Οι γονείς είναι ιερό πράγμα.
Όσο υπερβολικοί κι αν είναι, όσο κουραστικοί κι αν μπορούν να γίνουν, δεδομένου ότι το κίνητρό τους είναι αγνό, τους συγχωρούνται όλα.
Ή μάλλον όχι. Σχεδόν όλα…
Εξαίρεση αποτελούν κάποιες συγκεκριμένες φράσεις τους που στοίχειωσαν τα παιδικά σου χρόνια.
Κάποιες ατάκες που -λες και τις ξεπατίκωσαν όλοι από κάποιο εγχειρίδιο- βουίζουν στ’ αυτιά όλων μας ακόμα και τώρα που μεγαλώσαμε.
Αφόρητα επαναλαμβανόμενες ατάκες όπως, για παράδειγμα, οι εξής:
«Εγώ στην ηλικία σου έπιανα την πέτρα και την έστιβα»
Ως γνωστόν, τα πάντα οι πατεράδες μας τα έκαναν καλύτερα από μας. Δεν υπάρχει τομέας (σύμφωνα με τα λεγόμενά τους) που να μην ήταν ανώτεροι στην εποχή τους. Ε, αυτή τη συντριπτική υπεροχή επιχειρεί να περιγράψει η χιλιο-ακουσμένη μεταφορά με τον… χυμό της πέτρας. Το κλισέ κάθε γκρινιάρη μεσήλικα, που συνοδεύεται απαραιτήτως με ξινισμένο/απαξιωτικό βλέμμα και υπονοεί είτε την απουσία δυναμισμού, είτε την απουσία… διάθεσης του κανακάρη για δουλειά.
«Όταν κάνεις κι εσύ παιδιά θα με θυμηθείς»
Η αλήθεια είναι πως όταν έρθει εκείνη η ώρα, όντως επαληθεύονται. Όπως συμβαίνει με πολλά ακόμα θέματα που δεν θέλεις να το παραδεχθείς, αποδεικνύεται ότι τελικά έχουν δίκιο. Μέχρι να φτάσεις όμως στο σημείο ν’ ανησυχείς κι εσύ υπερβολικά για τα παιδιά σου έχεις ακούσει εκατομμύρια φορές τη συγκεκριμένη φράση να δικαιολογεί προτροπές «ζακέτα να πάρεις» ή 65 σερί αναπάντητες κλήσεις ενώ έχεις βγει για ποτό.
«Η μπάλα δεν θα σου δώσει να φας»
Εκτός της περίπτωσης να έχεις γίνει ποδοσφαιριστής (ή έστω αθλητικός συντάκτης) δεν βγάζεις λεφτά από την μπάλα. Γνωρίζοντας από τότε λοιπόν ότι στατιστικά δεν υπήρχαν μεγάλες πιθανότητες να γίνεις… Δομάζος και φοβούμενος τον κίνδυνο να παραμελείς τα μαθήματά σου, ο υπερπροστατευτικός γονιός επιχειρούσε να σε προσγειώσει: Διευκρινίζοντάς σου ΚΑΘΕ φορά που έβλεπες «ποδόσφαιρα» ότι δεν επρόκειτο να βγάλεις μεροκάματο.
«Δεν υπόσχομαι…»
Η απόλυτη υπεκφυγή. Μια λεκτική «ντρίμπλα» που αν και ήταν προφανής, την έχεις φάει εκατοντάδες φορές στη ζωή σου. Κάθε φορά που διατύπωνες μια υπερβολική επιθυμία (ή εν πάση περιπτώσει κάτι που δεν μπορούσε να γίνει) δεν σου έδιναν το δικαίωμα να γκρινιάξεις απαντώντας ευθέως «όχι». Αντ’ αυτού χρησιμοποιούσαν το τέρμα αόριστο «δεν υπόσχομαι», που επέτρεπε μεν κάποιες ελπίδες να σου γίνει το χατίρι, αλλά ουσιαστικά ήταν ένα διακριτικό… πιστόλι.
«Είδες τον Κωστάκη; – Δεν με νοιάζει τι κάνουν οι άλλοι»
Ένας προκλητικός παραλογισμός. Μια χυδαία τακτική της γονεϊκής χούντας. Όταν επρόκειτο για παραδειγματισμό σε τομέα που τους συνέφερε (καλοί βαθμοί, εργατικότητα, γάμος) επικαλούνταν ονομαστικά περιπτώσεις φίλων ή γνωστών. Όταν εσύ αντίστοιχα επικαλούσουν παραδείγματα που δεν τους βόλευαν (γονείς που αγόραζαν μηχανάκι, επέτρεπαν να φοράς σκουλαρίκι ή άφηναν τα παιδιά έξω ως αργά) την έκαναν γυριστή δηλώνοντας αδιαφορία για τις τακτικές άλλων.