Εντελώς άλλο από αυτό που ξέραμε: Η ανατρεπτική εξήγηση για το «φιλότιμο» που άναψε φωτιές και κάποιοι θεώρησαν μέγιστη ιεροσυλία

Θύελλα αντιδράσεων από επικριτές

Μεγαλώσαμε με την ακλόνητη πίστη ότι η λέξη φιλότιμο όχι μόνο δεν μεταφράζεται σε άλλες γλώσσες, αλλά και περιγράφει την ύψιστη ελληνική αρετή. Η αλήθεια είναι, όμως, πως στη διαδρομή της μέσα στο χρόνο δεν είχε πάντοτε την ίδια σημασία. Κάτι που επισημαίνει ο Σταύρος Παναγιωτίδης στο βιβλίο του «Μύθοι, παρεξηγήσεις και άβολες αλήθειες της ελληνικής ιστορίας».

Όσοι έπιασαν στα χέρια τους το πόνημα του διδάκτορα Σύγχρονης Ιστορίας από τις εκδόσεις «Κέδρος» διαπίστωσαν ότι ο τίτλος είναι απολύτως αντιπροσωπευτικός. Μάλιστα το πρώτο βιβλίο του είχε τέτοια επιτυχία ώστε λίγο αργότερα να ακολουθήσει και δεύτερο, με ανάλογο περιεχόμενο. Στις σελίδες τους ο γεννημένος στην Θεσσαλονίκη καθηγητής επιχειρεί να ρίξει φως σε μια σειρά από αστικούς μύθους (τουλάχιστον κατά τον ίδιο), αποδομώντας ουσιαστικά μια σειρά από λαϊκές αφηγήσεις οι οποίες πέρασαν στη συλλογική συνείδηση ως θέσφατα.

Το φιλότιμο στην περίοδο της Τουρκοκρατίας

Ουσιαστικά σε ό,τι αφορά το φιλότιμο, ο καθηγητής στέκεται στην έννοια του όρου την περίοδο της Τουρκοκρατίας. Όπως λέει στο κεφάλαιο του βιβλίου του που φέρει τον τίτλο «Η στάση του Πατριαρχείου», σχετίζεται με μια συνήθεια που έχει να κάνει με την τιμή, αλλά όχι την ηθική. Την χρηματική.

Παρά τις διώξεις και τις δεδομένες ακρότητες στα 400 χρόνια σκλαβιάς, οι Οθωμανοί δεν έκλεισαν τις χριστιανικές εκκλησίες. Μάλιστα, θέλοντας υπό μία έννοια να αντικαταστήσουν στην αντίληψη των υπόδουλων Ελλήνων τους Βυζαντινούς αυτοκράτορες, είχαν διατηρήσει το δικαίωμα να διορίζουν οι ίδιοι τους προκαθήμενους της Ορθοδοξίας, δηλαδή τους εκάστοτε Πατριάρχες Κωνσταντινούπολης.

Οι τελευταίοι με τη σειρά τους, από ένα σημείο και μετά, συνήθιζαν να ανταποδίδουν αυτή την τιμή που λάμβαναν, καταβάλλοντας ένα χρηματικό ποσό στον σουλτάνο. Αυτή η τακτική άρχισε μόλις λίγα χρόνια μετά την πτώση της Πόλης και συγκεκριμένα το 1466. Τότε ήταν που ενθρονίστηκε ο Συμεών ο οποίος δώρισε 1.000 χρυσά νομίσματα! «Είναι χαρακτηριστικό ότι, εξαιτίας των ανταγωνισμών και των χρηματισμών, μόνο τον 17ο αιώνα ο πατριαρχικός θρόνος άλλαξε κάτοχο 54 φορές» επισημαίνει ο Σταύρος Παναγιωτίδης.

Με την πάροδο του χρόνου υπήρξε εξάπλωση αλλά και εκφυλισμός αυτής της διαδικασίας. Δηλαδή, με τη σειρά του ο κάθε Πατριάρχης λάμβανε ένα ποσό κάθε φορά που χειροτονούσε κάποιον δεσπότη. Και αυτά τα χρήματα ονομάζονταν φιλότιμο. Κάτι εντελώς διαφορετικό από αυτό που έχουμε εμείς στο μυαλό μας σχετικά με την έννοια της λέξης. Μάλιστα, αν ανατρέξει κανείς σε λεξικά της τουρκικής γλώσσας θα διαπιστώσει ότι για τους γείτονες το φιλότιμο είναι λέξη συνώνυμη με το μπαξίσι!

Αντιδράσεις και «πυρά»

Φυσικά αυτή η θέση του καθηγητή προκάλεσε ποικίλες αντιδράσεις. Πολλοί ήταν εκείνοι που στάθηκαν απέναντί του. Ειδικά κάτω από βίντεο που ανέβηκαν στο διαδίκτυο μετά από τηλεοπτικές εμφανίσεις του μπορεί να συναντήσει κανείς ποικίλα σχόλια. Σε αρκετά από αυτά διατυπώνεται με κομψό και ευγενικό τρόπο η διαφωνία.

Σε άλλα όμως η κατάσταση ξεφεύγει, ίσως και επικίνδυνα, με αρκετούς να κατηγορούν τον Σταύρο Παναγιωτίδη. Οι συγκεκριμένοι δεν στέκονται μόνο σε όσα λέει και γράφει για το φιλότιμο, αλλά στο γενικότερο περιεχόμενο των βιβλίων του. Αγγίζοντας θέματα όπως το κρυφό σχολειό, τον Μέγα Αλέξανδρο και τον Γόρδιο Δεσμό, την ανακάλυψη της Τροίας από τον Ερρίκο Σλίμαν, ακόμη και για τους Χιώτες και γιατί περπατούσαν δυο-δυο, ο συγγραφέας δεν διεκδικεί και την μέγιστη… δημοφιλία.

Φτάνοντας στα άκρα, υπάρχουν και αυτοί, κιόλας, που τον κατηγορούν ευθέως για ανθελληνισμό… Άλλοι φτάνουν στο σημείο μεγαλύτερων υπερβολών, επιχειρώντας να αποδώσουν τις θέσεις του σε σκοτεινά κέντρα που θέλουν το κακό της Ελλάδας, αποκαλώντας τον ακόμη και… πράκτορα

Η αλήθεια για το φιλότιμο

Στην πραγματικότητα, όμως, η αλήθεια είναι μία. Όπως συμβαίνει και με πολλές άλλες λέξεις, είναι πιθανό η σημασία τους να αλλάξει στο πέρασμα του χρόνου. Ειδικά αν μιλάμε για μια γλώσσα όπως η ελληνική η οποία μετρά χιλιάδες χρόνια ιστορίας και διαδρομής και κάθε φορά προσαρμόζεται στην εποχή της.

Το ίδιο συνέβη και με το φιλότιμο. Η μετάφραση αυτής της σύνθετης λέξης είναι «αγάπη για την τιμή». Και η αλήθεια είναι πως σε κείμενα των Ελληνιστικών χρόνων την συναντάμε αρκετά συχνά, όχι πάντα με θετική χροιά. Ουσιαστικά περιέγραφε τους Αθηναίους που αναλάμβαναν να δαπανήσουν ποσά για την πόλη, επιδιώκοντας με αυτόν τον τρόπο να γίνουν όσο το δυνατόν πιο χρήσιμοι για την κοινωνία και στη συνέχεια, βέβαια, να λάβουν τιμές. Να ανελιχθούν, δηλαδή, σε δημόσια αξιώματα. Στην «Πολιτεία» του ο Πλάτωνας χρησιμοποιεί τη λέξη για να περιγράψει τον φιλόδοξο, με ειρωνική διάθεση. Αντίστοιχα, ο Δημοσθένης την προτιμά αντί του «πλούσιου».

Στα χριστιανικά χρόνια αρχίζει πλέον η χρήση της να πλησιάζει σε αυτό που γνωρίζουμε σήμερα. Σχετικές αναφορές υπάρχουν άφθονες, αλλά εκείνες που ξεχωρίζουν είναι αυτές από τον Απόστολο Παύλο στις Επιστολές του. Εκεί αρχικά ονομάζει φιλότιμο το να κηρύξεις το Ευαγγέλιο σε ανθρώπους που δεν το έχουν ακούσει. Επίσης περιγράφει ως φιλότιμο την «εργασία» του κατά την έννοια του έργου της ζωής του. Και –τέλος- για να σκιαγραφήσει το είδος των πιστών που θέλουν να διεξάγουν μια ζωή μακριά από αμαρτίες. Μια ζωή, δηλαδή, με φιλότιμο, όπως περίπου χρησιμοποιούμε τη λέξη στις μέρες μας.