Πλήρωσε την ασέβεια: Η ντροπιαστική κίνηση του Salt Bae που τελείωσε τη χρυσή αυτοκρατορία της μπριζόλας

Από τα ψηλά στα χαμηλά (κι αυτό ήταν το σωστό…)

Η ιστορία του συνοψίζει από μόνη της ένα από τα μεγάλα προβλήματα της εποχής μας. Αυτό του φαίνεσθαι, του «μόνο εικόνα». Ή με άλλα λόγια, του πώς το θράσος οδηγεί ενίοτε σε μια συλλογική ψευδαίσθηση μετατρέποντας σε σταρ ανθρώπους κενούς, χωρίς ουσία. Ο Salt Bae ή Νουσρέτ Γκιοκτσέ όπως είναι το πραγματικό του όνομα, έγινε μεγάλος και τρανός χάρη και μόνο σε μια κίνηση. Ήταν μάλλον ειρωνεία της μοίρας πως μια άλλη κίνηση, επιτάχυνε την πτώση του από τη θέση του, τρόπον τινά, αυτοκράτορα της μπριζόλας.

Έγινε meme, έγινε trademark. Χάρη στο πώς έβαζε το αλάτι στην μπριζόλα. Τρίβοντας τα δάχτυλά του και αφήνοντας το «άσπρο χρυσάφι» της φύσης να πέσει στον αγκώνα του και από εκεί κατευθείαν πάνω στο κρέας. Κάτι σαν τελετουργία, σαν χορευτικό. Το απόλυτο τίποτα βασικά, αλλά μέσα από τα social media και τη διάδραση που προκλήθηκε, ο Salt Bae έγινε μεγάλος και τρανός. Ο ένας μετά τον άλλον οι διάσημοι έσπευδαν για να φάνε, στο εστιατόριο του στο Ντουμπάι. Είχε μόλις γίνει το σύμβολο του foodtainment, ό,τι και αν σημαίνει στην πράξη αυτός ο νεολογισμός.

Γρήγορα εξαργύρωσε την επιτυχία του ανοίγοντας μαγαζιά σε διάφορα «κυριλάτα» μέρη του κόσμου, μεταξύ αυτών και στη Μύκονο, όπου έχει αγοράσει και σπίτι. Δεν ‘πα οι τιμές που χρέωνε να ήταν εξωφρενικές; Οι «πορτοφολάτοι» και οι «δήθεν» αυτού του κόσμου, ήθελαν πάση θυσία να ζήσουν την εμπειρία, για να έχουν μετά να λένε, για να το μοιραστούν στα social, για να μην μείνουν στην απ’ έξω και τους περάσουν για παρακατιανούς στον κύκλο τους.

Πίσω όμως από τα φώτα, τη λάμψη και τη μόστρα, η αλήθεια δεν μπορούσε να κρυφτεί για πολύ. Το φαγητό του Salt Bae δεν τρωγόταν. Το κρέας ήταν άγευστο, σαν να μασάς σόλα κατά τις περιγραφές πελατών και κριτικών. Αρχικά βέβαια η φήμη συνέχισε να νικάει την ουσία και το σόου ήταν πιο δυνατό από οτιδήποτε άλλο. Ο Τούρκος σεφ και επιχειρηματίας ένιωσε ίσως πως κανείς πια δεν μπορεί να του πάρει αυτό που είχε κερδίσει και το τίγκαρε στη γραφικότητα, εντάσσοντας στο μενού των μαγαζιών του επιλογές όπως τα μπέργκερ με φύλλα χρυσού (!) ή τα milkshake που έκαναν 99 (όχι 100…) δολάρια. Ο ίδιος μάλιστα καμάρωνε, αναρτώντας συχνά πυκνά στο Instagram τους υψηλούς λογαριασμούς που έκαναν οι πελάτες, στα εστιατόριά του. Θέλοντας να ταυτίσει το ακριβό με το ποιοτικό.

Όμως σε αυτό ακριβώς το σημείο ήταν που ο Salt Bae έκανε ένα από τα μεγαλύτερα λάθη του. Στο Παγκόσμιο Κύπελλο του Κατάρ, το 2022. Όταν και εμφανίστηκε στο γήπεδο απρόσκλητος, πλησίασε τον Λιονέλ Μέσι σαν του έδινε αυτός τις ασίστ στο γήπεδο και ακούμπησε το πιο σπουδαίο των ποδοσφαιρικών τροπαίων κατά παράβαση του πρωτοκόλλου της FIFA. Το «κράξιμο» που έφαγε ήταν γενικευμένο. Οι περισσότεροι κατάλαβαν ή πιο σωστά έπαψαν να κοροϊδεύουν τους εαυτούς τους, πως αυτός ο τύπος είχε ξεπεράσει κάθε όριο, πως η αλαζονεία του είχε χτυπήσει κόκκινο.

Δεν θέλει πολύ σε τέτοιες περιπτώσεις να γυρίσει ο τροχός, η ζημιά να είναι μη αναστρέψιμη. Η αλήθεια για τον Salt Bae άρχισε ευρέως να κυκλοφορεί. Για το χάλια φαγητό που σέρβιρε, για το πόσο υπερκοστολογημένο ήταν όλο το «πακέτο» στα μαγαζιά του, για τις κακές εργασιακές συνθήκες. Ήδη από το 2023 άρχισαν να κλείνουν τα περισσότερα εστιατόρια που είχε ανοίξει στις ΗΠΑ. Το 2025, απομένουν μόλις δύο και αυτά δεν είναι δα στα… ντουζένια τους: Στο Μανχάταν και το Μαϊάμι. Στη Μύκονο επίσης, τα μαγαζιά του είναι εδώ και καιρό ζημιογόνα.

Ο Salt Bae πάντως, δεν το βάζει κάτω και προσπαθεί να ανοιχτεί σε νέες αγορές. Μέχρι, το δίχως άλλο, να τον πάρουν και εκεί χαμπάρι. Γιατί το viral μπορεί να σε εκτοξεύσει, αλλά σε βάθος χρόνου, μόνο αν είσαι πραγματικά ξεχωριστός καταφέρνεις και μένεις στην κορυφή για περισσότερο του «εφήμερου». Κάτι που δεν ισχύει στη συγκεκριμένη περίπτωση.