Ταπεινή, προσγειωμένη και πολύ προσεκτική στα λόγια και στις διατυπώσεις της. Η Καλλιόπη Λημναίου-Παπακώστα διαφέρει κατά πολύ από άλλους αρχαιολόγους (και μη) που κατά καιρούς έχουν απασχολήσει την επικαιρότητα σχετικά με το θέμα του τάφου του Μεγάλου Αλεξάνδρου.
Το Ιερό Δισκοπότηρο της αρχαιολογίας, έτσι κι αλλιώς, έχει προσελκύσει ανθρώπους ακόμη και εντελώς άσχετους με το αντικείμενο, να διατυπώνουν με περισπούδαστο ύφος θεωρίες, οι οποίες πολλές φορές βασίζονται σε οτιδήποτε άλλο εκτός από ιστορικά γεγονότα και ανάλογες πηγές. Προφανώς η Ελληνίδα που εδώ και περισσότερα από 25 χρόνια έχει μετατρέψει την Αλεξάνδρεια σε… σπίτι της, δεν ανήκει σε αυτήν την κατηγορία.
Ίσως, έχοντας μάλιστα απόλυτη επίγνωση της σημασίας μιας τέτοιας ενδεχόμενης ανακάλυψης, γι’ αυτό παραμένει σεμνή σε συγκινητικό βαθμό, ακόμη κι όταν το έργο της διαφημίζεται στα πέρατα της οικουμένης μέσα από τηλεοπτικές παραγωγές κολοσσών όπως το National Geographic και το Netflix!
Έμεινε στην Αλεξάνδρεια
Όπως λέει και η ίδια δεν διακατέχεται από κάποια εμμονή προκειμένου να βρει τον τάφο του κορυφαίου στρατηλάτη όλων των εποχών. Απλά από τη στιγμή που το αντικείμενο εργασίας της αφορά σε ανασκαφές στην πιο γνωστή πόλη που φέρει το όνομά του, οι συνειρμοί είναι αναπόφευκτοι. Ωστόσο ανήκει σε εκείνη την κατηγορία επιστημόνων που θεωρούν πως βάσει στοιχείων, αναφορών και κειμένων, ο Αλέξανδρος τάφηκε εκεί. Το αν το φυσικό σώμα του παρέμεινε ή όχι στην περιοχή, είναι άγνωστο και η Καλλιόπη Λημναίου-Παπακώστα δεν τρέφει αυταπάτες για το αντίθετο.
Στην Αίγυπτο βρέθηκε το 1996 για να λάβει μέρος σε ένα συνέδριο με θέμα «Αλέξανδρος και Αλεξάνδρεια». Γοητευμένη έτσι κι αλλιώς από τα πεπραγμένα του Μακεδόνα στρατηλάτη ο οποίος απασχολεί έντονα την ανθρωπότητα ακόμη και σχεδόν 2.500 χρόνια μετά το θάνατό του, από το 1998 άρχισε τις ανασκαφές στην ευρύτερη περιοχή.
Μέσα σε αυτό το πλαίσιο το 2000 δημιούργησε το Ελληνικό Ινστιτούτο-Ίδρυμα Αλεξανδρινού Πολιτισμού (HRIAC), στο οποίο συμμετείχαν Έλληνες της ομογένειας αλλά και άλλες διεθνείς προσωπικότητες. Οι αρχικές έρευνες έγιναν σε μια τοποθεσία που ονομάζεται Terra Sancta γύρω από τον Τάφο του Αλαβάστρου. Στα χρόνια που ακολούθησαν έκανε μια έρευνα στο Εβραϊκό Νεκροταφείο της πόλης, όπου όμως, δεν ήταν δυνατό να προχωρήσει σε ανασκαφές, ενώ από το 2007 η σκαπάνη της βρέθηκε στο πάρκο Σαλαλάτ.
Το ιδιαίτερο εύρημα και η διεθνής προβολή
Είχαν περάσει 14 χρόνια συνεχούς παρουσίας και διαρκών ανασκαφών στην περιοχή όταν συνέβη ένα γεγονός που πιθανότατα ήταν απλά συμπτωματικό, αλλά δύσκολα μπορεί κανείς να μην το θεωρήσει σημάδι. Όπως έχει αποκαλύψει και η ίδια σε συνεντεύξεις της, ήταν αρκετά απογοητευμένη από την μικρή πρόοδο στις ανασκαφές. Μετέβη λοιπόν στο σημείο αποφασισμένη να ανακοινώσει στους συνεργάτες της ότι δεν θα συνέχισαν σε εκείνο το σημείο.
Τότε, λοιπόν, σε μια μικρή τάφρο έκτασης μόλις 15 τετραγωνικών μέτρων υποχώρησε το χώμα και σε βάθος οκτώ μέτρων φάνηκε ένα μέρος του αγάλματος που αργότερα θα ερχόταν στο φως. Η ίδια θεωρεί πως αυτή είναι και η πιο σημαντική ανακάλυψη στα χρόνια που δραστηριοποιείται καθώς επρόκειτο για ένα άγαλμα του Μεγάλου Αλεξάνδρου! Και αυτή ήταν η μοναδική που έβλεπε κανείς την αναπαράστασή του και όχι μια εξιδανικευμένη εκδοχή της, όπως συμβαίνει με μεταγενέστερα έργα.
Θεωρεί ότι αυτή είναι η ανακάλυψη που ξεχωρίζει, ενώ στην ίδια κατηγορία ανήκουν και άλλα πράγματα που έχει φέρει στο φως. «Δεν μπορώ να περιγράψω με λόγια πώς ήταν αυτή η στιγμή. Αυτή είναι η ανταμοιβή για έναν αρχαιολόγο. Απλώς δείχνει πόσο τυχερή είμαι. Άλλες ανακαλύψεις που μένουν μαζί μου είναι τα θεμέλια του τεράστιου αρχαίου αλεξανδρινού μνημειακού κτηρίου. Ο αρχικός βασιλικός δρόμος της πόλης και λαξευμένη σήραγγα της Πτολεμαϊκής περιόδου. Όλα αυτά ήταν υπέροχες στιγμές για μένα» είχε δηλώσει παλιότερα στο Newsweek.
Η διεθνής αναγνώριση
Η συγκεκριμένη συνέντευξή της στο γνωστό σε όλους μας περιοδικό, είναι μόνο μία από τις ενδείξεις για το status το οποίο απολαμβάνει. Παλιότερα ασχολήθηκε με την δουλειά της ακόμη και το National Geographic, με ένα ντοκιμαντέρ με τίτλο «Ο χαμένος τάφος του Μεγάλου Αλεξάνδρου», από το οποίο η Καλλιόπη Λημναίου-Παπακώστα θεωρεί ότι δημιουργήθηκε η λανθασμένη εντύπωση ότι ψάχνει αποκλειστικά αυτό.
«Δεν ψάχνω να βρω τον τάφο του Αλεξάνδρου, σαν κυνηγός θησαυρού… Όλοι οι αρχαιολόγοι του κόσμου θα ήθελαν να τον βρουν, αλλά δεν έχω εμμονή… Είμαι τυχερή που ζω και εργάζομαι στην Αλεξάνδρεια όπου σίγουρα βρίσκεται ο τάφος του. Αν θα είμαι ευλογημένη και θα τον βρω δεν το ξέρω. Συνεχίζω να κάνω ανασκαφές, έχω σημαντικά ευρήματα, αλλά δεν έχω εμμονή με τον τάφο του Αλεξάνδρου», ξεκαθαρίζει πάντως.
Πιο πρόσφατα το όνομά της ήρθε ξανά στην επικαιρότητα μέσα από ανάλογη δραματοποιημένη σειρά του Netflix. Για τη δική της συμμετοχή, λέει χαρακτηριστικά: «Δεν λείπουν τα λάθη και οι ανακρίβειες, όμως σε γενικές γραμμές ακολουθεί πιστά την πραγματική ιστορική πορεία του Αλέξανδρου. Πρέπει να έχουμε υπόψη ότι πρόκειται για μια εμπορική ταινία που απευθύνεται σε ένα παγκόσμιο κοινό με έναν τρόπο εκλαϊκευμένο, δεν είναι ένα αυστηρά επιστημονικό ντοκιμαντέρ, επόμενο είναι λοιπόν να καταφεύγει και σε κάποιες ευκολίες. Το κομμάτι, εντούτοις, με τις γνώμες των ιστορικών και των αρχαιολόγων είναι απολύτως σοβαρό και τεκμηριωμένο»…