Πριν από λίγα χρόνια ο Ευκλείδης Τσακαλώτος, ο Αλέξης Χαρίτσης, η Έφη Αχτσιόγλου, η Ζωή Κωνσταντοπούλου, ο Γιάνης Βαρουφάκης και ο Σωκράτης Φάμελλος ήταν μαζί με τον Αλέξη Τσίπρα στον ΣΥΡΙΖΑ. Πλέον, τα εφτά αυτά πρώην και νυν προβεβλημένα στελέχη ανήκουν σε τέσσερα διαφορετικά κόμματα. Ίσως και σε πέντε προσεχώς, καθώς ακόμα και ο ίδιος ο πρώην πρωθυπουργός μοιάζει πια πολιτικά «άστεγος» και φέρεται να εξετάζει τη διέξοδο ενός νέου πολιτικού σχηματισμού.
Την τελευταία φορά που βρέθηκαν όλοι αυτοί μαζί, ο ΣΥΡΙΖΑ θριάμβευσε με 36,34% στις εκλογές. Το συνολικό ποσοστό των κομμάτων του ευρύτερου χώρου του Κέντρου και της Αριστεράς ήταν 51,33%. Για να σας φρεσκάρουμε τη μνήμη τότε (πέραν των ΣΥΡΙΖΑ, ΠΑΣΟΚ) είχαμε το ΠΟΤΑΜΙ, το Κίνημα Δημοκρατών Σοσιαλιστών του Γιώργου Παπανδρέου και την Ένωση Κεντρώων του Βασίλη Λεβέντη. Αν στη σούμα βάλουμε και το ΚΚΕ, το νούμερο «αγγίζει» το 57%.
Οχτώ χρόνια μετά, στις εκλογές του 2023, τα αντίστοιχα νούμερα είχαν κατρακυλήσει στο 35,34 και 43% αντίστοιχα. Κατρακυλήσει είπαμε; «Να δεις τι σου ‘χω για μετά», που θα έλεγε ο στιχουργός, αφού η τωρινή (θλιβερή) κατάσταση στον ΣΥΡΙΖΑ καθιστά πια αμφισβητούμενη ακόμα και την έννοια «Κεντροαριστερά» στην Ελλάδα. Το… πάλαι ποτέ κυβερνών κόμμα (αλήθεια δεν μοιάζει σαν να έχει περάσει μια αιωνιότητα;) φυλλοροεί χωρίς παύση μετά την πρώτη εκλογική ήττα και είναι ζήτημα πια αν συγκεντρώνει διψήφιο ποσοστό. Βασικός αντιπολιτευτικός πόλος (για «ισχυρός» ούτε λόγος) πια δεν υπάρχει και ίσως να μην είναι μακριά η μέρα που η αντιπολίτευση στην Ελλάδα θα προέρχεται από τα δεξιά της Νέας Δημοκρατίας.
Ακούγεται υπερβολή, αλλά η μετατόπιση του εκλογικού σώματος προς τα δεξιά ήταν η μεγάλη είδηση των τελευταίων εκλογών. Χώρια βέβαια από την αναπάντεχα συντριπτική διαφορά πρώτου-δεύτερου. Ελληνική Λύση, Σπαρτιάτες και Νίκη ήταν αθροιστικά κοντά στο 13%. Kαι χωρίς να έχει ξεκινήσει ακόμα η αποδρομή του ΣΥΡΙΖΑ.
Ενόψει των Ευρωεκλογών, στις οποίες η ψήφος είθισται να είναι χαλαρή, δεν αποκλείεται να δούμε πάλι κάποιο εκλογικό «άλμα» του ακροδεξιού χώρου. Πόσο μάλλον όταν η Νέα Δημοκρατία αναμένεται να χάσει, εξαιτίας της κυβερνητικής φθοράς, σημαντικό μέρος της δύναμής της. Είναι αδύνατο να κρατήσει τα ποσοστά της όσο η ακρίβεια εξακολουθεί να σαρώνει, την ίδια στιγμή που η αποδοχή της τεκνοθεσίας από ομόφυλα ζευγάρια αναμένεται να απομακρύνει από το γαλάζιο ψηφοδέλτιο, τουλάχιστον στις Ευρωεκλογές, ένα ποσοστό παραδοσιακών δεξιών. Που θα βρουν στέγη όλοι αυτοί; Και αν όντως το άθροισμα των ποσοστών αυτών των κομμάτων είναι τέτοιο που αναδεικνύει σε δεύτερη δύναμη την άκρα ή τελοσπάντων σκληρή δεξιά, πόσο απίθανο είναι να συνενωθούν ενόψει εθνικών εκλογών, διεκδικώντας υπό ενιαία ηγεσία το ρόλο της αξιωματικής αντιπολίτευσης;
Αν υπήρχε τέτοιο σχέδιο, ας μην γελιόμαστε, ο Στέφανος Κασσελάκης δεν θα μπορούσε να το αποτρέψει. Ούτε ο Νίκος Ανδρουλάκης. Μαζί, ναι, ΣΥΡΙΖΑ και ΠΑΣΟΚ θα μπορούσαν ενδεχομένως να φτάσουν ψηλά λειτουργώντας ως ιδανικό ανάχωμα. Αλλά εδώ σκοτώνονται μεταξύ τους οι Συριζαίοι, είναι δυνατόν να συνεννοηθούν κιόλας με τους Πασόκους;
Το timing είναι ζοφερό. Η άκρα δεξιά σκαρφαλώνει σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες και στα καθ’ ημάς βρίσκει χωράφι προς σπορά λόγω της αποσύνθεσης της αριστεράς.
Αν κάτι μπορεί να εκληφθεί ως… τύχη μέσα στην ατυχία μας είναι η απουσία μιας ισχυρής προσωπικότητας με ηγετικά και επικοινωνιακά χαρακτηριστικά που θα μπορούσε να ενώσει εις σάρκα μία και να συσπειρώσει τον πλέον συντηρητικό χώρο, αυξάνοντας την απήχηση με εφαλτήριο και το προσωποκεντρικό κριτήριο. Φανταστείτε ας πούμε έναν Μάκη Βορίδη ή έναν Άδωνι Γεωργιάδη (εντελώς… τυχαία τα παραδείγματα) στη θέση του Κυριάκου Βελόπουλου, που θα έκανε «επίθεση αγάπης» σε Νίκη και Σπαρτιάτες, αποσκοπώντας να παίξει το ρόλο της Μαρίν Λε Πεν αλά ελληνικά.
Μπρρρρρ…