Αξιοθρήνητος ή μήπως μελλοθάνατος;

Ναι, όλοι έστω ένα χαμόγελο το σκάσαμε. Το πράγμα όμως δεν είναι καθόλου αστείο...

Ο Λίονελ Μέσι σκόραρε ένα από τα ομορφότερα και πιθανότατα το πιο δύσκολο γκολ στο φετινό Παγκόσμιο Κύπελλο. Ο Χαβιέρ Μασεράνο έχει αφήσει ενθύμιο ένα «μνημείο» αυταπάρνησης, τρέχοντας ματωμένος για να φάει γρασίδι και να ανακτήσει μπάλες σε όλα τα μήκη και τα πλάτη του γηπέδου. Κανονικά θα έπρεπε να ασχολούμαστε μετά το τέλος του ματς με τον αρχηγό ή τον υπαρχηγό της Αργεντινής, ή έστω με την άκρως προβληματική (ξανά) εμφάνιση της και το μερίδιο ευθύνης των δύο στη μετατόπιση αυτής της εικόνας κάτω από το χαλί.

Το προσωπικό σόου του Ντιέγκο Μαραντόνα ωστόσο επισκίασε τα πάντα, σαν ο ίδιος να ήθελε να συμβεί έτσι. Σα να ήθελε να είναι αυτός ο πρωταγωνιστής, κλέβοντας τους προβολείς από τους αυθεντικούς τέτοιους της δραματικής πρόκρισης. Και δίχασε την κοινή γνώμη, με τρόπο που ο Μέσι, ο Μασεράνο και η υπερπροσπάθεια ενός συνονθυλεύματος για να έρθει αυτό το 2-1 πέρασαν στα ψιλά.

«Αξιοθρήνητος», «αξιολύπητος», «θλιβερός» και «αυτοεξευτελισμός», ήταν οι εκφράσεις που φορέθηκαν κατά κόρον στα social media απ’ όσους βρήκαν αποκρουστική την εικόνα του Ντιέγκο.

Για κάποιους άλλους, ο Μαραντόνα έχει το ακαταλόγιστο να κάνει ό,τι θέλει, αφού έτσι τον μάθαμε και τον αγαπήσαμε: ως έναν «αλήτη» του ποδοσφαίρου, το γνήσια «κακό» παιδί που πλαισίωσε το κάδρο της «θεϊκής υπόστασης» του με τον παθιασμένο, ασυμβίβαστο χαρακτήρα του.

Η αλήθεια είναι ότι ο Ντιέγκο ήταν πάντα αυτός. Όταν μετά το «χέρι του Θεού» δήλωνε ότι «δεν θα το μετανιώσω ούτε στο νεκροκρέβατο μου γιατί έκλεψα τους κλέφτες Άγγλους». Όταν πανηγύριζε το γκολ απέναντι στην Ελλάδα στο Μουντιάλ του ’94 με βλέμμα, μελίγγια και πώρωση εμφανώς «φτιαγμένου» μπροστά στην κάμερα. Όταν άνοιγε πυρ με αεροβόλο κατά δημοσιογράφων έξω από το εξοχικό του και όταν νταραβεριζόταν με την ιταλική Μαφία, χάνοντας διαρκώς προπονήσεις, πιθανότατα και ένα πρωτάθλημα για λογαριασμό της Νάπολι.

Από την άλλη βέβαια, αν δεν ήταν αυτός που ήταν, πιθανότατα δεν θα είχε αγνοήσει ποτέ τη διοίκηση της Νάπολι για να παίξει το 1984 φιλικό αγώνα σε ένα λασπωμένο χωράφι κόντρα σε ερασιτεχνική ομάδα, προκειμένου να συγκεντρωθεί το ποσό που απαιτούνταν για τη διάσωση ενός ασθενούς παιδιού, που έπρεπε επειγόντως να μεταφερθεί και να υποβληθεί σε επέμβαση στη Γαλλία.

Όσοι τον αποθέωναν ανέκαθεν κάνοντας τα στραβά μάτια μπροστά στις ανθρώπινες αδυναμίες του, προφανώς δεν δικαιούνται τώρα να τον «λιθοβολούν». Όσοι όμως διαχώριζαν από τότε τον ποδοσφαιριστή Μαραντόνα από τον άνθρωπο Μαραντόνα, είναι κατά τη γνώμη μου αυτοί που μπορούν να επικρίνουν και να βάλλουν εναντίον του με καθαρή… συνείδηση.

Υπάρχει και μια μεγάλη κατηγορία ανθρώπων, που αντιμετώπισαν με χιούμορ την όλη κατάσταση, τρολάροντας τις αντιδράσεις του Ντιέγκο, από τις επικλήσεις του προς τον ουρανό, έως τον προσωρινό λήθαργο του κατά τη διάρκεια του αγώνα και τις άσεμνες χειρονομίες του μετά το δεύτερο γκολ.

Δημοσιεύτηκαν πολλά εμπνευσμένα memes είναι η αλήθεια, που προκάλεσαν γέλιο.

Στην πραγματικότητα όμως το πράγμα δεν είναι καθόλου αστείο.

Ο Μαραντόνα κινδυνεύει. Είναι εμφανές ότι έχει κυλήσει ξανά. Το βίντεο που τον δείχνει ανήμπορο να περπατήσει και χρειάζεται βοήθεια ακόμα και για να καθίσει στην πολυθρόνα είναι απολύτως ενδεικτικό της κατάστασης του. Έχουν περάσει 14 χρόνια από τότε που ο Ντιέγκο χαροπάλευε στην εντατική κλινικής του Μπουένος Άιρες, ανακάμπτοντας από οξύ καρδιακό επεισόδιο. Ακολούθησε η αποτοξίνωση του και η δημιουργία εντυπώσεων ενός ανθρώπου που διάγει πια «κανονική» ζωή.

Έμοιαζε τόσα χρόνια «καθαρός». Είναι κάτι παραπάνω από βέβαιο όμως πια ότι δεν παραμένει τέτοιος. Οι προσωπικοί δαίμονές του έχουν επιστρέψει σαν αιμοβόρες Σειρήνες.

Ο Ντιέγκο χρειάζεται πια (ξανά) βοήθεια. Και όχι έναν σκηνοθέτη διαρκώς «κολλημένο» πάνω του να προκαλεί με την τοξικότητα του απορίες στους πιτσιρικάδες: αν αυτός ο άνθρωπος είναι ίδιος με εκείνον που μέσω διηγήσεων και YouTube γνώρισαν ως το παιδί ενός ανώτερου Θεού, με δισεκατομμύρια «πιστούς» σε όλο τον κόσμο.