Μια βραδιά στα επείγοντα ενός εφημερεύοντος νοσοκομείου

Ξεκινάς να πας για ποτό στο πιο in μαγαζί της πόλης, όμως λίγο αργότερα είσαι out από αυτό και κατευθύνεσαι με χίλια στο κοντινότερο εφημερεύον…

Κάνεις σχέδια- και, μάλιστα, κινούμενα: «Λοιπόν ρεμάλια, ξεκινάμε με καφέ στο “Ροζ” (ένας φίλος σου, σ’ αυτό το σημείο, που λατρεύει τη ζωγραφική αλλά μισεί το στοιχειώδες χιούμορ πετιέται και λέει «Γιατί να μην ξεκινήσουμε με μπλε στο πράσινο;»), έπειτα πάμε για φαγητό στου “Τζο” και μετά ποτάρες στο “Potares”. Μέσα;»

Οι φίλοι σου το σκέφτονται για 3 κλάσματα του δευτερολέπτου ο καθένας τους και μετά, φυσικά, συμφωνούν. Η βραδιά πάει εξαιρετικά: και τον καφέ σας ήπιατε και φαγητό για δύο λόχους ευτραφών φαντάρων φάγατε και στο “Potares” έχετε παραγγείλει ήδη.

Πάνω, όμως, που το αλκοόλ έχει αρχίσει να κάνει τη δουλειά του και όλοι σας αδυνατείτε να σχηματίσετε μια απλή έκφραση χωρίς να μπερδέψετε τη γλώσσα σας («Μια τίγρης έχει τρία τιγράκια», για παράδειγμα), αρχίζεις να αισθάνεσαι από κάλλιστα καλά, έπειτα έτσι κι έτσι, εν συνεχεία άσχημα, ύστερα καθόλου καλά κι εν τέλει χείριστα.

Το χρώμα του προσώπου σου- σε ενημερώνουν οι φίλοι σου- έχει πάρει αυτό το φωτεινό της στάχτης, η καρδιά σου μοιάζει να έχει ασπαστεί το βελονισμό καθώς σε «τρυπάνε» χιλιάδες μικρές καρφίτσες σε όλο το στήθος και κάθε ανάσα σου μοιάζει με άθλο- και, πιο συγκεκριμένα, τον 13ο του Ηρακλή.

Οι κολλητοί σε παίρνουν σηκωτό, σε πηγαίνουν στο αυτοκίνητό τους και μετά, με τον οδηγό να σπάει το ρεκόρ ταχύτερου γύρου στα στενά της πόλης που κατέχει από το 2000 με Φεράρι ο Μίκαελ Σουμάχερ, φτάνεις στο εφημερεύον νοσοκομείο.

https://www.youtube.com/watch?v=V_dI2JoajsE

Διαπιστώνεις, με το που μπαίνετε μέσα, πως το πιο in μαγαζί στη γενέτειρά σου δεν είναι σε καμία περίπτωση το “Potares”: στο νοσοκομείο, ακόμα και στις 3:25 που φτάσατε, έχει τουλάχιστον τον 3πλάσιο κόσμο. Μερικοί δείχνουν να πίνουν το δικό τους ποτό («ορός», λέγεται), άλλοι περιμένουν στην ουρά του γκισέ που είναι- σύμφωνα με κάτι πρόχειρες μετρήσεις- 783 μέτρα μακρύτερη από το Σινικό Τείχος και αντί για μουσική ακούγεται ένα παρατεταμένο βογκητό από τα χείλια διάφορων ασθενών.

Μια νοσοκόμα, βλέποντας την κατάστασή σου, σας πλησιάζει.

-«Τι έχεις;», σε ρωτά.

-«Ανάβω…», ψιθυρίζεις.

-«Ορίστε;»

-«Με συγχωρείς, το αντίθετο: σβήνω…», ψελλίζεις και μετά η φωνή του Σάκη Ρουβά κατακλύζει το χώρο. «Όλα γύρω σου γυρίζουν…» είναι το τελευταίο πράγμα που ακούς, πριν βυθιστείς σε κάτι που θυμίζει έντονα ύπνο, αλλά έχει πιο δραματικό όνομα. Μισό λεπτό να συστηθείτε: φίλε άρρωστε από δω η Λιποθυμία, Λιποθυμία ο φίλος άρρωστος.

https://www.youtube.com/watch?v=zpy_7KZyWrk

Όταν επανακτάς τις αισθήσεις σου αντιλαμβάνεσαι πως βρίσκεσαι σ’ ένα δωμάτιο που θυμίζει παραβάν (αθάνατες ελληνικές νοσοκομειακές εγκαταστάσεις) και μία γιατρός μετρά το σφυγμό σου. Χωρίς να πει τίποτα, σε συνδέει, σα να ήσουν PlayStation, με κάτι καλώδια σ’ ένα μόνιτορ κι έπειτα, βλέποντας ότι έχεις ξυπνήσει, σ’ ενημερώνει πως θα σου κάνουν καρδιογράφημα. Είναι αρκετά σέξι κι έτσι δε χάνεις ευκαιρία, τώρα που αισθάνεσαι λίγο καλύτερα, ν’ αρχίσεις το καμάκι.

-«Ε, για να σας γλιτώσω χρόνο», ξεκινάς, «αδίκως μου κάνετε καρδιογράφημα. Το αποτέλεσμα θα είναι μια ευθεία γραμμή. Ωπ, με συγχωρείτε, μπερδεύτηκα: αυτό είναι όταν μου κάνουν εγκεφαλογράφημα…».

-«Α, ώστε έτσι; Γιατί;», θέλει να μάθει μειδιώντας η γιατρός.

-«Μα επειδή μου έχετε πάρει το μυαλό…», της απαντάς βουτώντας τόσο βαθιά στο μελό που αναρωτιέσαι αν θα καταφέρεις να ξαναβγείς ποτέ εκτός της επικράτειάς του.

Η γιατρός δε φαίνεται να «πέφτει», παρά μονάχα στέκει αγέρωχη από πάνω σου. Δε μιλά για λίγη ώρα, όμως μετά σου λέει «τελειώσαμε εδώ, πάρε αυτό το χαπάκι και μετά θα πας αριστερά εκεί στον παθολόγο και μετά στον καρδιολόγο».

­-«6974593265», φωνάζεις τον αριθμό του κινητού σου κι έπειτα πηγαίνεις εκεί που σου υπέδειξε.

Ξεκινάει νέο γαϊτανάκι εξετάσεων: αιματολογικές, έπειτα στηθοσκόπιο από τον παθολόγο, τεστ κοπώσεως στον καρδιολόγο, τεστ εγκυμοσύνης (καθώς αισθάνεσαι ότι σε γκάστρωσαν 3 ώρες εκεί μέσα) και ούτω καθεξής.

Όταν ξεμπερδεύεις σου λένε να πας στο χώρο αναμονής και να περιμένεις τ’ αποτελέσματα. Τα φιλαράκια σου με το που σε βλέπουν πέφτουν πάνω σου σα να είσαι η Ασημίνα Ιγγλέζου και να βγήκες στην παραλία με μπραζίλ μαγιό.

Θέλουν να μάθουν τι έγινε ρε μ@λάκα, τι έγινε ρε μ@λάκα; Μην είσαι μ@λάκας και μίλα. Τους εξηγείς πως περιμένεις ακόμα να δεις τι θα «πουν» οι εξετάσεις, όμως η γιατρός που σε είδε στην αρχή («τρελό μωρό», φροντίζεις να επισημάνεις) είπε πως μάλλον οφείλεται σε υπερκόπωση το περιστατικό.

«Και στο ’πα, που να σε πάρει, σταμάτα να δουλεύεις τόσο πολύ. Τον κόσμο…», λέει ο Σταύρος κι έπειτα κάνει το σταυρό του, προσευχόμενος φωναχτά να είσαι καλά. Τον μιμούνται και οι λοιποί κολλητοί κι έπειτα κάθεστε όλοι μαζί στις πλαστικές καρέκλες και περιμένετε να φωνάξουν το όνομά σου.

Με την αναμονή να γιγαντώνεται δευτερόλεπτο με το δευτερόλεπτο βλέπεις πάσης φύσεως περιστατικά: ένας παππούλης έχει χτυπήσει στο πίσω μέρος του κρανίου του («Έκανα του κεφαλιού μου», σας λέει χαρωπά μόλις αντιλαμβάνεται ότι τον κοιτάτε και σας κλείνει το μάτι), μια κυρία έχει σπάσει το χέρι της και ουρλιάζει η καημένη, κάποιος άλλος έπεσε από το μηχανάκι του και τώρα τον σέρνει η κοπέλα του πάνω σ’ ένα καροτσάκι, ένα κοριτσάκι φοράει μάσκα οξυγόνου πάνω στο φορείο.

Βλέποντάς τα αυτά αισθάνεσαι την ψυχή σου να βάφεται στο χρώμα του ερεβώδους μαύρου και ελπίζεις όλοι τους να γίνουν γρήγορα καλά. Δεν είσαι πλασμένος για να γίνεις ο Πατέρας Τερέζας (το αρσενικό αντίστοιχο, δηλαδή, της Μητέρας), όμως με τον ανθρώπινο πόνο διατηρείς πιο ψυχρές σχέσεις κι από αυτές της ΕΣΣΔ με την Αμερική πριν από 40 χρόνια.

Από το «ονειροπόλημά» σου σε ξυπνά η αναγγελία του ονόματός σου. Πηγαίνεις, παίρνεις τ’ αποτελέσματα και ακούς το γιατρό να σου λέει «Δεν είναι κάτι σοβαρό, όμως να φροντίζεις λίγο περισσότερο τον εαυτό σου».

Τον ευχαριστείς, επιστρέφεις στους φίλους σου και τότε κάποιος λέει το προφανές: «Πάνω απ’ όλα η υγεία, παιδιά».

Στα χέρια σου κρατάς ακόμα το ποτηράκι νερό που σου έδωσαν για να κατεβάσεις το ηρεμιστικό. Πίνεις στην υγειά σου, λοιπόν, και βγαίνεις έξω στον καθαρό αέρα.

Μια καινούρια μέρα ξημερώνει κι εσύ είσαι ακόμα όρθιος στα πόδια σου- δεν είναι και λίγο πράμα, αν το καλοσκεφτείς. Με τις πρώιμες αχτίδες του ήλιου να σκαρφαλώνουν στο πρόσωπό σου κάνεις ένα βήμα, έπειτα άλλο ένα και μετά κι άλλο. Όλα τους «υγιή».

Διάολε, δεν είναι καθόλου μα καθόλου λίγο.