Χανόμαστε στην ανωνυμία και στην «κοσμάρα» μας στις σύγχρονες μεγαλουπόλεις. Καλά καλά δεν ξέρουμε ποιοι μένουν δίπλα μας, ούτε καν στην ίδια πολυκατοικία. Και συχνά αν πετύχουμε στο δρόμο κάνα γνωστό, κάνουμε σαν να μην τον είδαμε, τρέχουμε να κρυφτούμε μην τυχόν προλάβει και μας εντοπίσει και αναγκαστούμε να πούμε κάτι μαζί του, έστω για λίγο, έστω τυπικό. Αποξένωση. Πότε γίναμε έτσι; Πώς το αφήσαμε να μας συμβεί; Σε κανέναν δεν (μπορεί να) αρέσει αυτό το πράγμα. Φαίνεται (και) από τη συγκίνηση που προκάλεσε στη Θεσσαλονίκη μια είδηση που προτάσσει το ακριβώς αντίθετο ως συνθήκη.
Γιατί ο Ανέστης και ο Μιχάλης (Κόντης, το επώνυμό τους), οι θρυλικοί δίδυμοι της «Νύμφης του Θερμαϊκού», ήταν ο ορισμός του «μαζί». Το καμάρι μιας ολόκληρης πόλης. Ο κόσμος τους έβλεπε πάντα ταίρι, χαμογελαστούς, καλοσυνάτους και ευγενικούς, και ένιωθε ένα κύμα θετικής ενέργειας να του θερμαίνει τη ψυχή. Ήταν θαρρείς παντού. Στις διαδηλώσεις, στα Φεστιβάλ, στους κινηματογράφους και στα θέατρα, στις πλατείες, στα μαγαζιά, στα Pride. Κάτι σαν σύμβολο για τη Θεσσαλονίκη, γιατί τι είναι μια πόλη αν όχι και οι άνθρωποί της;
Μια κοινή και αχώριστη πορεία που ανακόπηκε απότομα πέρυσι τον Αύγουστο. Όταν ο Ανέστης έφυγε από τη ζωή σε ηλικία 72 ετών. Ήταν κάτι που στην αρχή κρατήθηκε μυστικό από την οικογένεια. Για να μην το μάθει ο Μιχάλης, που είναι άρρωστος – αντιμετωπίζει ένα πρόβλημα με την καρδιά του και δεν είναι σαφές ακόμα αν το γνωρίζει ή αν με κάποιο τρόπο του το έχουν κρύψει. Τελικά πέρασε σχεδόν 1 χρόνος μέχρι το δυσάρεστο γεγονός να επικοινωνηθεί στα social media, άρα και στο ευρύ κοινό. Γι’ αυτό και πολλοί το πέρασαν για πρόσφατο όταν το διάβασαν. Θα είχαν αναρωτηθεί ενδεχομένως γιατί δεν έβλεπαν πια στο δρόμο τους δίδυμους, αλλά πνιγμένοι στη βοή της καθημερινότητας δεν το έψαξαν παραπάνω.

Όπως αποκαλύφθηκε, ο λόγος της απουσίας δεν θα μπορούσε να είναι περισσότερο στενάχωρος. Και είναι πραγματικά μεγάλη η θλίψη που γέννησε αυτή η είδηση στους Θεσσαλονικείς. Επειδή ένιωθαν τους δίδυμους κάτι σαν δικούς τους ανθρώπους, επειδή το παράδειγμά τους ήταν μια όαση διαφορετικότητας σε αυτό το πλαίσιο αποξένωσης που λέγαμε στην αρχή του κειμένου.
Παλαιότερα είχαν αφηγηθεί τη ζωή τους σε συνέντευξη που είχαν παραχωρήσει στη Lifo. Είχαν μιλήσει για την αγάπη τους στις πάστες, για τον ΠΑΟΚ, για την καταγωγή τους από τη Δράμα, για τους γονείς τους, για την απέχθειά στους στο φασισμό. Κυρίως όμως είχαν σταθεί στην αγάπη τους για την Θεσσαλονίκη και τους ανθρώπους της. Για το πόσο τους γέμιζε η επαφή, η ζεστασιά ενός χαμόγελου και ενός «σε νοιάζομαι». «Είχαμε την αγάπη του κόσμου και της γειτονιάς. Ποτέ δεν μας έλειψε τίποτα», όπως το είχαν θέσει.
Ο Ανέστης και ο Μιχάλης ήταν σαν να ερχόντουσαν από μια άλλη μακρινή εποχή. Το ότι ήταν ίδιοι σαν δύο σταγόνες νερό ήταν το πρώτο που, φυσιολογικά, πρόσεχες όταν τους έβλεπες δίπλα δίπλα. Αλλά αυτό που πραγματικά έμενε όταν τους γνώριζε κανείς ήταν η καλοσύνη τους, το πόσο απλοί, αυθεντικοί και προσιτοί ήταν. Αγαπημένοι, μεταξύ τους, με τους γύρω τους. Ο Ανέστης «έφυγε» και τίποτα πια δεν είναι το ίδιο.

*Οι φωτογραφίες είναι από τη σελίδα “Φίλοι των Δίδυμων Θεσσαλονίκης” στο Facebook