Στον κώδικα της ένοπλης δράσης υπάρχει ένας παραδοσιακός τρόπος αντιμετώπισης των αστικών δικαστηρίων.
Η απόλυτη και δίχως κανένα όριο άρνηση κάθε ποινικής πράξης που αποδίδεται στα μέλη των ομάδων. Ακόμα και αν σε πιάσουν έτοιμο να κάνεις ένα τρομοκρατικό χτύπημα, αν είσαι μέλος ένοπλης οργάνωσης στο δικαστήριο θα σταθείς και θα πεις ότι δεν έχεις ιδέα περί τίνος πρόκειται. Και αυτό ανεξάρτητα από το κατά πόσο τα στοιχεία είναι επιβαρυντικά ή όχι.
Αυτή η στάση έχει να κάνει με την άρνηση διαλόγου με τον «εχθρό»: για τους ένοπλους αντάρτες το να πεις ψέματα μέσα στα μούτρα του δικαστηρίου είναι κάτι ηθικά αποδεκτό.
Διότι, στον δικό τους κώδικα, καμία συναλλαγή δεν γίνεται επί ίσοις όροις με το Κράτος και άρα καμία υποχρέωση δεν υπάρχει να συνδιαλλαγείς με ειλικρίνεια μαζί του, μόνο να το κοροϊδέψεις. Για πολλούς συλληφθέντες ένοπλους αντάρτες, η ομολογία μετά από μια σύλληψη είναι εκτός συζήτησης: όσο πιο εξόφθαλμο το ψέμα περί ενοχής, τόσο το καλύτερο, τόσο ξεκάθαρη η χλεύη απέναντι στους κρατικούς μηχανισμούς.
Στην δίκη της 17 Νοέμβρη, ο Δημήτρης Κουφοντίνας ήταν εκείνος που «έσπασε» αυτή την παράδοση. Η απολογία του Κουφοντίνα προσομοίαζε περισσότερο σε πολιτικό μανιφέστο και λιγότερο σε αληθινή απολογία, ήταν μια αληθινή διακήρυξη αρχών.
Για πολλούς, η στάση εκείνη του Κουφοντίνα έγινε προκειμένου να σωθεί η τιμή της οργάνωσής του καθώς είχε προηγηθεί ένα ολόκληρο καλοκαίρι όπου τα μέλη της 17 Νοέμβρη κάρφωναν ο ένας τον άλλο. Σε αντίθεση με τον Κουφοντίνα ωστόσο, το έτερο μεγάλο όνομα της οργάνωσης κράτησε την «παραδοσιακή» στάση.
Ο Αλέξανδρος Γιωτόπουλος, καταδικασμένος ως αρχηγός της 17 Νοέμβρη, δεν έκανε ποτέ καμία δήλωση ενοχής. Συνέχισε και συνεχίζει μέχρι και σήμερα να μιλάει για σκευωρία όσον αφορά την καταδίκη του, να δηλώνει αθώος και να αρνείται κάθε έγκλημα που του αποδίδεται σε σχέση με την 17 Νοέμβρη.
Κατά πολλούς, η ανοιχτή κόντρα ανάμεσα στον Γιωτόπουλο και τον Κουφοντίνα που κατά καιρούς εκφράζεται ανοιχτά όλα αυτά τα τα χρόνια του εγκλεισμού του έχει τις ρίζες του σε εκείνη την διαφορετική στάση μέσα στο δικαστήριο.
Για τον Κουφοντίνα, η συγκυρία είχε διαμορφωθεί κατά τέτοιον τρόπο για την φυλακισμένη οργάνωσή του που η σωστή στάση ήταν η ολοκληρωτική ανάληψη της πολιτικής ευθύνης. Για τον Γιωτόπουλο καμία συγκυρία δεν είναι αρκετή για να προβεί σε ομολογία ενοχής ένας ένοπλος αντάρτης.
17 χρόνια μετά τις συλλήψεις των μελών της 17 Νοέμβρη, η μοίρα τους έχει διαμορφωθεί με ποικίλους τρόπους. Ορισμένα από τα πιο χαμηλόβαθμα στελέχη έχουν αποφυλακιστεί. Ακόμα και τα «πρωτοκλασάτα» παίρνουν άδειες με τον έναν ή τον άλλο τρόπο.
Ο Κουφοντίνας για παράδειγμα μπορεί κατά καιρούς να γίνεται πρώτο ζήτημα της επικαιρότητας αναφορικά με το αν δικαιούται άδειες αλλά είναι γεγονός πως έχει βγει και θα συνεχίσει να βγαίνει από τη φυλακή ως αδειούχος – ακόμα και αν κάτι τέτοιο προϋποθέτει έναν μεγάλο και συγκρουσιακό δημόσιο διάλογο. Για τον Γιωτόπουλο όμως τα δικαστήρια έχουν επιφυλάξει μια εντελώς διαφορετική μοίρα.
Ο καταδικασμένος ως αρχηγός της 17 Νοέμβρη δεν έχει πάρει ούτε μέρα άδεια από τη φυλακή σε αντίθεση με όλους τους υπόλοιπους (φερόμενους ως) συντρόφους του. Μάλιστα, εκτός από το γεγονός ότι κάθε αίτημά του έχει απορριφθεί, ο ίδιος τονίζει ότι τα αρμόδια όργανα δεν μπαίνουν καν στη διαδικασία να αιτιολογήσουν το σκεπτικό των απορρίψεων. Το ερώτημα είναι σχεδόν αυθόρμητο: γιατί συμβαίνει αυτό.
Η ιστορία της 17 Νοέμβρη είναι μια ιστορία γεμάτη συνωμοσιολογία ακόμα και μετά την εξάρθρωσή της. Άπειροι μύθοι σχετικά με το αληθινό της κίνητρο όσον αφορά τις δολοφονίες της και την δράση της εν γένει κυκλοφορούν κατά καιρούς.
Οι μύθοι για την σχέση της με το ΠΑΣΟΚ κατά την δεκαετία του ’80, η φερόμενη διάσπασή της το 1989 όταν και τα μέλη της διαφώνησαν σχετικά με την υποτιθέμενη σχέση της με το ΠΑΣΟΚ, ο ισχυρισμός πως ο πρώτος και βασικός αρχηγός της ήταν ο θρυλικός τροτσκιστής Μιχάλης «Πάμπλο» Ράπτης που πέθανε το 1995 από γηρατειά, μέχρι και οι φήμες πως μέλος της οργάνωσης ήταν και η Κατερίνα Γώγου, όλα αυτά συμπληρώνουν ένα τεράστιο παζλ συνωμοσιολογίας.
Οι υποθέσεις αναφορικά με τους λόγους που ο Μιχάλης Γιωτόπουλος δεν έχει πάρει ποτέ άδεια είναι δεδομένο πως θα προστεθούν στο εν λόγω παζλ. Μια επιστολή του στο «Έθνος» πριν μερικά χρόνια στην οποία ισχυριζόταν πως οι αληθινοί αρχηγοί της 17 Νοέμβρη είναι ακόμα ελεύθεροι, συνδέεται κατά πολλούς με την άρνηση των δικαστηρίων να του δοθεί άδεια.
Καμία θεωρία ωστόσο δεν συγκεκριμενοποιεί τη σχέση ανάμεσα σε αυτά τα δυο γεγονότα. Πάντως, το ότι η συγκεκριμένη επιστολή αγνοήθηκε από το σώμα της Δικαιοσύνης παρά το γεγονός ότι οι αποκαλύψεις της είναι μεγατόνων, προκαλεί παραπάνω ερωτηματικά.
Το παράδοξο είναι πως θα περίμενε κανείς ότι με βάση την στάση του Γιωτόπουλου, άδειες θα έπρεπε να παίρνει πιο εύκολα. Σε αντίθεση με άλλους της 17 Νοέμβρη που, για να πάρουν άδεια, πρέπει να κριθεί πως υπάρχει μεταμέλεια, ο Γιωτόπουλος δεν χρειάζεται να δείξει καν αυτό: άλλωστε δεν δέχεται καν πως είναι ένοχος.
Κατά πολλούς, αυτή η πεισματική άρνηση του Γιωτόπουλου να παραδεχθεί την ενοχή είναι μια πολύ πιο επικίνδυνη στάση ακόμα και από εκείνη του Κουφοντίνα.
Ο τελευταίος μπορεί να επιχειρεί κάθε τρεις και λίγο να κάνει κατανοητό πως συνεχίζει να υπερασπίζεται πολιτικά το παρελθόν του, γεγονός που εξοργίζει τους αντιπάλους του και μετουσιώνει σε σίριαλ πολλές από τις άδειές του, αλλά κανείς δεν πιστεύει στα αλήθεια πως η στάση αυτή του Κουφοντίνα είναι κάτι παραπάνω από συμβολική:
θέλει απλά να κάνει κατανοητό πως δεν υπογράφει καμία άτυπη δήλωση νομιμοφροσύνης αλλά δεν θα επιστρέψει στα τρομοκρατικά χτυπήματα σε κάποια από τις άδειές του, αντίθετα θα είναι νομότυπος.
Μπορεί να ισχύει όμως το ίδιο για τον Γιωτόπουλο; Μήπως η σιωπή τον κάνει αληθινά επικίνδυνο και όχι απλά συμβολικά όπως ισχύει με την περίπτωση Κουφοντίνα; Διότι, όταν δεν έχεις καν αποδεχθεί μια δραστηριότητα, γιατί να την αποτάξεις; Γιατί να συνδεθείς με οτιδήποτε την διέπει; Αλλά και αντίστροφα: αν θες να συνεχίσεις μια παράνομη δράση, θα αποδεχόσουν ποτέ πως είσαι φορέας της ιδεολογίας της;
Όπως και να έχει, τα πάντα είναι θεωρίες και το μυστήριο παραμένει…