Χαλβάς: Η προσωποποίηση της μιζέριας και αυτή τη χρονιά στα τραπέζια μας

Το «γλυκό» του σακοστιανού τραπεζιού δεν είναι καν γλυκό. Είναι η μιζέρια προσωποποιημένη.

Γεια σου χαλβά. Τι κάνεις; Καλή Σαρακοστή να ‘χεις και να μη σε βλέπουμε συχνά. Βασικά και να μη σε βλέπουμε καθόλου δε θα με χάλαγε. Τι είσαι; Είσαι γλυκό; Είσαι το γλυκό της Σαρακοστής και πρέπει να βρίσκεσαι στο τραπέζι; Άντε ρε χωρατατζή που είσαι γλυκό. Κάνε μας τη χάρη ρε χαλβά. Χαλβάς γεννήθηκες, χαλβαδάκος θα πεθάνεις.

Ωχ σε πρόσβαλλα; Φταίω εγώ που το όνομά σου είναι προσβολή και βρισιά ανάμεσα στον κόσμο των ανθρώπων. Των Ελλήνων ειδικά, ελπίζω να μην έχεις ανοίξει τις δουλείες σου και εκτός Βαλκανίων που όπως διαβάζω είσαι αρκετά διαδεδομένος. Είσαι βρισιά εσύ μαζί με τον κουραμπιέ, την άλλη μάστιγα της περιόδου των Χριστουγέννων. Όμως θελεις να μάθεις κάτι; Είσαι πολύ χειρότερος ρε αδερφέ. Και για να καταφέρεις να είναι πολύ χειρότερος από τον κουραμπιές θέλει ιδιαίτερη προσπάθεια. Δεν αρκεί να εμφανιστείς και να πεις «γεια σας, ήρθα, με λένε χαλβά και θέλω να κάτσω δίπλα στα άλλα γλυκίσματα ως ίσος προς ίσο».

Για να μην μπερδευόμαστε, δεν μιλάω για τον σιμιγδαλένιο χαλβά, ούτε για τον άλλον, των Φαρσάλων, που είναι σαν πηχτό ζελέ. Με αυτούς ίσως ασχοληθώ κάποια άλλη μέρα. Δεν είναι αυτοί για τους οποίους παραληρώ επί του παρόντος. Ο σιμιγδαλένιος μάλλον έδωσε το όνομά του στο ρήμα «χαλβαδιάζω» που έχει θετική χροιά και σημαίνει γλυκοκοιτάζω.

Αναφέρομαι ειδικά σε αυτό το «γλυκό» που φτιάχνεται από ταχίνι. Ναι η αρρώστια, φτιάχνεται από ταχίνι που είναι λιωμένο σουσάμι ή σησάμι ή σέσαμι, πείτε το όπως θέλετε και κάνει την εμφάνισή του στο σαρακοστιανό τραπέζι, βρίσκοντας χώρο να το παίζει ο άρχοντας της ημέρας.

Χαλβάς 1

Ο πολύς λοιπόν χαλβάς είναι μια λιωμένη μάζα που προέρχεται από το σησάμι. Το υλικό αυτό που πέφτει κάτω και το τρώνε οι δεκαοχτούρες, οι κότες, τα σπουργίτια και τα περιστέρια. Το αγαπημένο γλυκό των γιαγιάδων μας την Καθαρά Δευτέρα και τις ημέρες που ακολουθούν είναι το εκλεκτό σνακ των μη ωδικών πουλιών. Ή των οδικών πουλιών θα λέγαμε, αφού τα περισσότερα περνούν τον χρόνο τους στους δρόμους, ψάχνοντας την πρώτη ύλη του χαλβά να τσιμπήσουν.

Βέβαια ο χαλβάς στην προσπάθειά του να καθιερωθεί ως γλυκό, ήξερε ότι έπρεπε να βρει συμμάχους που έχουν καλό όνομα στην ζαχαροπλαστική, να κάνει μια συμφωνία αμοιβαίας συνεισφοράς για να βγουν κερδισμένοι όλοι. Έτσι πήγε ο καθυστέρας και προσέγγισε τους ξηρούς καρπούς και το κακάο, έκανε μια μείξη μαζί τους και βγήκε στην αγορά σα να είναι ο Σπαλιάρας και έχει πάρει τη μισή Αθήνα.

Γιατί ήξερε από την αρχή ότι στοχεύει αποκλειστικά σε παππούδια που τους έχουν πιπιλίσει τη ζωή από μικρά παιδιά για τη νηστεία αυτών των ημερών και βρίσκονται σε μια ηλικία που δεν μπορούν να φάνε ζάχαρη, λόγω σακχάρου. Αυτός είσαι ρε χαλβά, ένας εκμεταλλευτής της τρίτης ηλικίας. Ήξερες τι έκανες γι’ αυτό διάλεξες το κακάο και όχι τη σοκολάτα γάλακτος. Ήξερες ότι δεν μπορείς να ανταγωνιστής τα αληθινά γλυκά αλλά βρήκες μια τρύπα, ένα παραθυράκι στη ορθοδοξία και είπες θα του βγάλεις τα μάτια.

Χωρίς ίχνος ντροπής έπεισες τις γιαγιάδες ότι τα γλυκά του κουταλιού, τα οποία επίσης είναι νηστίσιμα, δεν μπορούν να τα τρώνε λόγω ζαχαρένιου σιροπιού. Εσύ έχεις μελάκι εξάλλου, το αγνό αυτό υλικό των εντόμων που ούτε στη φαντασία τους θα περίμεναν ότι θα φτάσουν να ανακατεύεται με λιωμένο σουσάμι και θα τρώγεται από μασελίτσες μαζί με ελιές. Εκεί μας κατάντησαν οι αλήτες. Να τρώγεται ένα «γλυκό» με ελιές. Τί άλλο θα δουν τα μάτια μας;

Επειδή τα μελομακάρονα σπέρνουν και είναι βασιλιάδες νόμιζαν οι μπακάληδες, που ξεκίνησαν πρώτοι να πλασάρουν τον σουσαμένιο χαλβά ως γλύκισμα, ότι έπιασαν τον παπά από τα @@ και έφτιαξαν κάτι αντίστοιχης γλυκύτητας. Αν τους είχα μπροστά μου θα τους έβαζα στη σειρά και θα τους έφτυνα τον έναν μετά τον άλλον αφού πρώτα είχα δαγκώσει μεγάλες μπουκιές σουσαμένιου χαλβά. Να μια καλή χρήση του που δεν είχατε σκεφτεί φίλες και φίλοι μου.

Δε θα χρειαζόταν καν να τον μασήσω. Αυτό το άγευστο χαρμάνι διαλύεται και τρίβεται σχεδόν από μόνο του.  Μέσα σε όλα σε πνίγει και είναι τελείως στεγνό και στυφό. Ένα λίτρο νερό θέλει κάθε μπουκιά για να μην λιγώσεις και 40 λεπτά βούρτσισμα με σκληρή οδοντόβουρτσα για να ξεκολλήσει από τα δόντια η αηδία.

Θυμίζει κάτι ινώδη και φυλλώδη ορυκτά έτοιμα να διαλυθούν. Καμία αίσθηση της συνοχής. Όσο και αν προσπαθούν να το στριμώξουν μέσα σε πιεστικά νάιλον και χαρτιά περιτυλίγματος για να του δώσουν το σχήμα του τσιμεντόλιθου. Έτσι, με αυτά τα τούβλα χαλβά έπρεπε να σας χτυπάμε από μικρούς όταν πηγαίνατε και το αγοράζατε, κάνοντάς του με το ζόρι μέρος ενός έτσι και αλλιώς μέτριου εθίμου.

Από τα λίγα που ξέρω οι μαρκετίστες του χαλβά τον πουλούσαν ως υγιεινή τροφή. Ως την υπερτροφή των προηγούμενων δεκαετιών. Είμαι σίγουρος ότι στο μέλλον όταν θα έχει περάσει η μπογιά του ο χαλβάς μετά το κακάο και τα αμύγδαλα δε τον τον πειράξει να πάει να συνεργαστεί με τις υπερτροφές της εποχής μας. Χαλβάς με γκότζι μπέρι, χαλβάς με κινόα, χαλβάς με μάκα του Περού, χαλβάς με ιπποφαές και σπιρουλίνα. Μη γελάτε, έρχεται και θα το φάτε αμάσητο με μια καλή διαφημιστική καμπάνια και μερικούς εκατοντάδες χιλιάδες γιατρούς να συνεννοηθούν αφού πρώτα τα τσεπώσουν για τις ευεργετικές ιδιότητες του σούπερ χαλβά. Δε θα αργήσει η μέρα που ο χαλβάς με μύρτιλλο θα παρουσιάζεται ως ο χάλ(υ)βας του οργανισμού.

Είδατε ποτέ το γαλακτομπούρεκο να χρειάζεται καμπάνιες εκατομμυρίων για να καταναλωθεί. Πάντα δαχτυλοδειχτούμενο ήταν από τους εχθρούς του, που κατά σύμπτωση είναι και υποστηρικτές του χαλβά, τους παπάδες και τους γιατρούς. Η αγάπη όμως του κόσμου το κρατάει στον αφρό των προτιμήσεων. Πού να ξέρεις εσύ ρε χαλβά τι πάει να πει αφρός;

Φήμες ανεπιβεβαίωτες λένε ότι στους πεινασμένους παίκτες του Survivor προτάθηκε σα δώρο φαγητού ένα μπαστούνι χαλβά και τότε άλλοι άρχισαν να ξερνούν, άλλοι να γλείφουν την άμμο, άλλοι να κολυμπούν προς τον ύφαλο με τους καρχαρίες, άλλοι να λιποθυμούν και μόνο τον Bo να τον τρώει μαζί με το νάυλον αμάσητο. Πανικός στο μοντάζ για να μαζέψουν αυτόν τον όλεθρο.

Άλλες φήμες, οι οποίες από τους παραγωγούς χαλβά χαρακτηρίζονται στην καλύτερη αβάσιμες και στη χειρότερη ως εμπαθείς και δάχτυλος των εχθρών του έθνους, αναφέρουν ότι κάποτε εστάλη μεγάλο πακέτο βοήθειας που περιείχε τεράστιες ποσότητες χαλβά, σε χώρες του τρίτου κόσμου με παιδάκια που ζούσαν στην ασιτία. Οι ίδιες φήμες λένε ότι τον μισό χαλβά τον πέταξαν στο πάτωμα και άρχιζαν να χτίζουν καλύβες, νομίζοντας ότι είναι ένα χαρμάνι λάσπης και αχύρου και τον άλλον μισό τον έστειλαν πίσω όταν κατάλαβαν ότι τους το είχαν φέρει για φαγώσιμο. Έβαλαν και μια καρτούλα που έλεγε «ΑΝ ΘΕΛΑΜΕ ΝΑ ΦΑΜΕ ΣΚΑΤΑ, ΕΙΧΑΜΕ ΚΑΙ ΣΤΟ ΧΩΡΙΟ ΜΑΣ.  ΧΟΡΤΑΣΑΜΕ, ΕΙΜΑΣΤΕ ΟΚ. ΜΗΝ ΤΟ ΞΑΝΑΣΤΕΙΛΕΤΕ. ΑΛΛΑΞΑΜΕ ΚΑΙ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ. ΜΑΣ ΦΤΑΝΕΙ Η ΜΙΖΕΡΙΑ ΜΑΣ. ΔΕ ΘΑ ΕΙΣΑΓΟΥΜΕ ΚΑΙ ΤΗ ΜΙΖΕΡΙΑ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ».

Χαλβά, πανάκριβε χαλβά, κακάσχημε χαλβά, άνοστε χαλβά, χαλβά που πνίγεις, χαλβά που λερώνεις, χαλβά τιποτένιε, χαλβά πουθενά, χαλβά κακομοίρη, χαλβά μίζερε δε θέλω να σε βλέπω, δε θέλω να σε μυρίζω, δε θέλω να ακούω για τις περιπέτειές σου. Ας μείνουμε δυο ορκισμένοι εχθροί από μακριά.

Καλή Καθαρά Δευτέρα σε όλους με τα γλυκά της αρεσκείας σας που δε θα λέγονται χαλβάδες.