Εκτός από τον θαυμασμό για τα ευρήματά του σε Τροία και Μυκήνες, ο Ερρίκος Σλήμαν έγινε αντικείμενο και έντονης αμφισβήτησης. Κάποιοι δεν μπορούσαν να δεχτούν την… ρέντα που είχε στις ανασκαφές του που έφεραν στο φως ανεκτίμητα αριστουργήματα όπως το προσωπείο του Αγαμέμνονα και θεώρησαν ότι την «φύτεψε» εκεί, παρά το γεγονός ότι η άποψή τους ουδέποτε έγινε δεκτή από την επιστημονική κοινότητα.
Δίχως αμφιβολία το χρυσό νεκρικό προσωπείο ήταν το πλέον σημαντικό εύρημα στον ταφικό θάλαμο Ε’ του ταφικού περιβόλου Α’ των Μυκηνών. Κι επειδή ο Σλήμαν πίστευε ότι ανακάλυψε τη σορό του μυθικού βασιλιά Αγαμέμνονα, έδωσε την συγκεκριμένη ονομασία. Βέβαια, μεταγενέστερες μελέτες απέδειξαν ότι το προσωπείο προέρχεται από προγενέστερη εποχή, την οποία τοποθετούν περίπου στο 1550-1500 π.Χ., δηλαδή τρεις αιώνες νωρίτερα, αλλά η ονομασία παρέμεινε.
Ωστόσο ο Σλήμαν δεν κατηγορήθηκε για αυτό το λάθος, το οποίο πιθανότατα θα έκανε ο οποιοσδήποτε στην θέση του πίσω στο 1876… Κάτι παραπάνω από έναν αιώνα αργότερα και συγκεκριμένα το 1998 δημοσιεύτηκε στο περιοδικό «Archaeology», το οποίο εκδίδεται από το Αρχαιολογικό Ινστιτούτο της Αμερικής μια μελέτη του Κόλντερ που ευθέως έκανε λόγο για χάλκευση των στοιχείων από τον Γερμανό αρχαιολόγο. Φτάνοντας μάλιστα στο σημείο να υποστηρίξει ότι το συγκεκριμένο εύρημα όχι μόνο δεν βρέθηκε εκεί, αλλά κατασκευάστηκε επί παραγγελία από σύγχρονο τεχνίτη!
Η αλήθεια είναι πως ακόμη και στην εποχή του ο Σλήμαν δεν κέρδισε μόνο τεράστια φήμη χάρη στις ανασκαφές του που έφεραν στο φως τον θησαυρό του Πριάμου στην Τροία και τα χρυσά προσωπεία στους βασιλικούς τάφους των Μυκηνών. Έκανε και πολλούς εχθρούς… Πολλοί ήταν εκείνοι που απέδωσαν στην εύνοια της τύχης αυτές τις αδιανόητες επιτυχίες, την ίδια ώρα που άλλοι πίστευαν ότι συνήθιζε να… αλατίζει (όπως χαρακτηριστικά έλεγαν) τα ευρήματα.
Διάφοροι ιστορικοί συμφωνούν σήμερα ότι όντως ο διάσημος αρχαιολόγος αρεσκόταν να… φουσκώνει ή και να επινοεί ιστορίες, διανθίζοντάς τες με αρκετές υπερβολές. Όμως, όπως και να το κάνουμε, από αυτό το σημείο μέχρι εκείνο του να κατηγορείται σε ξεκάθαρη χάλκευση και απάτη, υπάρχει τεράστια απόσταση.
Το κύριο επιχείρημα των θέσεων του Κόλντερ σχετίζεται με το προσωπείο, θεωρώντας πολύ… ελληνικό για να είναι αληθινό. Διαβάζουμε λοιπόν ότι: «Τα χαρακτηριστικά είναι τελείως ελληνικά και πρέπει ειδικά να προσεχθεί η μακριά λεπτή μύτη, η οποία βρίσκεται σε ευθεία γραμμή με το μέτωπο και κάθε άλλο από μικρή είναι. Τα μάτια, που είναι κλειστά, είναι μεγάλα και αποδίδονται καλά με τις βλεφαρίδες, πολύ χαρακτηριστικό επίσης είναι το μεγάλο στόμα με τα χείλη σε καλές αναλογίες. Επίσης η γενειάδα έχει καλά αποδοθεί και ειδικότερα το μουστάκι με τις άκρες του στραμμένες προς τα επάνω σε σχήμα ημισελήνου… Μας προκαλεί κατάπληξη η δεξιοτεχνία των αρχαίων Μυκηναίων χρυσοχόων, οι οποίοι μπορούσαν να κατασκευάσουν πορτρέτα σε πλάκα συμπαγούς χρυσού και κατά συνέπεια να ανταγωνίζονται οποιονδήποτε σύγχρονο χρυσοχόο».
Σε ανάλογο μήκος κύματος κινούνται και οι απόψεις του Τρέιλ, βιογράφου του Σλήμαν, ο οποίος προχωρά ένα βήμα παραπέρα και υποστηρίζει πως η περίφημη μάσκα πιθανότατα κατασκευάστηκε επί παραγγελία (ίσως στην Αθήνα) και στη συνέχεια «φυτεύτηκε» από τον ίδιο τον αρχαιολόγο όταν οι ανασκαφές σταμάτησαν για ένα μικρό διάστημα ολίγων ημερών.
Προφανώς οι αντιδράσεις της επιστημονικής κοινότητας υπήρξαν έκτοτε έντονες, ειδικά την ώρα που εκείνοι που εξέφρασαν τις παραπάνω απόψεις δεν διαθέτουν καν την ιδιότητα του αρχαιολόγου. Για παράδειγμα, η Αικατερίνη Δημακοπούλου, η οποία διετέλεσε επιμελήτρια της Μυκηναϊκής Εκθέσεως και επίτιμη διευθύντρια του Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου, ξεκαθάρισε ότι Κόλντερ και Τρέιλ δεν έχουν ούτε τα τυπικά προσόντα για να εκτιμήσουν τα αρχαιολογικά στοιχεία και συνεπώς ίσως θα ήταν καλύτερα να άφηναν αυτά τα σοβαρά θέματα στους ειδικούς, προσθέτοντας ότι αυτές οι κατηγορίες στερούνται σοβαρότητας.
Ακόμη πιο λάβρος ήταν ο διευθυντής της ανασκαφής των Μυκηνών και ακαδημαϊκός Σπύρος Ιακωβίδης, ο οποίος μιλώντας παλιότερα στην εφημερίδα «Βήμα» κατέρριψε κάθε προκλητική ή αιρετική θέση. «Είναι χαρακτηριστικό ανθρώπων οι οποίοι δεν έχουν ιδέα από ανασκαφή… Υπάρχουν δύο αναφορές στο ότι η πλαστή μάσκα χώθηκε στη λάσπη. Είναι ακατανόητο το πώς φαντάζονται ότι υπήρχε λάσπη σε έναν άσκαφτο τάφο… Έπρεπε να ξέρει πού είναι το πρόσωπο, να ανοίξει μια μεγάλη τρύπα να βάλει την ψεύτικη μάσκα, να καλύψει την τρύπα και… να περιμένει 2.000 χρόνια για να σκληρύνει το έδαφος και να τη βρει. Εκτός αυτού ο Σταματάκης ήταν αρχαιολόγος που δεν μπορούσες να ξεγελάσεις εύκολα. Όσο για την έκφραση ότι ο Σλήμαν αλάτιζε τα ευρήματά του, μπορεί να είναι γραφική αλλά λέγεται μόνο από ανθρώπους που δεν έχουν πλησιάσει σε ανασκαφή και δεν έχουν ιδέα πώς γίνεται η δουλειά. Άλλωστε και οι ίδιοι παραδέχονται πως δεν είναι αρχαιολόγοι.
Τέλος, το επιχείρημα ότι η μάσκα βγήκε από τα χέρια επιδέξιου χρυσοχόου περισσότερο επιβεβαιώνει τη γνησιότητά της παρά την αμφισβητεί. Είναι γνωστό ότι οι Μυκηναίοι ήταν σπουδαίοι χρυσοχόοι και γνώριζαν πολύ καλά την κατεργασία των μετάλλων. Το βλέπουμε άλλωστε στα υπόλοιπα χρυσά αυτού του τάφου, το κεφάλι του λιονταριού στο ρυτό, που είναι από χρυσό έλασμα, και επίσης στα κεφάλια των ταύρων με τα επίχρυσα κέρατα. Είναι γελοίο να σκεφτόμαστε ότι ο Σλήμαν, λίγες ημέρες προτού φθάσει στο ταφικό στρώμα, είχε αποφασίσει να προσθέσει μια μάσκα. Διότι όταν πήγε στην Αθήνα και βρήκε τον χρυσοχόο έπρεπε ήδη να ξέρει πως ένα μέτρο χαμηλότερα από εκεί που είχε φθάσει το σκάψιμο βρίσκονταν νεκροί με μάσκες».