Οι κάτοικοι της πρώτης ελεύθερης ελληνικής επικράτειας που προέκυψε μετά τη ναυμαχία του Ναυαρίνου και τη συνθηκολόγηση των Τούρκων με τις Μεγάλες Δυνάμεις, αντιμετώπιζαν σοβαρά βιοποριστικά προβλήματα.
Το πρώτο και κυριότερο ήταν η ανέχεια, που σε αρκετές περιοχές έφτανε στα όρια της λιμοκτονίας. Η έλλειψη τροφής, εξαιτίας της καταστροφής της παραγωγικής βάσης, βρέθηκε στην κορυφή των προτεραιοτήτων του Ιωάννη Καποδίστρια με την ανάληψη των καθηκόντων του. Ένα από τα μέτρα που έλαβε για την καταπολέμηση του φαινομένου ήταν, ως γνωστόν, η εισαγωγή και καλλιέργεια της πατάτας. Ο Καποδίστριας είχε δοκιμάσει – το άγνωστο τότε στην ηπειρωτική Ελλάδα – φυτό κατά τη διάρκεια των ταξιδιών του στην Ευρώπη κι έκρινε ότι θα ήταν μία βασική και θρεπτική τροφή για τον χειμαζόμενο ελληνικό λαό των μετεπαναστικών χρόνων.
Ωστόσο δεν χρειάστηκε να καταφύγει σε κάποιο «τέχνασμα» για να πείσει τους Έλληνες να αποδεχτούν το νέο είδος στη γη και το τραπέζι τους, όπως αναφέρει ο αστικός μύθος. Σύμφωνα με αυτόν, όταν ο κυβερνήτης εγκαταστάθηκε στο Ναύπλιο, προσπάθησε να προμηθεύσει με πατάτες τους χωρικούς, που φιλύποπτοι και συντηρητικοί καθώς ήταν τις πέταξαν στα σκουπίδια.
Βάσει αυτής της (στρεβλής) εκδοχής o Καποδίστριας έδωσε εντολή να στοιβαχτούν οι πατάτες σε σακιά, να κλειδωθούν σε μία μεγάλη περιφραγμένη αποθήκη και να φυλάγονται από φρουρούς μέρα-νύχτα ώστε να δημιουργηθεί η εντύπωση ότι φυλάσσεται κάτι πολύτιμο. Ταυτόχρονα, οι φρουροί είχαν εντολή να κάνουν τα «στραβά μάτια» στους κλέφτες, αφήνοντάς τους να φέρουν εις πέρας την αποστολή τους. Με αυτό τον τρόπο κατάφερε δήθεν να ταυτίσει στη συλλογική συνείδηση το γεώμηλο με ένα καρπό μεγάλης αξίας, που τελικά έγινε ανάρπαστος. Οι πεινασμένοι Έλληνες δεν είχαν καμία αντίρρηση να «υιοθετήσουν» αυτή τη νέα εύγεστη και γεμάτη υδατάνθρακα τροφή, όπως προκύπτει από τα ιστορικά στοιχεία.
Η πατάτα ήταν γνωστή στον ελλαδικό χώρο ακόμα και πριν από την επανάσταση του ’21 στα νησιά του Ιονίου. Σε ιταλικά έγγραφα της Ιονίου Πολιτείας του 1811 αναφέρεται το ενδιαφέρον για τη διάδοση αυτής της καλλιέργειας, ενώ έξι χρόνια αργότερα εξεδόθη στην Κέρκυρα – τη γενέτειρα του πρώτου κυβερνήτη – φυλλάδιο με τον τίτλο «Καλλιέργεια των γεωμήλων».
Η πατάτα εισήχθη πράγματι στο νέο ελληνικό κράτος ως καλλιέργεια και τροφή χάρη στο τεράστιο ενδιαφέρον του Καποδίστρια για τον εκσυγχρονισμό της γεωργίας και την τροφοδοσία των ελληνικών νοικοκυριών. Το ενδιαφέρον του για τη διάδοση του γεώμηλου στην Ελλάδα είχε αναφερθεί σε επιστολή του το Νοέμβριο του 1827, προτού δηλαδή εγκατασταθεί ακόμα στην Ελλάδα. Το Γενάρη του 1828, περίπου δύο εβδομάδες πριν την άφιξη του στην Πελοπόννησο, ο Καποδίστριας γράφει από την Αίγινα στον αδελφό του Βιάρο, που βρισκόταν στην Κέρκυρα, προκειμένου να δρομολογηθούν άμεσα οι εξελίξεις. Του ζητάει να στείλει από την Κέρκυρα ή την Ζάκυνθο «μια καλή ποσότητα γεωμήλων» για να σπείρει τα χωράφια που ήδη ετοίμαζε, ενώ ταυτόχρονα περίμενε και άλλο φορτίο που είχε παραγγείλει από το Λίβερπουλ. Την αποστολή πατάτας ζητούσε και από διάφορους φιλέλληνες, που εθελοντικά έστελναν οικονομική και επισιτιστική βοήθεια προς την Ελλάδα.
Η καλλιέργεια της πατάτας στο ανεξάρτητο ελληνικό κράτος ξεκίνησε στην Αίγινα, με αποστολή καρπών από την Κέρκυρα και τη Σύρο. Για τη φύτευση τους επιστρατεύθηκαν 500-600 εργάτες την πρώτη εβδομάδα των εργασιών (23-29 Ιανουαρίου), οι οποίοι αυξήθηκαν σε 1200-1500 τη δεύτερη εβδομάδα. Στις 15 Φεβρουαρίου 1828 η «Γενική Εφημερίδα της Ελλάδος» γράφει ότι η φύτευση της πατάτας αυξάνει, χαρακτηρίζοντας την ευεργετική τόσο για τη δημιουργία θέσεων εργασίας, όσο και για τη διατροφική αξία της.
Τέσσερις μήνες αργότερα, τον Ιούνιο του 1828, τα ιστορικά έγγραφα αναφέρουν ότι στην Αίγινα αφίχθη από την Αλεξάνδρεια πλοίο με πατάτες προκειμένου να μοιραστούν στο φτωχό λαό, διότι είχε περάσει η εποχή της σποράς.
Ο Καποδίστριας παρακολουθούσε στενά το όλο εγχείρημα και όταν στις αρχές Μαΐου φύτρωσαν οι πρώτες πατάτες στην Αίγινα και στον Πόρο, ανακοίνωσε με χαρά στους συνεργάτες του την επιτυχία του. Το project μπήκε για τα καλά στ’ αυλάκι με τη συγκομιδή των πρώτων πειραματικών εσοδειών το φθινόπωρο του ’28 και σε διάφορες άλλες περιοχές της Ελλάδας, όπως η Μεσσηνία και η Αργολίδα. Οι προσπάθειες ήταν απολύτως συντονισμένες και σχεδιασμένες έως τελευταίας λεπτομέρειας. Το 1829 ο κυβερνήτης ιδρύει στην Τίρυνθα Αργολίδας το «Γεωργικό Σχολείο» και αναθέτει τη διεύθυνση του στον γεωπόνο Γρηγόριο Παλαιολόγο, ο οποίος είχε σπουδάσει στη δυτική Ευρώπη και ήταν ο κατάλληλος άνθρωπος για να συνεχίσει πιο συστηματικά τη διάδοση της καλλιέργειας της πατάτας.
Οι ιστορικές πηγές δεν αναφέρουν πουθενά την υπόθεση επινόησης τεχνάσματος από τον Καποδίστρια για να επιβάλει στο λαό του την πατάτα. Δεν είναι βέβαια ούτε ο πρώτος, ούτε ο τελευταίος αστικός μύθος που για απροσδιόριστους λόγους εξακολουθεί να διαιωνίζεται.
Σίγουρα όμως όχι τόσο όσο η… αγάπη του Έλληνα για την πατάτα, υπό οποιοδήποτε τρόπο σερβιρίσματος.