Σήμερα η ιστορία αναγνωρίζει στο πρόσωπο του Άρθουρ Έβανς τον άνθρωπο στον οποίο πιστώνεται η ανακάλυψη της Κνωσού, όμως η επιστήμη της αρχαιολογίας γνωρίζει ότι η αλήθεια είναι διαφορετική και προτάσσει τον Μίνωα Καλοκαιρινό, θεωρώντας ότι σε αυτόν πρέπει να αποδοθούν τα εύσημα για την ανάδειξη του υπέρτατου Μινωικού πολιτισμού.
Βέβαια ο Άγγλος αρχαιολόγος έφτασε στο σημείο να χριστεί Σερ πίσω στην πατρίδα του ως αναγνώριση των υπηρεσιών του, ενώ από την άλλη οι τιμές στον Καλοκαιρινό περιορίστηκαν σε μετονομασίες κάποιων οδών – κυρίως μια κεντρικότατη στο Ηράκλειο – χωρίς πολλούς όμως, ακόμη και στην Κρήτη. να μην γνωρίζουν καλά-καλά την ταυτότητά του…
Από μικρός, πάντως, ο γεννημένος στο Ηράκλειο στις 3 Σεπτεμβρίου 1843 Μίνωας έδειξε την κλίση του στην αρχαιολογία. Μπορεί να δοκίμασε να σπουδάσει νομική και στη συνέχεια να βιοπορίστηκε από την σαπωνοποιία και την οινοποιία μέσω της πατρικής περιουσίας, αλλά μέσα του έμεινε άσβεστη η παιδική επιθυμία να ακολουθήσει τους μύθους για τα ανάκτορα του συνονόματου του βασιλιά της Κνωσού και «πατέρα» ενός εκ των σημαντικότερων πολιτισμών στην ιστορία της ανθρωπότητας.
Άλλωστε τόσο ο ίδιος όσο και οι συντοπίτες του (και πολλοί πριν από αυτόν) γνώριζαν ότι ήταν αδύνατο να σκάψεις ακόμη και σε βάθος εκατοστών στη γη της ευρύτερης περιοχής και να μην «σκοντάψεις» σε αρχαία. Ήδη από τα 14 χρόνια του είχε έρθει σε επαφή με κάποια κομμάτια που είχε βρει σε μια σπηλιά, ενώ αργότερα όταν φιλοξενήθηκε στο πατρικό τους ένας Γάλλος αρχαιολόγος, το μυαλό του μικρού γέμισε από την λαχτάρα να ακολουθήσει αυτόν τον δρόμο.
Ωστόσο εκείνη η περίοδος ήταν μια από τις δυσκολότερες στην ματωμένη ιστορία αυτού του τόπου. Η Επανάσταση του 1866, οι φονικές εχθροπραξίες, με αποκορύφωμα την σφαγή στο Αρκάδι, δεν άφηναν περιθώρια σε κανέναν να ασχοληθεί με το παρελθόν και τους θρύλους για παλάτια, λαβυρίνθους και μινώταυρους. Όταν όμως τα πάθη –έστω και περιστασιακά- καταλάγιασαν, η κατάσταση άλλαξε. Στην μαρτυρική Κρήτη ο σουλτάνος αναγκάστηκε να παραχωρήσει κάποια δικαιώματα το 1878 και τότε τα νέα για τις ανασκαφές του Σλίμαν στην Τροία και στις Μυκήνες έφταναν στα αυτιά του Καλοκαιρινού που ονειρευόταν να έρθει στο φως και ο μαγικός πολιτισμός του τόπου του.
Έτσι, με δικά του έξοδα, πήγε στον λόφο Τσελεπί Κεφάλα κι άρχισε ανασκαφές. Χρειάστηκαν μόνο μερικές εβδομάδες μέχρι να βγάλει στο φως τόσα πολλά ώστε να στρέψει το βλέμμα ολόκληρης της επιστημονικής κοινότητας στην περιοχή. Κάτω από τα πέπλα της ηφαιστειακής στάχτης που για χιλιετίες είχε καλύψει τα πάντα, άρχισε να αποκαλύπτεται το μεγαλείο του ένδοξου παρελθόντος! Από την σκαπάνη του Καλοκαιρινού βγήκαν στην επιφάνεια ο περίβολος που κάλυπτε την δυτική αυλή, 6 από τις 21 –συνολικά- αποθήκες, οι διάδρομοι της νοτιοανατολικής αυλής, σχεδόν ο μισός προθάλαμος αλλά κι ένα κομμάτι της θρυλικής και υπέροχης αίθουσας του θρόνου!
Σύμφωνα με το οθωμανικό δίκαιο μπορούσε να κρατήσει το 1/3 των αρχαίων αντικειμένων (όπως κι έκανε για την προσωπική συλλογή του) και στη συνέχεια δώρισε αγγεία, αμφορείς και άλλα προκειμένου να δημιουργηθεί η μετέπειτα εντυπωσιακή συλλογή του Μουσείου του Ηρακλείου. Αντίγραφα εστάλησαν στον τότε διάδοχο πρίγκιπα Κωνσταντίνο αλλά και σε διάφορα μουσεία στην Ευρώπη.
Πλέον δεν υπήρχαν αμφιβολίες. Εκεί ήταν η αρχαία Κνωσός. Εκεί μεγαλούργησαν οι πρώιμοι Κρητικοί. Εκεί ήταν ο Λαβύρινθος. Από εκεί επέβλεπε ο μυθικός Μίνωας την ναυτική και εμπορική αυτοκρατορία του. Αρχαιολόγοι από όλον τον κόσμο κατέφθαναν στο νησί και νέες ανασκαφές στήνονταν παντού. Κι ενώ ο Ερρίκος Σλίμαν δεν κατάφερε να φτάσει σε συμφωνία για να αγοράσει γη και να πάρει την δόξα ακόμη μιας ανακάλυψης το 1866, μερικά χρόνια αργότερα ο Άρθουρ Έβανς έπαιξε καλύτερα τα χαρτιά του. Αφού επισκέφθηκε τον Καλοκαιρινό, φρόντισε να κάνει δικό του ένα μικρό κομμάτι γης, ακόμη με την απαγόρευση να σκάψει.
Δείχνοντας αξιοσημείωτη υπομονή, αρκέστηκε στο να περνάει τακτικά χρόνο στην Κρήτη και να συλλέγει θραύσματα από επιγραφές γραμμένες σε «προφοινικικές» γλώσσες, όπως πίστευε, μέχρι να αποδειχθεί ότι επρόκειτο για την γραμμική α’ και β’. Κι όντας εκεί… γύρω, είδε την τεράστια αλλαγή που ήρθε με την εξέγερση του 1898 που ουσιαστικά σήμανε το τέλος της τουρκικής κατοχής. Πλέον κατόρθωσε με το νέο καθεστώς να αγοράσει την πολυπόθητη γη στην Κεφάλα και μέσα στα επόμενα δύο χρόνια είχε στη δούλεψή του από 50 μέχρι 200 εργάτες ανάλογα με την εποχή. Τεράστια διαφορά από τα 2 άτομα που βοηθούσαν τον Καλοκαιρινό λίγα χρόνια νωρίτερα… Στο μεταξύ ο Έλληνας αρχαιοδίφης είχε πτωχεύσει και δεν ήταν δυνατό να χρηματοδοτήσει το έργο του.
Αντίθετα ο Έβανς στο τέλος του 1903 είχε αποκαλύψει ένα μεγάλο μέρος των θεμελίων που αργότερα προσδιορίστηκαν ως Ανάκτορο της Κνωσού και στη συνέχεια αποφάσισε να αναστηλώσει κομμάτια του, δεχόμενος βέβαια κριτική για το γεγονός ότι χρησιμοποίησε σύγχρονα υλικά που αλλοίωσαν την ταυτότητά του. Σε κάθε περίπτωση, πάντως, σήμερα θεωρείται ο άνθρωπος στον οποίο πιστώνεται η πατρότητα μιας από τις σημαντικότερες αρχαιολογικές αποκαλύψεις του 20ού αιώνα, ενώ στην πραγματικότητα οφείλει τα πάντα στον Μίνωα Καλοκαιρινό. Στον Κρητικό που πίστεψε ότι οι θρύλοι που μεταφέρονταν από στόμα σε στόμα, για έναν μεγαλειώδη πανάρχαιο πολιτισμό, δεν ήταν παραμύθια.