Η μαζική διακοπή ηλεκτροδότησης που έπληξε την Ιβηρική Χερσόνησο τη Δευτέρα και εκτιμάται ότι επηρέασε πάνω από 50 εκατομμύρια ανθρώπους και στοίχισε τη ζωή σε τουλάχιστον πέντε, δεν είναι κάποιο «προσεχώς» από δυστοπική ταινία του μέλλοντος, αλλά ένας υπαρκτός κίνδυνος του σήμερα που πρέπει να λειτουργήσει ως καμπανάκι αφύπνισης.
Του σήμερα και του… χθες θα μπορούσαμε να πούμε, καθώς μόνο στην Ελλάδα το γενικό μπλακ άουτ μας χτύπησε τρεις φορές την πόρτα. Η πρώτη ήταν ένα μήνα πριν από τους Ολυμπιακούς Αγώνες του 2004. Τότε (13.07.2004) στις 12.39 μ.μ. σημειώθηκε γενική διακοπή ρεύματος στη Στερεά Ελλάδα, τα νησιά Αιγαίου, την Πελοπόννησο και μέρος της Θεσσαλίας και των Ιόνιων Νήσων. Ο λόγος ήταν η υπερβολική ζήτηση (9.200 Μεγαβάτ μόνο στην Αθήνα) που παρατηρήθηκε εξαιτίας των υψηλών θερμοκρασιών. Το πρόβλημα δεν οφειλόταν σε έλλειψη ενέργειας, αλλά προκλήθηκε από λάθος χειρισμούς της υψηλής τάσης στο Σύστημα Ελέγχου, Μεταφοράς και Παραγωγής Ενέργειας.
Το κακό ήταν μικρό, αφού μία ώρα μετά τη διακοπή η ηλεκτροδότηση είχε επανέλθει στο 70% της Αττικής.
Στις άλλες δύο περιπτώσεις που η χώρα μας βρέθηκε στα πρόθυρα ενός μεγαλύτερου σε έκταση μπλακ άουτ, το οποίο όμως εν τέλει αποτράπηκε, οι λόγοι ήταν διαφορετικοί. Ήταν η αστάθεια που προκλήθηκε από την πλεονάζουσα παραγωγή, όπως ακριβώς συνέβη σε Ισπανία και Πορτογαλία.
Το φαινόμενο που εγκυμονεί κινδύνους για την ενεργειακή ασφάλεια είναι η σημαντική υστέρηση ανάπτυξης των ηλεκτρικών δικτύων έναντι της αθρόας εγκατάστασης ΑΠΕ και κυρίως φωτοβολταϊκών, που παράγουν μαζικά συγκεκριμένες ώρες του 24ώρου. Πριν το μπλακ άουτ στην Ισπανία η ζήτηση ήταν σε χαμηλά επίπεδα, ενώ υπήρχε υπερπαραγωγή πράσινης ενέργειας. Σχεδόν όλη η ενέργεια, συγκεκριμένα το 86%, προερχόταν από τις πράσινες μονάδες. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα, στις 12:30, όταν η ζήτηση ήταν ιδιαίτερα χαμηλή, να δημιουργηθεί ανισορροπία προσφοράς και ζήτησης, αστάθεια στο δίκτυο και τελικά μπλακ άουτ, καθώς δεν υπήρχαν αποθηκευτικά συστήματα.
Στην Ισπανία υπάρχουν λίγες μονάδες που αποθηκεύουν την περίσσεια πράσινη ενέργεια. Στην Ελλάδα δεν υπάρχουν καθόλου τέτοιες μονάδες, παρότι λόγω ήλιου περισσεύουν πολύ μεγάλες ποσότητες. Έτσι, κάθε άνοιξη υπάρχει ζήτημα, με πιο πρόσφατο παράδειγμα το φετινό Πάσχα.
Ο μεγαλύτερος κίνδυνος εντοπίζεται όταν υπάρχει υπερπαραγωγή πράσινης ενέργειας – λόγω μεγάλης ποσότητας «τσάμπα» ήλιου και «τσάμπα» ανέμου – και η ζήτηση είναι χαμηλή, δηλαδή μια μέρα αργία, όπως το Πάσχα. Αυτές τις μέρες ο ΔΕΔΔΗΕ (Διαχειριστής Ελληνικού Δικτύου Διανομής Ηλεκτρικής Ενέργειας) αποκόπτει τις μονάδες από τα δίκτυα, για να μην υπάρξει υπερέγχυση. Αυτό είναι εφικτό, διότι οι περισσότερες πράσινες μονάδες στα πράσινα πάρκα έχουν αυτοματοποιημένα συστήματα. Οι μικρές μονάδες όμως, δεν έχουν αυτοματοποιημένα συστήματα. Αυτό σημαίνει πως πρέπει να πάει ο παραγωγός και να κατεβάσει με το χέρι του το διακόπτη. Όμως το alert σε έναν παραγωγό σημαίνει ότι κάποιοι θα πρέπει να μεταβούν από μία πόλη σε μία άλλη ώστε να κατεβάσουν το διακόπτη.
Έτσι λοιπόν, την Κυριακή του Πάσχα, από τις 11 έως τις 17.00 οι παραγωγοί ειδοποιούνταν με Alert μέσω γραπτών μηνυμάτων, να αποκόψουν τις μονάδες τους από το σύστημα ώστε να μην έχουμε μπλακ άουτ!
Η Ελλάδα ακολούθησε ένα στρεβλό μοντέλο ανάπτυξης και σε αυτό τον τομέα. Στις αδειοδοτήσεις των μονάδων ΑΠΕ (Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας) δεν τέθηκε ως προαπαιτούμενο η εγκατάσταση μονάδων αποθήκευσης. Μάλιστα έγινε υπερεγκατάσταση ΑΠΕ, ενώ η ζήτηση στη χώρα είναι συγκεκριμένη (και περιορισμένη).
Η υπερεγκατάσταση συνιστά υπερέγχυση σε ένα δίκτυο συγκεκριμένης, περιορισμένης, χωρητικότητας. Και τελικό το δίκτυο κλατάρει αφού δεν υπάρχει η δυνατότητα ούτε αποσύνδεσης όλων των μονάδων από το σύστημα, αλλά ούτε αποθήκευσης ενέργειας.
Τι θα έπρεπε να είχε γίνει; Όποιος π.χ. παίρνει άδεια για φωτοβολταϊκά, να βάζει αντίστοιχη αποθηκευτική μονάδα – μια μπαταρία. Ακόμα καλύτερα όλα τα πράσινα πάρκα να διέθεταν αποθηκευτικές μονάδες. Το έχουν κάνει χώρες όπως η Σουηδία και η Ολλανδία, οι οποίες και δεν αντιμετωπίζουν τέτοιου είδους προβλήματα.
Τον Αύγουστο του 2023 και το Φεβρουάριο του 2024 ήταν άλλες δύο περιπτώσεις που φτάσαμε κοντά στο μπλακ άουτ. Τα εν λόγω συμβάντα ταρακούνησαν τον ΑΔΜΗΕ, ο οποίος χτύπησε «καμπανάκι» στις αρμόδιες αρχές για τη λήψη μέτρων. Τα μέτρα αυτά ήταν η ετοιμότητα σε ότι αφορά την αποκοπή μονάδων από το σύστημα.
Στο ελληνικό σύστημα έχουν εγκατασταθεί πάνω από 16.000 μεγαβάτ ΑΠΕ, όταν η συνολική ζήτηση σε περιόδους μη αιχμής (καλοκαιρινούς και χειμερινούς μήνες ) κινείται γύρω στις 6.000 με 6.500 μεγαβάτ και σε περιόδους αιχμής φτάνει τα 11.000 μεγαβάτ. Σε αυτές τις δύο περιπτώσεις η πλεονάζουσα παραγωγή προκάλεσε αστάθεια (χάθηκαν περί τα 1.000 MW. από το σύστημα) η χώρα θα είχε βυθιστεί στο σκοτάδι εάν οι διασυνοριακές γραμμές ήταν υπερφορτωμένες.
Διαφορετικός ήταν ο λόγος του μπλακ άουτ που βίωσαν για τουλάχιστον 8 ώρες τον Δεκαπενταύγουστο του 2024 τα νησιά τα νησιά Φολέγανδρος, Σίκινος και Ίος. Τότε οι δύο γραμμές διασύνδεσης αυτών των νησιών με την Πάρο κατέρρευσαν λόγω υπερφόρτωσης. Ο συνδυασμός καύσωνα και υψηλής τουριστικής κίνησης ανέβασε τη ζήτηση σε επίπεδα που όταν σχεδιάστηκαν οι γραμμές πριν από πολλές δεκαετίες ήταν αδύνατον να προβλεφθούν.