Σε ένα καλοκαίρι όπως το φετινό, όπου ο κορωνοϊός έχει χτυπήσει σκληρά τον τουρισμό και όσους ζουν αποκλειστικά απ΄αυτή τη βιομηχανία, η πιο σωστή κίνηση θα ήταν να διατηρηθεί τουλάχιστον η εισροή πλούσιων τουριστών.
Όταν δεν μπορείς να εξασφαλίσεις τους πολλούς που θα αφήσουν από λίγα ως πολλά, τότε κοιτάς να διατηρήσεις τους λίγους που συνηθίζουν να αφήνουν πάρα πολλά και να σώσεις οτιδήποτε μπορεί να σωθεί. Κάποια νησιά, όπως η Μύκονος, φρόντισαν μόνα για τον τουρισμό τους και την διατήρηση των «μεγάλων πορτοφολιών».
Παράλληλα, η καλή έξωθεν μαρτυρία για τη χώρα ως προς την αντιμετώπιση του ιού, την καθιστά έναν από τους λίγους προορισμούς παγκοσμίως που διατηρούν τον ελκυστικό τους χαρακτήρα. Πολύ περισσότερο για ανθρώπους που ο τραπεζικός τους λογαριασμός είναι κατά Ελβετία μεριά και απλώνεται σε διάφορους φορολογικούς παραδείσους.
Η Ελλάδα μπορεί να μην συγκαταλέγεται σε αυτούς τους παραδείσους, όμως σε μια περίοδο πανδημίας όπου μεγάλες χώρες σαν τις ΗΠΑ και τη Ρωσία, δεν δείχνουν δυναμική αντιμετώπιση του ιού, η Ελλάδα παρουσιάζεται ως μια ευκαιρία.
Η ευκαιρία έγκειται στο ότι μπορεί να προσφερθεί ως φορολογική έδρα για αρκετούς ζάμπλουτους του εξωτερικού, ιδίως Αμερικάνους και Ρώσους, μεταξύ των οποίων αρκετοί ομογενείς, και βάσει αυτού να τους παρέχει τη δυνατότητα να καταφύγουν στα μέρη μας όταν στη δική τους χώρα ο ιός βρίσκεται σε έξαρση, ενώ εδώ είναι ελεγχόμενος.
Πάνω σε αυτό το σκεπτικό ήρθε ο νόμος 4646/2019, σύμφωνα με τον οποίο μπορούν όσοι επιθυμούν να μεταφέρουν τη φορολογική τους κατοικία στην Ελλάδα, αρκεί να καταβάλλουν ετησίως φόρο κατ΄αποκοπήν της τάξεως των 100.000 ευρώ, συν 20.000 ευρώ για κάθε άτομο της οικογένειας που αποκτά κυριότητα στην φορολογική κατοικία και να ζουν για τουλάχιστον μισό έτος στη χώρα, ενώ παράλληλα καλείται ο εκάστοτε να πραγματοποιήσει εντός τριών ετών επένδυση ύψους 500.000 ευρώ.
Ο συγκεκριμένος νόμος εμφανίστηκε βέβαια το 2019, αλλά το non-dom φαίνεται πως πήρε τα πάνω του στο διάστημα της καραντίνας.
Αυτά τα νούμερα μπορεί να φαντάζουν ιλιγγιώδη σε εμάς και κάπως αποτρεπτικά, αλλά για ένα μικρό μεν, σημαντικό δε ποσοστό του τουρισμού που έχουμε κάθε καλοκαίρι, είναι ποσά που βγαίνουν στη χειρότερη μέσα σε ένα μήνα.
Όπως αναφέρει σε ρεπορτάζ της η Καθημερινή, μέχρι στιγμής έχουν γίνει 21 αιτήσεις από επιφανείς οικονομικά ανθρώπους, με τις 18 να έχουν εγκριθεί, όπερ σημαίνει ότι 18 άνθρωποι θα κάνουν επένδυση μισού εκατομμυρίου ο καθένας στην επόμενη τριετία, ξέχωρα από τον φόρο που θα καταβάλουν σε αυτά τα χρόνια που θα έχουν εδώ τη φορολογική τους κατοικία.
Αντιλαμβάνεται κανείς ότι αν αυτό συνεχιστεί έστω με μέτριους ρυθμούς και για όσο η Ελλάδα έχει αυτή τη φήμη προς τον υπόλοιπο κόσμο σχετικά με την αντιμετώπιση του κορωνοϊού, μπορεί να φτάσουμε σε εκατοντάδες ανθρώπους από το εξωτερικό που θα μεταφερθούν φορολογικά στην Ελλάδα και θα προβούν σε αγορές πολυτελών οικημάτων, ως επί το πλείστον σε νησιά και στα νότια προάστια, όπου ειρήσθω εν παρόδω θα υπάρξει ένα τεράστιο έργο και θα ανεβάσει κατακόρυφα τις αξίες των ακινήτων. Είναι κι αυτό ακόμα ένα στοιχείο που ίσως διευκολύνει την απόφαση κάποιων εκατομμυριούχων να επενδύσουν στη χώρα.
Δεν είναι όμως μόνο οι ξένοι εκατομμυριούχοι. Είναι και αρκετοί Έλληνες, ιδίως εφοπλιστές, που στα χρόνια της βαθιάς κρίσης και στο χρονικό πέριξ του δημοψηφίσματος, αποφάσισαν να μετακομίσουν στο Μονακό ή την Ελβετία, μεταφέροντας εκεί τη φορολογική τους κατοικία και την περιουσία τους.
Τέλος, να σημειωθεί πως το πρόγραμμα Non-Dom έρχεται σε συνδυασμό με το πρόγραμμα της Golden Visa, που έδινε το δικαίωμα σε κατοίκους εκτός Ε.Ε. να έρθουν στη χώρα, αρκεί να επενδύσουν ένα συγκεκριμένο ποσό. Το συγκεκριμένο πρόγραμμα επλήγη σχετικά λόγω του κορωνοϊού, αλλά το Non-Dom δείχνει αρκετά πιο στέρεο για την ξένη επένδυση.