Στις 18 Δεκεμβρίου, ημέρα που θα διεξαχθεί ο τελικός, θα φανεί αν όντως αυτό το Παγκόσμιο Κύπελλο θα είναι το καλύτερο όλων των εποχών, όπως πολλοί προέβλεψαν. Αυτό που πάντως γνωρίζουμε από τώρα είναι ότι σίγουρα πρόκειται για το πιο αιματοβαμμένο, με καταγγελίες για συστηματική παραβίαση ανθρωπίνων δικαιωμάτων και 6.500 θανάτους να αιωρούνται πάνω από τα υπερσύγχρονα στάδια και τις εκτυφλωτικές μεγαλουπόλεις.
Αν θέλουμε να είμαστε ειλικρινείς, θα συμφωνήσουμε πως αυτό το Παγκόσμιο Κύπελλα δεν θα έπρεπε να διεξάγεται αυτές τις ημέρες στο Κατάρ. Η απόφαση της FIFA έτσι κι αλλιώς ήταν σκανδαλώδης και ουσιαστικά επιβεβαίωσε αυτό που όλοι (λίγο-πολύ) φαντάζονται. Ότι δηλαδή τα σκάνδαλα των προηγούμενων ετών έφεραν μεν αλλαγές στην διοίκηση της Παγκόσμιας Συνομοσπονδίας, αλλά δεν μετέβαλαν την φιλοσοφία της που παραμένει σταθερά το no matter what κέρδος.
Λειτουργώντας περισσότερο ως «συνδικάτο» παρά ως η «μάνα» του ποδοσφαίρου στον κόσμο, η FIFA «κατάπιε» κάθε αντίδραση και όπως συνέβη με το τουρνουά του 2018 που παραχωρήθηκε στη Ρωσία του Πούτιν, επέλεξε ακόμη ένα καθεστώς για το οποίο η διεθνής κοινότητα διατυπώνει όχι μόνο ενστάσεις, αλλά καταγγελίες για όσα συμβαίνουν.
Πριν από 30 και 40 χρόνια απλά θα μέναμε με το στόμα ανοιχτό με τα έργα, τα γήπεδα και τις υποδομές που φτιάχτηκαν μέσα σε τόσο μικρό χρονικό διάστημα από το μηδέν και θα αποθεώναμε την εργατικότητα, το πάθος και το όραμα των διοργανωτών. Με την διαφορά ότι πριν από 30 και 40 χρόνια μάλλον δεν θα είχαμε κανέναν τρόπο να πληροφορηθούμε πως πίσω από αυτή τη λάμψη υπάρχει το αβυσσαλέο σκοτάδι της απόλυτης εκμετάλλευσης.
Κορυφαίο τέτοιο παράδειγμα είναι αναμφισβήτητα το «θαύμα» του Λουσαΐλ. Στις αρχές του περασμένου αιώνα δεν ήταν καν χωριό, αφού εκεί έβρισκες καμιά 50αριά σπίτια φτιαγμένα από πέτρα και λάσπη, με την πριγκιπική οικία του τότε Σεΐχη Τζασίμ να ξεχωρίζει. Κι αφού για περίπου 100 χρόνια ελάχιστα είχαν αλλάξει, από το 2005 και μετά έγινε η κορωνίδα της έκφρασης της φιλοδοξίας της βασιλικής οικογένειας. Μέσα σε αυτό το ελάχιστο διάστημα έγινε η σημερινή φουτουριστική πόλη, ικανή να φιλοξενήσει σχεδόν μισό εκατομμύρια κατοίκους, προσφέροντας παράλληλα λάμψη και χλιδή πέρα από κάθε φαντασία.
Με συνολικό κόστος πάνω από 40 δισεκατομμύρια ευρώ ο επισκέπτης θα εντυπωσιαστεί σε αυτό το κομμάτι της περίπου 25 χιλιόμετρα μακριά από την πρωτεύουσα Ντόχα, από τα 22 υπέρλαμπρα ξενοδοχεία, τα τεχνητά νησιά, τις κατασκευασμένες λίμνες, τους μεγαλοπρεπείς ουρανοξύστες, τα λουσάτα εμπορικά κέντρα και τις σύγχρονες υποδομές χάρη στις οποίες ρυθμίζεται ακόμη και το κλίμα και φυσικά το εκπληκτικό γήπεδο χωρητικότητας 80.000 θεατών που θα φιλοξενήσει αρκετά ματς του Παγκοσμίου Κυπέλλου.
Δυστυχώς, όμως, εκείνοι που εργάστηκαν για να συντελεστεί αυτό το θαύμα που μετέτρεψε την άνυδρη γη σε καταναλωτικό παράδεισο, δεν είχαν την τύχη να απολαύσουν ανάλογες χλιδές. Αντίθετα, βρέθηκαν εκεί εγκλωβισμένοι σε ένα σύστημα εκμετάλλευσης και σύγχρονης δουλοπαροικίας που σκοπίμως αποσιωπήθηκε από την FIFA.
Εκατοντάδες χιλιάδες εργάτες από χώρες όπως το Νεπάλ, το Μπανγκλαντές ή την Ινδία ταξίδεψαν στο Κατάρ κι εκεί κάτω από τον καυτό ήλιο δούλεψαν για 1 ευρώ την ώρα (ή και λιγότερα), στοιβαγμένοι σε κτήρια που μόνο με στρατόπεδα καταναγκαστικής εργασίας θα μπορούσαν να χαρακτηριστούν. Χωρίς να έχουν το δικαίωμα να παραιτηθούν, να αλλάξουν εργοδότη ή ακόμη και να εγκαταλείψουν την χώρα (αφού τους αφαιρούσαν μέχρι και τα διαβατήριά τους) ένιωσαν καλά στο πετσί τους τι σημαίνει «Καφάλα». Το εργασιακό… δίκαιο δηλαδή που επιτρέπει στα αφεντικά τους να συμπεριφέρονται με τρόπο που θυμίζει μεσαίωνα κι εκμεταλλεύεται το εργατικό δυναμικό μέχρι τέλους. Κυριολεκτικά…
Σήμερα γίνεται λόγος για περίπου 6.500 θανάτους εργατών το διάστημα της ανοικοδόμησης του Κατάρ. Οι φωνές που ακούγονταν το προηγούμενο διάστημα σκεπάστηκαν από εκείνες των κάθε λογής σελέμπριτις που λειτούργησαν ως πρεσβευτές της διοργανώτριας χώρας και με πληρωμένες καταχωρήσεις εξωράιζαν την εικόνα του καθεστώτος, καθησυχάζοντας τους δυτικούς ότι όλα πάνε καλά σε αυτόν τον επίγειο παράδεισο.
Για να υπάρξει, όμως, παράδεισος απαιτείται και η ύπαρξη της κόλασης. Το πρόσωπο της οποίας γνώρισαν καλά οι μετανάστες εργάτες που έδωσαν ακόμη και αίμα τους στην κυριολεξία. Και δεν είναι οι μόνοι… Τουλάχιστον όσοι επέζησαν (ακόμη κι αν πολλοί εξ αυτών δεν πήραν ποτέ τα χρήματα που τους έταξαν) έφυγαν πια από την χώρα και ίσως βλέπουν κι αυτοί τώρα τα ματς έχοντας τις φρικτές αναμνήσεις τους.
Για άλλους, όπως οι γυναίκες και οι μειονότητες, η κόλαση παραμένει. Κι εκείνοι δίχως λόγο, φωνή και δικαιώματα, στέκονται στο περιθώριο αόρατοι, βλέποντας τους δυτικούς υποκριτές να απολαμβάνουν την χλιδή και τα δικαιώματα που οι ίδιοι δυσκολεύονται ακόμη και να ονειρευτούν.