Πώς μπόρεσες να το κάνεις, ρε άνθρωπε;

Είδες το κακό με δρασκελιές να πλησιάζει, σ’ έναν κάδο αποριμμάτων στην Πετρούπολη. Και το κακό ήσουν εσύ

 Μπορεί να το ήθελες το παιδί. Να το επεδίωξες. Η σύντροφός σου το ίδιο. Να ήταν η ελπίδα του μέλλοντος. Ο σκοπός σας στη ζωή, η ολοκλήρωσή σας ως άνθρωποι. Από τη στιγμή μάλιστα που έμαθες ότι είναι αγόρι, μπορεί να ονειρευόσουνα βόλτες και μπάλα και συζήτηση για κορίτσια και τέτοια μπαμπαδίστικα πράγματα.

Να ψάχνατε πορτ μπεμπέ και καρότσι και λίκνο και φορμάκια και καλτσάκια και αυτά τα παιχνιδάκια που τα βάζεις πάνω από την κούνια και αυτά περιστρέφονται βγάζοντας μουσική κι έτσι βοηθούν το βρέφος να ηρεμήσει και να αποκοιμηθεί. Εσύ, όμως, το κοίμησες για πάντα. Πώς μπόρεσες να το κάνεις;

Μπορεί να μην το ήθελες κιόλας. Αυτή να ήταν και για τους δυο σας μια ανεπιθύμητη εγκυμοσύνη. Εν μέρει τουλάχιστον, μια και δεν την διακόψατε όταν μπορούσατε αλλά την αφήσατε να πάει μέχρι τέλους. Μπορεί να την ξεκινήσατε αγαπημένοι και ενωμένοι και να την ολοκληρώσατε τσακωμένοι. Μπορεί εσύ να είσαι παντρεμένος κι αυτή ανήλικη ή εσύ δεσμευμένος κι εκείνη παντρεμένη ή οποιοσδήποτε άλλος συνδυασμός που αυτομάτως σας βάζει στο μάτι του κυκλώνα της κοινωνικής κατακραυγής -κι αυτό δεν το αντέχετε. Μα, ακόμα κι έτσι, πώς μπόρεσες να το κάνεις;

Μπορεί αμφότεροι να μην κάνατε όλες τις απαιτούμενες ιατρικές εξετάσεις ή καθόλου εξετάσεις και το παιδί να γεννήθηκε με πρόβλημα σοβαρό. Μπορεί να μην γεννήθηκε καν σε νοσοκομείο αλλά στο πάτωμα ή στο τραπέζι της κουζίνας. Μπορεί στη διάρκεια της εγκυμοσύνης να προέκυψε οικονομική καταστροφή τέτοια που (σκεφτήκατε ότι) θα ήταν αδύνατον να το μεγαλώσετε.

Μπορεί να είστε απογοητευμένοι από τη ζωή, απέλπιδες, καταθλιπτικοί, απομακρυσμένοι από τις οικογένειές σας, καράβια τσακισμένα της ζωής για 1002 λόγους που γύρισαν το κουμπάκι του μυαλού στο κακό. Όμως μαζί αποφασίσατε να το πάτε μέχρι το τέλος κι εσύ το εκτέλεσες. Πώς μπόρεσες να το κάνεις;

Μπορεί τα 87 δευτερόλεπτα που μεσολάβησαν από τη στιγμή που βγήκες από το αυτοκίνητο με το βρέφος στα χέρια, μέχρι που επέστρεψες σ’ αυτό μόνος, να σου φαίνονται ακόμα σαν όνειρο. Σαν εξωσωματική εμπειρία. Σαν κάτι που δεν συνέβη σ’ εσένα, αλλά το παρακολούθησες ως θεατής.

Οι μηχανισμοί άμυνας του ανθρώπου, άλλωστε, είναι πανίσχυροι. Δεν μας αφήνουν ποτέ να μπούμε 100% στο ρόλο του κακού της ιστορίας, για να μην καταστραφούμε ακόμα και όταν σκοτώνουμε εκ προμελέτης, όπως εσείς. Έλα μου όμως που το κακό είναι -όχι μόνο πιο ελκυστικό, αλλά- πολύ πιο πεπειραμένο από το καλό. Παγώνει τα συναισθήματα για όσο χρειαστεί. Η αίσθηση όμως είναι εκεί, ζωντανή. Πώς, λοιπόν, μπόρεσες να το κάνεις;

Σε κάθε περίπτωση, ανάμεσα σ’ εμάς και την πραγματικότητα παρεμβάλλονται τα συναισθήματά μας. Που εδώ δεν είχαν να κάνουν με μία σκέψη που με κάποιο τρόπο μπορείς να διώξεις, αλλά με μια καρδιά που χτυπούσε στην αγκαλιά σου. Ένα ανθρωπάκι που έπαιρνε τις πρώτες του ανάσες στον κόσμο, έχοντας παλέψει 9 μήνες για να τον γνωρίσει από κοντά. Και ό,τι πρόλαβε να γνωρίσει είναι χαρτοπετσέτες στο στόμα, τον δικό του ομφάλιο λώρο στο λαιμό του, τύλιγμα σκοινιού, ασφυξία και μετά παγωνιά. Και μετά τίποτα. Πώς άντεξες να το κάνεις αυτό;