Στην ελληνική εκδοχή της σόουμπιζ υπάρχουν δύο δρόμοι που μπορείς να ακολουθήσεις. Αυτός του να είσαι μέρος της, αλλά να καταφέρνεις να την οριοθετείς για να κρατάς ακέραιη την αξιοπρέπεια της ζωής σου και αυτός του να γίνεσαι με τα μπούνια ενεργό κομμάτι της. Να την τροφοδοτείς, να της έχεις δώσει τα ηνία, να ξέρεις ότι μπορεί να σε κατασπαράξει χωρίς να φέρεις αντίσταση. Για τον Πάνο Μουζουράκη ήρθε η στιγμή του δεύτερου.
Από το ξεκίνημα του φαινόταν για τύπος που θα καταφέρει να κρατηθεί στο πλαίσιο της πρώτης πορείας. Και για κάμποσο διάστημα το πετύχαινε. Κάποια στιγμή άλλαξε το τσιπάκι, δίχως προφανή λόγο, και ήρθε η ώρα να γευτεί τους σάπιους καρπούς της ελληνικής σόουμπιζ. Γιατί όταν αφήνεις ανοιχτές τις πόρτες και τις μπαλκονόπορτες, δε μπορεί να πιστεύεις ότι δεν θα μπει ποτέ κανείς στο σπίτι σου. Δεν δικαιούσαι διά να ομιλείς.
Έτσι την πατάνε όλοι Πάνο Μουζουράκη. Ξεκινούν να δίνουν λίγο λίγο τον χώρο στους παρεπιδημούντες και ξαφνικά συνειδητοποιούν ότι οι ίδιοι είναι που περισσεύουν. Οπότε, κάνεις εσύ την δήλωση «παίζω playstation, παίζω xbox», την παίρνουν οι άλλοι, τα παράσιτα ντε, βάζουν μπιπ στο playstation και το xbox και μετά από λίγες ώρες μαθαίνεις ότι δήλωσες πως παίζεις τα γεννητικά σου όργανα.
Και σπας το κεφάλι σου να θυμηθείς. «Πότε είπα τέτοιο πράγμα εγώ ρε παιδιά;» αναρωτιέσαι. Δεν είσαι εξ αρχής απόλυτα αρνητικός, γιατί κατά καιρούς σου έχουν ξεφύγει διάφορα. Τελικά θυμάσαι ότι δεν είπες ποτέ κάτι τέτοιο. Το κακό όμως έχει γίνει. Όσοι διαβάζουν την είδηση σχηματίζουν μια εικόνα για σένα. Κάποιοι άλλοι σπεύδουν να σχολιάσουν στις αναρτήσεις «μα πόσο γελοίος είναι;».
Στην καλύτερη. Κάποιοι σου «προσφέρουν» χειρότερους χαρακτηρισμούς. Όλο αυτό το ντόμινο σε έχει τοποθετήσει στο επίκεντρο μιας σκληρής αντιμετώπισης. Σκληρής και άδικης, μιας και δεν εκστόμισες ποτέ όσα σου απέδωσαν. Το εξώδικο που απέστειλες αργότερα είναι σα να ρίχνεις αλάτι σε φαγητό που έχεις ήδη μαγειρέψει. Δε θα αλλάξει πολλά στην γεύση του.
Φυσικά δεν γίνεται να υποθέσουμε για τον Μουζουράκη ότι όλα αυτά του ήταν άγνωστα. Αναγκαστικά και για λόγους δημοσίων σχέσεων έπρεπε να υποκύψει σε πολλά πράγματα που δεν ήθελε με τίποτα να έχει σχέση όταν ξεκινούσε. Λογικά επακόλουθα όσα συνέβησαν. Σίγουρα, θα πει κάποιος «δηλαδή δεν μπορεί ένας άνθρωπος να παραμείνει αξιοπρεπής και να αλλάξει εκ των έσω τα κακώς κείμενα;».
Η απάντηση έχει δοθεί πολλές φορές στο παρελθόν. Όποιος τολμάει να το κάνει, τα αρπακτικά που θρέφονται από αυτή την παραπλάνηση τρέχουν να τον ξεκοιλιάσουν. Τον ξεφτιλίζουν και μετά καταλήγει χειρότερα απ΄ότι αν ξεφτιλιζόταν μόνος του.
Γι΄αυτό και ο επίλογος απευθύνεται, ή καλύτερα αφορά αυτούς. Να δεχτούμε ότι η εκπομπή του STAR με τους Καραβάτου-Κατσούλη όντως έβαλε τα μπιπ γιατί δεν μπορούσε να κάνει διαφήμιση σε προϊόντα. Το πρότερο τους παρελθόν μας δίνει το δικαίωμα να το κάνουμε. Αν και για όλους έρχεται εκείνη η στιγμή που εκπίπτουν. Οι υπόλοιποι που θεώρησαν ότι χρήζει αναφοράς και μάλιστα με πηχυαίους τίτλους αυτή η δήλωση του Μουζουράκη, τι ακριβώς σκέφτονται; Ποια ξεμωραμένη πλευρά του εγκεφάλου τους τους ώθησε να αφιερώσουν λέξεις σε αυτό;
«Έτσι κάνουν όλοι» φωνάζει μια φωνή. Όντως. Έτσι κάνουν όλοι. Κι εδώ και στο εξωτερικό. Αυτό τι σημαίνει; Ότι θα πρέπει να διαιωνίζεται; Τι είμαστε; Στρατιωτικό ανέκδοτο; Κάποτε πρέπει να μπει μια γραμμή τερματισμού. Να αποφασίσουμε να κάνουμε το «έτσι κάνουν όλοι» σε «έτσι κάνουν αυτοί οι ξεπερασμένοι». Για να μπορεί να σχηματίζει άποψη το κοινό πάνω στην αλήθεια.
Για να μην σταμπάρονται αβρόχοις ποσί κάποιοι άνθρωποι. Για να μπορούμε πάνω απ΄όλα να πούμε ότι κάναμε σωστά τη δουλειά μας. Κι όταν έρθει το βράδυ, τότε που θα πλύνουμε τα μούτρα μας για να κοιμηθούμε, να μην έχει να μας προσάψει τίποτα ο εαυτός μας. Να τον κοιτάξουμε, όχι με περηφάνια, αλλά έστω χωρίς ενοχές…