Σύμφωνα με όσα διδαχθήκαμε στο σχολείο, ο Μέγας Αλέξανδρος ήταν εκείνος που όταν ενημερώθηκε για την ύπαρξη του Γόρδιου δεσμού αποφάσισε να πάρει την κατάσταση στα χέρια του με σκοπό να εκπληρώσει την προφητεία. Έτσι, αναφωνώντας «ό,τι δεν λύεται, κόπτεται» έδωσε ένα χτύπημα με το σπαθί του κόβοντάς τον και συνεχίζοντας την πορεία του για την κατάκτηση της Ασίας.
Το περιστατικό περιγράφεται από ιστορικούς ως γεγονός που συνέβη Φεβρουάριο ή Μάρτιο του 333 π.Χ. Εκείνη την εποχή ο Μακεδόνας στρατηλάτης έφτασε στον Γόρδιο και αποφάσισε να παραμείνει για ένα διάστημα στην πρωτεύουσα της Φρυγίας θέλοντας να ξεκουράσει το στράτευμά του μετά την κατάκτηση της Πισιδίας.
Εκεί πληροφορήθηκε την ύπαρξη ενός άρματος ως ανάθημα στον Δία, που στεκόταν στο ανάκτορο των βασιλέων. Ο ζυγός του άρματος ήταν δεμένος με φλοιό κρανιάς και ο δεσμός ήταν τόσο περίπλοκος, ώστε να μην φαίνεται καμία άκρη του και σύμφωνα με την παράδοση και τους θρύλους της περιοχής, εκείνος που θα κατόρθωνε να τον λύσει, για γινόταν κυρίαρχος ολόκληρης της γνωστής τότε Ασίας.
Όλες οι ιστορικές πηγές συμφωνούν σε ένα πράγμα. Στο ότι ο Αλέξανδρος δεν ξόδεψε πολύ χρόνο κοιτώντας τον Γόρδιο δεσμό. Πολύ γρήγορα απομακρύνθηκε έχοντας «λύσει» το μυστήριο, με την διήγηση που έμεινε τελικά στην ιστορία να τον θέλει να τον κόβει με ένα χτύπημα του σπαθιού του, αναφωνώντας την ίδια ώρα το περίφημο: «Ό,τι δεν λύεται, κόπτεται», ενδεικτικό της αποφασιστικότητας με την οποία αντιμετώπιζε οποιοδήποτε πρόβλημα φάνταζε δυσεπίλυτο ή και άλυτο για τους σύγχρονούς του.
Ωστόσο τόσο ο Πλούταρχος όσο και ο Αρριανός, επικαλούμενοι τον Αριστόβουλο, ο οποίος φέρεται να υπήρξε αυτόπτης μάρτυρας, προτάσσουν μια διαφορετική εκδοχή που διαφέρει κατά πολύ από την παραπάνω εξιστόρηση, την οποία διδασκόμαστε ακόμη στα σχολεία.
Λέει, λοιπόν, ο Πλούταρχος: «…Ύστερα από αυτά νίκησε όσους από του Πισίδες αντιστάθηκαν και υπέταξε τη Φρυγία… Και αφού κυρίευσε την πόλη Γόρδιο, που λέγεται ότι ήταν η πατρίδα του αρχαίου Μίδα, είδε την ξακουστή άμαξα, που ήταν δεμένη με φλοιό κρανιάς και άκουσε γι᾽ αυτήν κάτι που πίστευαν οι βάρβαροι, πως όποιος θα έλυνε τον κόμπο, ήταν γραφτό να γίνει βασιλιάς της οικουμένης… Οι περισσότεροι λοιπόν λένε ότι, επειδή οι κόμποι είχαν κρυμμένη την αρχή τους και ήταν μπερδεμένοι στο βάθος πολλές φορές μεταξύ τους με δύσκολες θηλιές, ο Αλέξανδρος, αδυνατώντας να τους λύσει, τους έκοψε με το μαχαίρι· έτσι με το κόψιμο αποκαλύφτηκαν πολλές άκρες του… Ο Αριστόβουλος όμως λέει ότι για τον Αλέξανδρο ήταν πολύ εύκολο το λύσιμο του Γόρδιου δεσμού, γιατί έβγαλε από το τιμόνι τον καλούμενο «έστορα», με τον οποίο συγκρατιόταν ο κόμπος και, τραβώντας το από κάτω, έλυσε τον ζυγό».
Ακριβώς στο ίδιο μήκος κύματος κινείται και η απόδοση του Αρριανού, από τον οποίο πληροφορούμαστε: «Όποιος έλυνε τον δεσμό του ζυγού της άμαξας, αυτός ήταν ορισμένο από τη μοίρα να εξουσιάσει την Ασία… Ο ζυγόδεσμος αυτός ήταν κατασκευασμένος από φλοιό κρανιάς και δεν φαινόταν ούτε η αρχή ούτε το τέλος του. Ο Αλέξανδρος δεν μπορούσε να βρει τρόπο να λύσει το ζυγόδεσμο, αλλά δεν ήθελε να τον αφήσει και άλυτο, μήπως αυτό προκαλέσει κάποια αναταραχή στον κόσμο. Άλλοι συγγραφείς αναφέρουν ότι χτύπησε με το ξίφος του το ζυγόδεσμο, τον έκοψε και είπε ότι τον έλυσε· ο Αριστόβουλος όμως λέει ότι ο Αλέξανδρος, αφού αφαίρεσε από τον άξονα το μικρό πάσσαλο, που ήταν ένα ξύλινο καρφί περασμένο πέρα-πέρα μέσα στον άξονα για να συγκρατεί το ζυγόδεσμο, τράβηξε το ζυγόδεσμο έξω από τον άξονα.
Εγώ πάντως δεν είμαι σε θέση να βεβαιώσω, με ποιο τρόπο έλυσε ο Αλέξανδρος το ζυγόδεσμο. Αυτός όμως και η συνοδεία του απομακρύνθηκαν από την άμαξα με την πεποίθηση ότι είχε εκπληρωθεί ο χρησμός ο σχετικός με το λύσιμο του ζυγόδεσμου. Και πράγματι εκείνη τη νύχτα βροντές και αστραπές το επιβεβαίωσαν· γι᾽ αυτό την επόμενη μέρα ο Αλέξανδρος πρόσφερε θυσία στους θεούς που φανέρωσαν τα θεϊκά σημάδια και το λύσιμο του ζυγόδεσμου».
Τελικά, για λόγους που δεν είναι γνωστοί σε εμάς, μεταγενέστερα επικράτησε μια εκδοχή που δεν στηρίζεται από τους συγγραφείς. Ίσως ο ίδιος ο Μέγας Αλέξανδρος να το προτίμησε έτσι, καθώς ήθελε να δείξει ότι τίποτα δεν μπορούσε να σταθεί εμπόδιο και ότι διέθετε -πέρα από την δεδομένη στρατιωτική ευφυΐα του- και την ωμή δύναμη που χρειαζόταν για να κατακτήσει την γνωστή οικουμένη.