονται να χρησιμοποιούν απλά και μόνο το δικό τους κράνους και… τέλος) καθώς και να τους κολλάνε ένσημα βαρέα και ανθυγιεινά: αυτά ζητάνε. Διότι, σε περίπτωση που δεν είναι ευρέως γνωστό, οι ντελιβεράδες χρησιμοποιούν το δικό τους μηχανάκι, σε περίπτωση που αυτό χαλάσει ενδέχεται ακόμα και να χάσουν τη δουλειά τους και φυσικά είναι δική τους ευθύνη η προστασία πάνω σε αυτό.
Ο ΣΒΕΟΔ είναι ένα σωματείο αρκετά μικρό. Αν δει κανείς την μοτοπορεία που έγινε στα πλαίσια της απεργίας που έκαναν οι ντελιβεράδες θα γίνει αντιληπτή η χαμηλή συμμετοχή στους κόλπους του. Κατάφερε ωστόσο να κάνει πολύ μεγάλη φασαρία γύρω από την κλαδική του απεργία, πολύ μεγαλύτερη από το μέγεθός του. Έχοντας προτάξει ως κεντρικό σύνθημα το να μην παραγγέλνουν οι καταναλωτές την ημέρα της απεργίας τους, προκειμένου να τους στηρίξουν στον αγώνα τους, κατάφερε να γνωστοποιήσει τα αιτήματα του έξω από τα καθιερωμένα, στενά όρια.
Δεν είναι δεδομένο πως τα αιτήματα των ντελιβεράδων θα εκπληρωθούν. Σε αυτά τα ζητήματα άλλωστε παίζει μεγάλο ρόλο η αληθινή μαζικότητα, η αληθινή συμμετοχή και για το σωματείο των εργαζόμενων οδηγών δικύκλου τα ψυχρά νούμερα δεν είναι ενθαρρυντικά. Το άνοιγμα της απεργίας ωστόσο, το γεγονός ότι την ημέρα της απεργίας τους ένα ευρύτερο τμήμα της κοινωνίας -και μάλιστα διευρυμένο σε κοινωνικούς κύκλους που δεν έχουν παράδοση σε τέτοιου τύπου αγώνες- γνώριζε για τον αγώνα τους και δεν μπήκε στην διαδικασία να παραγγείλει (όπως ζήτησε το σωματείο), είναι μια μικρή νίκη.
Βέβαια, για το πρόταγμα της «μη παραγγελίας τη μέρα της απεργίας», οι ενστάσεις ήταν πολλές (και, εδώ που τα λέμε, εύλογες). Διότι σε μια σύγκρουση αφεντικών και εργαζομένων, η απεργία είναι ένα μέσο πίεσης από την πλευρά των τελευταίων που δομικά στοχεύει στο να διαταράξει την καθημερινότητα της εργασίας. Υπό αυτή την έννοια, οι μαζικές παραγγελίες σε μαγαζιά όπου οι ντελιβεράδες απεργούν, περισσότερο αναδεικνύουν παρά αποδυναμώνουν την απεργία: το μέσο αφεντικό θα πιεστεί περισσότερο από την απεργία όταν το μαγαζί κατακλύζεται από τηλεφωνικές παραγγελίες αλλά ντελιβεράς στο μαγαζί δεν θα υπάρχει…
Φυσικά, ο λόγος που αυτό το (ανορθόδοξο όσον αφορά τη φύση της απεργίας) πρόταγμα συνοδεύει την εν λόγω απεργία δεν είναι ανεξάρτητο από τη μικρή συμμετοχή των εργαζομένων στο σωματείο (και κατ’ επέκταση στην απεργία). Ουσιαστικά, το σωματείο ζητάει από τους καταναλωτές να μποϊκοτάρουν τα μαγαζιά στα οποία δεν έχει επιρροή. Είναι όμως αυτό κάτι θετικό σε επίπεδο προοπτικής όσον αφορά την επέκταση της απεργίας ή το μπέρδεμα ανάμεσα στο καταναλωτικό μποϊκοτάζ και την έννοια του μπλοκαρίσματος της παραγωγής ενδέχεται να δημιουργήσει λανθασμένη κουλτούρα στους εργαζόμενους;
Η συζήτηση που προκύπτει αναφορικά με τον τελευταίο προβληματισμό είναι πολύ πιο σημαντική απ’ όσο φαίνεται όταν απλά τίθεται ως αστερίσκος στο συνολικό πλαίσιο μιας απεργίας και οι εμπνευστές του συνθήματος «δεν παραγγέλνουμε» πρέπει να την κάνουν. Κατά τα άλλα, τίποτα δεν είναι πιο αντικειμενικό: τα αιτήματα των ντελιβεράδων είναι κάτι παραπάνω από δίκαια. Τα αιτήματα των ντελιβεράδων είναι αυτονόητα και η απεργία τους πρέπει να νικήσει.-