1.101.101,10! Αυτό είναι (σε δραχμές) το ποσό που δαπάνησε ο Δημήτρης Χορν ως Κλέων στην ταινία «Μια ζωή την έχουμε» για τα μάτια της Μπιμπής ή κατά κόσμον, Υβόν Σανσόν. Της εξ Ιταλίας ορμώμενης καλλονής που ήρθε για να δώσει διεθνή αίγλη στο φιλμ, αλλά τελικά μετέτρεψε σε προσωπικό σόου τα γυρίσματα με τα καμώματά της.
Πρόκειται για μια από τις πλέον γνωστές και εμβληματικές ελληνικές ταινίες, παρά το γεγονός ότι στην εποχή της δεν εκτιμήθηκε από το κοινό. Έκανε πρεμιέρα στις 8 Μαΐου του 1958 και έκοψε 98.584 εισιτήρια στην α’ προβολή της στην Αθήνα, ενώ την ίδια ώρα η «Θεία από το Σικάγο» με την (καλλονή δεν την λες) Γεωργία Βασιλειάδου, έσπαγε τα ταμεία με 142.459 θεατές και κατακτούσε την πρώτη θέση.
Παρά το ονοματεπώνυμό της που μοιάζει 100% γαλλικό, η Υβόν Σανσόν είχε γεννηθεί στην ελληνικότατη Θεσσαλονίκη τον Αύγουστο του 1925 και το πραγματικό της επώνυμο ήταν Σαπουντζάκη, με τον πατέρα της να είναι μεν Γάλλος, αλλά με ελληνικές και ρωσικές ρίζες, και την μητέρα της Τουρκάλα. Αυτά τα γονίδια συγχωνεύτηκαν και το αποτέλεσμα αποτυπώθηκε στα σωματικά χαρακτηριστικά της χυμώδους, μελαχρινής και με κατάλευκη επιδερμίδα γυναίκας η οποία πολύ σύντομα βρέθηκε στην Ιταλία προκειμένου να ασχοληθεί με την υποκριτική.
Στην γειτονική χώρα έπαιξε σε μελοδράματα και ρομαντικές κομεντί σκηνοθετών όπως οι Αλμπέρτο Λατουάντα, Ρικάρντο Φρέντα, Λουίτζι Κομεντσίνι και Ραφαέλο Ματαράζο (με το «Torna» που έγινε εμπορική επιτυχία) και μπορεί να μην είχε το εκτόπισμα άλλων Ευρωπαίων Σταρ, όμως για τα μέτρα της Ελλάδας ήταν… αστέρι. Κάπως έτσι σκέφτηκε και ο Φιλοποίμην Φίνος που έψαχνε ένα άνοιγμα προς το εξωτερικό, αλλά κι ένα τρυκ που θα δημιουργούσε ντόρο γύρω από το φιλμ που ετοίμαζε.
Μάλιστα, όταν η Υβόν Σανσόν έφτασε στην Ελλάδα για να αρχίσουν τα γυρίσματα, έγινε δεκτή με τιμές και τυμπανοκρουσίες. Πάρτι και εκδηλώσεις διοργανώθηκαν για χάρη της, ενώ κυκλοφορεί η φήμη πως κατά την διάρκεια μιας παρουσίας της στο Ηρώδειο ο τότε πρωθυπουργός, Κωνσταντίνος Καραμανλής, δεν μπορούσε να πάρει τα πόδια του από τις γάμπες της…
Αξίζει να σημειωθεί πάντως πως η αρχική διανομή ρόλων ήθελε τον Βασίλη Λογοθετίδη και την Αλίκη Βουγιουκλάκη να πρωταγωνιστούν, όμως η κατάσταση της υγείας του πρώτου και η κάψα του Φίνου για ευρωπαϊκή εσάνς, έφεραν στις θέσεις τους Χορν και Σανσόν.
Για χάρη της ο γνωστός παραγωγός ήταν αποφασισμένος να ικανοποιήσει κάθε επιθυμία της, ακόμη και τα καπρίτσια της. Κι επειδή τα 15 χρόνια περίπου που έλειψε από την πατρίδα είχαν ως αποτέλεσμα να… σκουριάσουν τα ελληνικά της, ντούμπλαρε την φωνή της με την Θεανώ Ιωαννίδου. Επιπλέον, εδέησε να φτιάξει μέχρι και τουαλέτες στα στούντιο των Αγίων Αναργύρων, με τον Ορέστη Μακρή που την ίδια περίοδο γύριζε εκεί την «Θεία από το Σικάγο» να ξεσπαθώνει: «Έπρεπε νά’ρθει η ακατονόμαστη για να κατουρήσουμε σαν άνθρωποι…»!
Φαίνεται πως πέρα του σπουδαίου Έλληνα ηθοποιού ήταν και άλλοι που δεν… σαγηνεύτηκαν από την προσωπικότητα της Σανσόν. Και απολύτως ενδεικτική είναι η εξιστόρηση του φωτογράφου και μοντέρ τότε, Ντίνου Κατσουρίδη, που αποκαλύπτει ότι οι ανασφάλειες της ηθοποιού σχετικά με την εμφάνισή της προκάλεσαν κάμποσα προβλήματα.
Σε συνέντευξή του στον Γιάννη Ζουμπουλάκη στο «Βήμα» μιλά για το φιλμ με τον Δημήτρη Χορν και την Υβόν Σανσόν, την οποία χαρακτηρίζει «ξυλάγγουρο εξ Ιταλίας» και αποκαλύπτει ότι στα μέλη του καστ ήταν γνωστή ως «Λοσπέκιο», από την ιταλική λέξη «lo specchio» που σημαίνει «καθρέφτης».
Λέει, λοιπόν: «Επί τρεις και βάλε ώρες ”κτιζόταν” στο μακιγιάζ, μιλούσε χωρίς να ανοίγει το στόμα της, για να μη ραγίσει ο ”σοβάς” και, κάθε φορά που πηγαίναμε για πλάνο και έλεγε ο Τζαβέλλας ”Μοτέρ”, αυτή τον σταματούσε. ”Momento’”του έλεγε και ούρλιαζε στην παρατρεχάμενη, που είχε φέρει μαζί της. ”Irene, lo specchio…”. Έτρεχε η άλλη αλαλιασμένη και έφερνε τον καθρέφτη, έριχνε η ”Λοσπέκιο” μια τελευταία ματιά, έφτιαχνε κάποια τρίχα, ”pronta” έλεγε και πηγαίναμε για πλάνο»!
Η Υβόν Σανσόν έμεινε στην Ελλάδα μόνο για την πρεμιέρα της ταινίας και την ίδια ημέρα κιόλας αναχώρησε ξανά για την Ιταλία όπου η αλήθεια είναι ότι στο δεύτερο μισό της καριέρας της έκανε πιο σημαντικές δουλειές. Ανάμεσα σε αυτές ξεχωρίζουν «This angry age» του Ρενέ Κλεμάν, στο πλάι του Άντονι Πέρκινς, το «World of miracles» του Λουίτζι Καπουάνο με τη Βίρνα Λίζι και φυσικά η σπουδαιότερη όλων στο «Il Conformista» το 1970. Στο πολιτικό δράμα του Μπερνάρντο Μπερτολούτσι, που ήταν υποψήφιο για Χρυσή Άρκτο στο 20ο Διεθνές Φεστιβάλ Κινηματογράφου του Βερολίνου, η Σανσόν υποδύεται την μητέρα της πρωταγωνίστριας, Τζούλια Σαντρέλι.
Ένα χρόνο αργότερα θα επιστρέψει στην Ελλάδα συμμετέχοντας στην ταινία του σκηνοθέτη Κωστή Ζώη «Θα μπορούσαμε να κάνουμε κάτι εμείς», σε σενάριο του Ζώη και του Κώστα Μουρσελά, στο οποίο θα έκανε και την τελευταία εμφάνιση της καριέρας της. Πέρασε το υπόλοιπο της ζωής της στην Μπολόνια όπου «έφυγε» στις 23 Ιουλίου του 2003 έχοντας στο πλάι την κόρη της.