Για την «Φίνος Φιλμ» η ταινία «Παπαφλέσσας» ήταν ένα μεγάλο στοίχημα. Κυριολεκτικά, κιόλας, αφού δαπανήθηκαν 12.000.000 δραχμές για να γυριστεί, καθιστώντας την μια από τις ακριβότερες παραγωγές όλων των εποχών! Ωστόσο, μερίδα του κοινού δεν την υποδέχτηκε με τον καλύτερο τρόπο στην συμπρωτεύουσα, με τον Δημήτρη Παπαμιχαήλ να ξεσπαθώνει εναντίον τους.
Η επίσημη πρεμιέρα του φιλμ θα γινόταν το 1971 στο πλαίσιο του Φεστιβάλ Κινηματογράφου της Θεσσαλονίκης. Εκεί όπου ο Δημήτρης Παπαμιχαήλ έφτασε συνοδευόμενος από την λαμπερή σύζυγό του, Αλίκη Βουγιουκλάκη, η οποία ωστόσο σε αντίθεση με ό,τι συνέβαινε συνήθως, δεν θα βρισκόταν στο πλευρό του στην ταινία, όπου ο πρώτος γυναικείος ρόλος είχε δοθεί στην Κάτια Δανδουλάκη.
Όπως πάντα, βέβαια, το κοινό τους περίμενε καρτερικά στην είσοδο και κατά την άφιξή του ξέσπασε σε χειροκροτήματα, με τις κακές γλώσσες να υποστηρίζουν ότι η «Εθνική Σταρ» δεν χάρηκε ιδιαίτερα από το γεγονός ότι ο σύντροφός της ήταν αυτός που έκλεβε την δόξα της. Ωστόσο ο κόσμος επιφύλαξε αυτήν την θερμή υποδοχή καθώς οι εφημερίδες της εποχής νωρίτερα έκαναν λόγο για την ίσως κορυφαία στιγμή της ως τότε καριέρας του.
Η συμπαραγωγή της «Φίνος Φιλμ» και του Τζέιμς Πάρις είχε βάλει ψηλά τον πήχη για την κινηματογραφική μεταφορά της ζωής του Παπαφλέσσα. Το κόστος είχε ξεπεράσει τα 12.000.000 δραχμές, ποσό πρωτόγνωρο για τα ελληνικά δεδομένα, ενώ απολύτως χαρακτηριστικό των φιλοδοξιών που υπήρχαν ήταν το γεγονός ότι για τις ανάγκες της, στις σκηνές μάχης επιστρατεύτηκαν 3.000 κομπάρσοι, πολλοί εκ των οποίων ήταν πραγματικοί φαντάροι οι οποίοι υπηρετούσαν την θητεία τους!
Ωστόσο εκείνη την πρώτη ημέρα προβολής της στην Θεσσαλονίκη δεν έλειψαν τα ευτράπελα. Ένα κομμάτι των θεατών –και συγκεκριμένα ο… περίφημος εξώστης- αντέδρασε με δηκτικό τρόπο σχεδόν από την αρχή της ταινίας. Τα υποτιμητικά σχόλια και τα γιουχαΐσματα γέμισαν την αίθουσα από την θορυβώδη μερίδα του κοινού, προκαλώντας μια κατάσταση άσχημη για τους συντελεστές του φιλμ και κυρίως για τον Δημήτρη Παπαμιχαήλ, ο οποίος δεν μπόρεσε να συγκρατήσει την οργή του.
Λένε πως ο «Παπαφλέσσας» αποτέλεσε την κορυφαία στιγμή της ως τότε κινηματογραφικής καριέρας του ηθοποιού, αν και ο ίδιος δεν κατάφερε να πάρει το βραβείο του Α’ Ανδρικού ρόλου το οποίο δόθηκε στον Θανάση Βέγγο για την ερμηνεία του στο «Τι έκανες στον πόλεμο Θανάση;», με την ταινία τελικά να αποσπά εκείνα της Καλύτερης Σκηνοθεσίας, Αρτιότερης Παραγωγής και τιμητικής διάκρισης στον σκηνογράφο και ενδυματολόγο Διονύση Φωτόπουλο.
Λίγες ημέρες μετά την επεισοδιακή πρεμιέρα, ο Δημήτρης Παπαμιχαήλ αποφάσισε να περάσει στην… αντεπίθεση, ανοίγοντας την καρδιά του στην εφημερίδα «Απογευματινή» και στον δημοσιογράφο Δημήτρη Λυμπερόπουλο. Εκεί ο αγαπημένος Έλληνας ηθοποιός δεν μάσησε τα λόγια του κι έφτασε στο σημείο ακόμη και να ζητήσει τον τερματισμό του θεσμού! «Μίσησα την οργανωμένη οχλαγωγία του Φεστιβάλ. Εκείνων που μετέτρεψαν την αίθουσα σε εξέδρα γηπέδου. Ντροπή τους τέτοια ασέβεια… Δεν σεβάστηκαν τίποτε. Εξεπλάγην. Επρόκειτο για ένα φαιδρό συρφετό αγέλης, φανατικών της εξέδρας. Καφενόβιους. Ήρθαν με σκοπό να μετατρέψουν το Φεστιβάλ σε εμποροπανήγυρη. Για αυτό είναι προτιμότερο να καταργηθεί», είπε μεταξύ άλλων, εκφράζοντας με αυτόν τον τρόπο τα συναισθήματά του για την αντιμετώπιση που έλαβε.
Πάντως, όπως φάνηκε από τις διακρίσεις, ο «Παπαφλέσσας» άρεσε στους κριτικούς, με τους περισσότερους να συμφωνούν ότι ο ίδιος ο Παπαμιχαήλ έδωσε το δικό του ρεσιτάλ ερμηνείας. Για την ιστορία αναφέρουμε ότι τελικά το φιλμ έκοψε 297.817 εισιτήρια και κατατάχθηκε στη 10η θέση ανάμεσα σε 90 ταινίες της ίδιας σεζόν. Στην κορυφή, με τεράστια διαφορά, βρέθηκε ο Βέγγος με το «Τι έκανες στον πόλεμο Θανάση;», το οποίο έσπευσαν στις αίθουσες για να δουν σχεδόν 650.000 θεατές, σε μια χρονιά όμως που ήταν η πρώτη στην οποία φάνηκε ότι ερχόταν η κρίση που για δεκαετίες θα ταλάνιζε τον χώρο της 7ης Τέχνης στην Ελλάδα.