Ήταν τέλη Ιουνίου όταν πήρα τη μεγάλη απόφαση, για πρώτη φορά στη ζωή μου να ξεκινήσω δίαιτα χωρίς επιστροφή. Όχι από εκείνες που ξεκινάς και εγκαταλείπεις μετά από λίγο, είτε γιατί κουράστηκες, είτε γιατί βαρέθηκες, είτε γιατί δεν ήρθαν γρήγορα τα επιθυμητά αποτελέσματα, είτε γιατί μπορεί να μην το είχες πάρει πραγματικά απόφαση. Αλλά για μένα είχε φτάσει το σημείο χωρίς επιστροφή.
Είχα φτάσει στο μεγαλύτερο βάρος της ζωής μου και ο τρόπος ζωής μου έδειχνε ότι δεν θα σταματούσε εκεί. Η ζυγαριά είχε δείξει 183 κιλά όταν μετά από προτροπή μίας καλής μου φίλης να ξεκινήσω δίαιτα το πήρα πια απόφαση. Έμενε μόνο ακόμα μία αφορμή για να δώσει ο αφέτης την εκκίνηση, ενός μαραθωνίου – ούτε σπριντ, ούτε μέση απόσταση.
Λίγες ημέρες μετά με την ίδια φίλη βρεθήκαμε στο ίδιο ταξί να πηγαίνουμε σε φιλικό σπίτι για βραδιά ταινίας και κατανάλωσης πιτσών και γλυκών. Η φίλη μου κάθισε πίσω στο ταξί και κρατούσε γαλακτομπούρεκα, τα οποία κατά δήλωσή της είναι τα καλύτερα που έχει δοκιμάσει ποτέ και βρίσκονται σε ένα συνοικιακό ζαχαροπλαστείο στη Νέα Σμύρνη. O τότε εαυτός μου το σκεφτόταν μέρες, αλλά είχε και στο μυαλό του ότι θα ήταν η τελευταία φορά που θα μου το επέτρεπα.
Κάθισα μπροστά στο ταξί και ήταν εκείνη η στιγμή που η απόφαση που είχα πάρει λίγες μέρες νωρίτερα θα γινόταν πραγματικότητα μετά από ένα μίνι σοκ. Η ζώνη του ταξί δεν έφτανε να κλείσει και το μυαλό μου πήγε φυσικά στο χειρότερο. Αν γινόταν για οποιοδήποτε λόγο ένα φρενάρισμα, θα μπορούσα να είχα πάθει ανυπολόγιστη ζημιά μόνο και μόνο γιατί είχα φτάσει σε ένα βάρος που ούτε οι εργοστασιακές ρυθμίσεις των ζωνών – κολοσσών της αυτοκινητοβιομηχανίας δεν επαρκούσαν για να με προστατέψουν.
Εκείνο το βράδυ δε δοκίμασα καν γαλακτομπούρεκο. Έφαγα 2 κομμάτια πίτσα, για να τα λέμε όλα, αλλά αυτό ήταν το τέλος ενός τρόπου ζωής και η αρχή ενός άλλου.
Από τότε, 1 Ιουλίου 2017, έως την 1 Απριλίου, όσο και αν φαίνεται πρωταπριλιάτικο περίεργο έχασα 74 κιλά με τον πιο λάθος τρόπο που θα μπορούσε κανείς να επιλέξει. Έναν τρόπο που δε θα συνιστούσα σε κανένα νοήμον ον αυτού του κόσμου, που αντιμετωπίζει προβλήματα βάρους και διαβάζει τον αριθμό σε σχέση με το χρονικό διάστημα.
Η διάιτα και το lifestyle που τη συνόδεψε τους πρώτους 6 μήνες ήταν παράλογα, παρότι είχε γρήγορα αποτελέσματα. Κάνοντας καθιστική ως επί το πλείστον δουλειά, τότε μάλιστα σε γραφείο μεγάλου μιντιακού συγκροτήματος, το μεσημέρι ήταν σχεδόν απίθανο να έχεις μαγειρεμένο φαγητό χαμηλών θερμίδων. Ακόμα και να είχα διάθεση να το ετοιμάζω από την προηγούμενη, μου φάνηκε πολύ αργή λύση σε σχέση με αυτό που είχα στο μυαλό μου.
Έτσι ξεκίνησα μία δική μου μέθοδο, χωρίς να συμβουλευτώ ούτε ειδικούς, ούτε να πάρω μαρτυρίες από ανθρώπους που είχαν χάσει μαζικά κιλά. Η βάση της δίαιτας ήταν απλή. Τρία «γεύματα», συνολικά όμως υποσιτισμός, αφού το πρώτο γεύμα ήταν ένα πρωινό που αποτελείτο από λίγο αγγούρι και το δεύτερο γεύμα το μεσημέρι ήταν μία φέτα καρπούζι. Το απόγευμα που γυρνούσα σπίτι ένα φιλέτο κοτόπουλο στεγνό ή ένα γιαούρτι με φρούτα ή μανιτάρια με ρύζι. Το αργότερο στις 6 το απόγευμα. Από εκεί και πέρα τίποτα. Μέχρι τις 10.30 την επόμενη ημέρα.
Στο ενδιάμεσο μιας και το καλοκαίρι ήταν στα φόρτε του αποφάσισα να ξεκινήσω περπάτημα και τρέξιμο τα ξημερώματα, ως την πιο προσιτή ώρα στις συνθήκες άθλησης που είχα στο μυαλό μου. Δύο ώρες συνολικά το βράδυ και επιστροφή, με μόνο συμπλήρωμα νερό ή ισοτονικά.
Όλη αυτή η τρέλα κράτησε σχεδόν τρεις μήνες. Όσο το καρπούζι βρισκόταν προς πώληση και με κρατούσε όλη τη μέρα. Φυσικά μέσα σε αυτούς τους μήνες υπήρξαν μετρημένες στα δάχτυλα του ενός χεριού ημέρες που έφαγα κανονικά έως «σαβούριασμα», σπάζοντας τη δίαιτα, αλλά ήταν πραγματικά σαν φτερό στον άνεμο αφού το ήξερα ότι δεν επρόκειτο να με λυγίσει ένα μπέργκερ στο γραφείο σε ομαδική παραγγελία των συναδέλφων, ούτε μία ταβέρνα με φίλους στα γενέθλιά μου.
Η απόφαση να κόψω σχεδόν τα πάντα μαχαίρι ήταν ειλημμένη. Ψωμιά, ζάχαρη, σοκολάτα, τηγανιτά, σάλτσες, λίπη, μακαρόνια, λαδερά, αλαντικά, τυριά, πίτες, πίτσες, σουβλάκια, κρέπες, παγωτά, αναψυκτικά κόπηκαν με τη μία. Μετά από λίγες εβδομάδες κόπηκε και το λάδι με το αλάτι, στις σαλάτες έμπαινε μόνο ξύδι. Την αερόβια γυμναστική συμπλήρωνε πρωινό μπάσκετ (αφού είχε ξεκινήσει πλέον η άδειά μου) και ελαφρά βάρη στο σπίτι.
Ο πρώτος μήνας έκλεισε με απώλεια 21 κιλών. Παράλληλα λόγω κάποιων άλλων προσωπικών θεμάτων, όχι υγείας, η δίαιτα σταμάτησε να επηρεάζει το μυαλό μου, πλέον πήγαινε στον αυτόματο και δεν ένιωθα να με καταβάλλει. Δεν ξέρω αν έφταιγε το φαινόμενο της κέτωσης, αλλά δεν ένιωθα κούραση, ούτε πείνα. Μου είχε μείνει βέβαια η συνήθεια να πηγαίνω και να ανοίγω κάθε τόσο το ψυγείο. Αλλά απλά κοιτούσα ή έπινα κάτι υγρό. Δε με συγκινούσε τίποτα. Ούτε καν οι μυρωδιές από το σπιτικό φαγητό.
Το θέμα δίαιτα και διαιτολόγο (παρότι δεν είχα επισκεφτεί ποτέ μου) το είχα πάρει σαν αστείο και με ενέπνευσε, μέσα σε μία γενικότερη απαλεψιά, να γράφω τέτοια αρθράκια ή αντίστοιχα στάτους στα social media, ξορκίζοντας μία υποσυνείδητη πίεση, που φαινομενικά δεν υπήρχε.
Για να μην πλατιάζω άσκοπα, στο τέλος του πρώτου 5μήνου έκανα το πρώτο γενικό τσεκ-απ με εξετάσεις αίματος, ούρων, καρδιογραφήματα, τρίπλεξ αγγείων, τεστ κοπώσεως κτλ, φοβούμενος ότι κάτι θα είχε επηρεαστεί μετά από αυτό το χωρίς όρια και έλεγχο πρόγραμμα που ακολουθούσα. Οι εξετάσεις μου ήταν οι καλύτερες της ενήλικης ζωής μου, με τα πάντα να βρίσκονται στους επιτρεπτούς μέσους όρους και σε καμία περίπτωση πάνω ή κάτω από τα όρια.
Αυτό βέβαια μην το πάρετε ως θέσφατο. Πιθανότατα ήταν θέμα τύχης ή οργανισμού. Σίγουρα υπήρξαν απώλειες που μετάνιωσα, όπως π.χ. μυικά κιλά που πρέπει να ανακτηθούν. Σίγουρα ταλαιπωρήθηκαν πάρα πολύ τα γόνατα σε τόσο μεγάλο βάρος να δέχονται τόσους κραδασμούς. Σίγουρα, μία δίαιτα φρούτων και λαχανικών για μερικούς μήνες θα λειτουργούσε και αποτοξινωτικά. Το θέμα είναι ότι υπό κανονικές συνθήκες δε θα έπρεπε κανείς να μπει σε αυτόν τον τρόπο ξαφνικής αλλαγής χωρίς να συμβουλευτεί ειδικούς.
Στόχος εξαρχής δεν υπήρχε, ούτε στο χρονικό διάστημα που θα έκανα τη δίαιτα, ούτε στο συνολικό βάρος που θα ήθελα να χάσω. Πλέον τα κιλά συνεχίζουν να χάνονται, προφανώς σε πολύ πιο αργούς ρυθμούς, με σκαμπανεβάσματα κάτι τέτοιες ημέρες γιορτών αλλά το κυριότερο είναι η αίσθηση ότι δε θα σε πάρει από κάτω, ούτε η πείνα, ούτε οι λιγούρες, ούτε οι «πειρασμοί».
Οι ημέρες τις οποίες επιτρέπεις στον οργανισμό σου να ξεφύγει είναι λίγες και ελεγχόμενες. Η γκρίνια για τις γεύσεις που σου λείπουν μειώνεται. Η ευκολία εκγύμνασης αυξάνεται. Η σκέψη ότι μπορεί να γίνει ξαφνικά ένα αντίστοιχο κλικ προς την αντίθετη πλευρά και να ξαναπάρεις μαζικά κιλά μειώνεται μέρα με τη μέρα. Δε θα πω εξαφανίζεται. Ίσως να είναι καλό κιόλας για να μην αφεθείς.
ΥΓ. Ήταν ένα κείμενο που γράφτηκε μετά από αρκετή πίεση και αφού μου είχε ξαναζητηθεί λίγους μήνες νωρίτερα, αφού δε θεωρούσα ότι είναι κάτι ξεχωριστό και σίγουρα όχι το καλύτερο παράδειγμα για ανθρώπους οι οποίοι παλεύουν να βρουν έναν τρόπο απώλειας βάρους που θα ταιριάξει στον οργανισμό τους. Δεν ξέρω ακόμα γιατί το έγραψα. Σίγουρα όχι από υπερηφάνεια, μάλλον για να επιστήσω την προσοχή στις ακραίες αποφάσεις γιατί η τύχη δε θα είναι πάντα με το μέρος όλων. Εξάλλου ακόμα είμαι στη μέση της προσπάθειας. Μπορεί και να γράφτηκε για να με κρατήσει ακμαίο ενόψει συνέχειας, υπό πιο νορμάλ συνθήκες. Θα δείξει.