Ρούξι Ντουμιτρέσκου

Μια μέρα πριν η Ρούξι...

Η ματαιότητα της ζωής, το ανεξήγητο που μαυρίζει τη ψυχή...

Δεν είναι πως δεν το ξέρουμε – πώς να γίνει αλλιώς. Επιλέγουμε να το προσπερνάμε, πρέπει. Για να πορευόμαστε. Μια ψευδαίσθηση άτρωτου. Με ιδεατό στόχο να αξιοποιούμε το κάθε λεπτό που ανασαίνουμε σε αυτόν τον κόσμο. Έρχονται όμως στιγμές όπως αυτή με τον τόσο πρόωρο και άδικο χαμό της Ρούξι Ντουμιτρέσκου και όλα καταρρέουν. Το μάταιο της ζωής, δραματικά και έντονα, συνταράσσει συθέμελα ένα εξ ορισμού εύθραυστό οικοδόμημα.

Μία αθλήτρια που αγαπήθηκε πάρα πολύ. Μια Ρουμάνα που έγινε Ελληνίδα, έπαιξε και στην Εθνική μας ομάδα. Η σημαία της ομάδας βόλεϊ γυναικών του Παναθηναϊκού. Αν και η ίδια προτιμούσε να το προσεγγίζει αλλιώς: «Η σημαία του Παναθηναϊκού είναι μια και έχει πάνω της το Τριφύλλι. Εμείς οι αθλητές είμαστε περαστικοί από τον Παναθηναϊκό». Team player, σε όλα της. Πάντα και παντού.

Το σοκ είναι μεγάλο, η παγωμάρα επίσης. Μια μόλις μέρα πριν «σβήσει» ξαφνικά, μόλις στα 46 της χρόνια, από ανακοπή καρδιάς, έκανε την εξής ανάρτηση στο Facebook:

Στα 30 ανησυχούμε για το τι οι άλλοι νομίζουν για μας.

Στα 40 δεν μας νοιάζει τι πιστεύουν για μας.

Στα 50 ανακαλύπτουμε ότι δεν ασχολιόντουσαν καν με μας.

Γιατί δεν σκεφτόμαστε με αυτόν τον τρόπο στα 20 μας;

Μια υπαρξιακού χαρακτήρα αναζήτηση που δεδομένου του τι ακολούθησε, λίγες ώρες αργότερα, σε κάνει να ανατριχιάζεις σύγκορμος.

Τρεις μέρες νωρίτερα, στην αμέσως προηγούμενη ανάρτησή της, δήλωνε «περήφανη μαμά», καμάρωνε για το παιδί της, τον Φίλιππο, που παίζει μπάσκετ. Σχεδίαζε μάλιστα να έρθει στην Ελλάδα στα προσεχή γενέθλια του μικρού για να του κάνει δώρο μια φανέλα του Λεσόρ ή του Ναν. Η μοίρα είχε άλλα σχέδια.

Η σκέψη πάει κατευθείαν στον μικρό. Που μέσα σε πολύ σύντομο χρονικό διάστημα έχασε πρώτα τον πατέρα του, Αλέξανδρο Νικολαΐδη και τώρα τη μαμά του. Δεν βγαίνει η φωνή, δεν γράφονται λέξεις για κάτι τέτοιο. Nα πεις τι. Ίσως μόνο πως είναι ηθικό χρέος του Παναθηναϊκού να στηρίξει τον 13χρονο Φίλιππο. Με όποιον τρόπο μπορεί.

«Ποιος ξέρει τι επιφυλάσσει το μέλλον για μας;», έγραφε σε μια άλλη, επίσης πρόσφατη, ανάρτησή της η Ρούξι Ντουμιτρέσκου. Ξανά δηλαδή μια υπαρξιακού  χαρακτήρα αναζήτηση. Λες και ανησυχούσε για κάτι, λες και κάτι είχε καταλάβει πως δεν (θα) πάει καλά.

Δεν θα ξεχαστεί ποτέ. Το 1997, στα 20 της, ο δρόμος την έβγαλε στην Ελλάδα και μετά γράφτηκε ιστορία. Με σωρεία τίτλων, πρώτα με τα Βριλήσσια και κατόπιν με τον Παναθηναϊκό, με τον οποίο η Ρούξι Ντουμιτρέσκου ταυτίστηκε. Έγινε αρχηγός της ομάδας βόλεϊ γυναικών των Πρασίνων, αγαπημένη της εξέδρας. Όταν αποσύρθηκε η διοίκηση του ερασιτέχνη Παναθηναϊκού απέσυρε τη φανέλα με το Νο 9. Και αυτό ήταν το σωστό.

Τα τελευταία χρόνια ζούσε στη Ρουμανία, με το γιο της. Αλλά κάθε άλλο παρά είχε κόψει δεσμούς με την Ελλάδα, τον Παναθηναϊκό. Δεν μπορεί να το χωρέσει ο νους αυτό που συνέβη. Είναι πάντα τόσο άδικο να «φεύγουν» νέοι άνθρωποι, όταν ανατρέπεται ο συνήθης κύκλος της ροής. Θες να φωνάξεις με οργή. Για το «γαμώτο». Για της ζωής το άδικο, το ανεξήγητο.