Το πιο ακριβό συμβόλαιο θανάτου: Η εκτέλεση του μπόντι μπίλντερ που είχε καταδικαστεί σε θανατική ποινή

Από τη μαφία της νύχτας...

Τον Ιανουάριο του 2003 ο Βασίλης Γρίβας πέφτει σε ενέδρα κάπου στον Πειραιά. Παρά τα πυρά που δέχεται από «γνωστούς-αγνώστους», βγαίνει ζωντανός. Μερικά χρόνια αργότερα, όμως, δεν θα σταθεί το ίδιο τυχερός…

Την δεύτερη φορά οι εκτελεστές δεν κάνουν λάθος. Τον «γαζώνουν» στα Γλυκά Νερά, μπροστά στα μάτια του 11χρονου –τότε- γιου του, έξω από Δημοτικό σχολείο της περιοχής. Το παρελθόν του, αλλά και ο τρόπος δράσης των θυτών, δεν αφήνουν περιθώρια για αμφιβολίες.

Ο πρώην μπόντι μπίλντερ είναι άλλο ένα θύμα στην αδυσώπητη μάχη μεταξύ των νονών της νύχτας, πληρώνοντας με την ζωή του έναν ανοικτό λογαριασμό από το όχι και τόσο μακρινό παρελθόν.

Στην πραγματικότητα γνώριζε ότι πάνω από το κεφάλι του εκκρεμούσε η θανατική ποινή όταν λίγο διάστημα νωρίτερα ο αρχινονός με τον οποίον σύμφωνα με την αστυνομία συνδεόταν είχε δεχτεί επίθεση μέσα στις φυλακές όπου βρισκόταν εκτίοντας ποινή για σωρεία αδικημάτων συνδεόμενων με τα κυκλώματα που πούλαγαν προστασία στα μαγαζιά της Αττικής.

Εκείνο το μοιραίο για τον ίδιο πρωινό έφτασε με το αυτοκίνητό του έξω από το σχολείο του γιου του για να αφήσει το παιδί. Την ίδια στιγμή από ένα σταθμευμένο όχημα πετάχτηκε ένας άντρας ο οποίος άδειασε πάνω του εννέα σφαίρες, ενώ το 11χρονο παιδί σοκαρισμένο έτρεχε ζητώντας βοήθεια, παρά το σοκ της εικόνας του αιμόφυρτου πατέρα του… Μια εικόνα που θα το ακολουθεί για όλη του την ζωή…

Ο δράστης επιβιβάστηκε ξανά στο αμάξι που τον περίμενε ο συνεργός του και μετά από μερικές εκατοντάδες μέτρα, εγκατέλειψαν το όχημα, αφού πρώτα του έβαλαν φωτιά. Στη συνέχεια ανέβηκαν σε δύο μηχανές τις οποίες οδηγούσαν άλλα δύο άτομα και εξαφανίστηκαν. Η μεθοδολογία και ο  τρόπος δράσης τους έδειξε ανθρώπους δίχως οίκτο και τύψεις. Πληρωμένους δολοφόνους που εκτελούσαν ακόμα ένα συμβόλαιο θανάτου. Για εκείνους ήταν απλά μια μέρα στην δουλειά, όσο κυνικό κι αν μοιάζει αυτό, όταν μιλάμε για ανθρώπινες ζωές.

Για τον Γρίβα, ωστόσο, αυτή ήταν η ζωή που είχε επιλέξει… Ήδη από τα 18 του χρόνια, η σωματική διάπλασή του (καθώς ασχολιόταν συστηματικά με το μπόντι μπίλντινγκ) αποτέλεσε το διαβατήριο για τον κόσμο της παρανομίας. Όπως και αμέτρητοι άλλοι πριν από αυτόν, ξεκίνησε από χαμηλά. Εκβιασμοί, εισπράξεις και… συνετισμό μη συνεργάσιμων «πελατών».

Όταν κάποιος δεν έδειχνε ιδιαίτερα «συνεργάσιμος» στις απαιτήσεις των μαφιόζων, ο νεαρός ακόμα Βασίλης ήταν εκεί για να τον… πείσει. Με ό,τι τρόπο χρειαζόταν… Οι μέθοδοί του, βίαιοι και βάναυσοι, πολύ σύντομα δημιούργησαν αίσθηση στους κύκλους του.

Ο –τότε- πιτσιρικάς αποδείχτηκε «λαχείο» για την συμμορία με την αποτελεσματικότητά του κι έτσι δεν άργησε η ώρα της εξέλιξής του μέχρι του σημείου να γίνει το δεξί χέρι του «νονού» και να αποτελέσει διακεκριμένο στέλεχος του συνδικάτου του εγκλήματος, πράγμα που μοιραία σήμαινε ότι πλέον γινόταν και ο ίδιος στόχος στον πόλεμο του τέλους της δεκαετίας του ’90 και των αρχών της επόμενης για τον έλεγχο της «μπίζνας».

Περίπου ένα χρόνο μετά την πρώτη επίθεση εναντίον του, συλλαμβάνεται από την αστυνομία για συμμετοχή σε εγκληματική οργάνωση και καταδικάζεται σε κάθειρξη. Μερικά χρόνια αργότερα αποφυλακίζεται και επιστρέφει σε αυτό που ξέρει να κάνει καλά, στη νύχτα, έχοντας κολλήσει μάλιστα επιπλέον «ένσημα» στη φυλακή καθώς όλοι πλέον τον αναγνώριζαν ως το πρωτοπαλίκαρο του βαρυποινίτη που τότε είχε ακόμη τον έλεγχο της δουλειάς στην Αθήνα.

Το 2011 η αστυνομία έχει στα χέρια της μια λίστα με 217 ονόματα του κυκλώματος. Εκείνο του Γρίβα είναι φυσικά μέσα και μάλιστα πολύ ψηλά. Με μια κίνηση που ξαφνιάζει πολλούς, εμφανίζεται αυτοβούλως (σύμφωνα με το ρεπορτάζ πήγε με ταξί!) στις Αρχές.

«Καλησπέρα, ονομάζομαι Βασίλης Γρίβας. Ήρθα να με συλλάβετε» λέει απλά στους εμβρόντητους αστυνομικούς… Ίσως πια να ένιωθε πιο ασφαλής μέσα παρά έξω.

Και κάπως έτσι φτάνουμε στο μοιραίο για αυτόν έτος 2017. Ο άνθρωπος που είχε στο βιογραφικό του τρεις συλλήψεις, δύο καθείρξεις, μερικά χρόνια πίσω από τα σίδερα και ένας Θεός ξέρει μόνο πόσα αδικήματα, προσέχει πια σε κάθε βήμα του.

Θέλει να προφυλάξει τον εαυτό του αλλά πρωτίστως το παιδί του γνωρίζοντας καλά ότι στον δικό του κόσμο υπάρχει μόνο ένας κανόνας. «Δεν υπάρχουν κανόνες»… Ο θάνατος για εκείνον ήταν πάντα ένα ενδεχόμενο που συγκέντρωνε πολλές πιθανότητες να συμβεί. Και τον συνάντησε μπροστά στα μάτια του παιδιού του…