Μπάγκσι Σίγκελ: Ο μύθος του μαφιόζου που «έχτισε» το Λας Βέγκας

Δεν αγόρασε την πρώτη έκταση, ούτε έβαλε τα θεμέλια για τίποτα. Με τη ζωή και το θάνατό του όμως, τους έκανε όλους διάσημους εκεί πέρα

Εάν ο Μπάγκσι Σίγκελ ήταν ζωντανός αυτό το κείμενο δεν θα γραφόταν ποτέ. Ο μυθικός μαφιόζος μισούσε να τον φωνάζουν έτσι. Κάποτε είχε πει: «Οι φίλοι μου με αποκαλούν Μπεν, οι συνεργάτες μου και οι ξένοι κύριο Σίγκελ και οι τύποι που δεν γουστάρω με λένε Μπάγκσι ή Μπαγκς. Ποτέ όμως μπροστά μου». Και κρίνοντας από το τέλος που είχαν όσοι δεν ήταν ταίριαζαν με το γούστο του πρώτου γκάνγκστερ που απέκτησε στάτους και αέρα σελέμπριτι στην Αμερική, κανείς δεν θα ήθελε να πάρει το ρίσκο να βρεθεί στη λίστα των «τύπων» που δεν γούσταρε.

Μεγάλωσε στην αλητεία

Σταν δεν τον λες, αλλά το να πει κάνεις ότι ο Σίγκελ γεννήθηκε και μεγάλωσε μέσα στην αλητεία δεν θα ήταν υπερβολή. Γιος Εβραίων μεταναστών, αντιλήφθηκε γρήγορα πως οι ΗΠΑ των αρχών του περασμένου αιώνα ήταν η Γη της Επαγγελίας με τρόπο πολύ διαφορετικό από αυτόν που περιέγραφαν οι Γραφές των προγόνων του. Από πολύ μικρή ηλικία βρέθηκε στους δρόμους. Σε αντίθεση με τα σχολεία, αυτοί ήταν γεμάτοι ευκαιρίες. Συνήθως με τη μορφή σπιτιών ή καταστημάτων στις πιο πλούσιες περιοχές της Νέας Υόρκης, που προσφέρονταν για ληστείες και διαρρήξεις.

Εκεί γνωρίστηκε με τον Μέγιερ Λάνσκι. Χωρίς κανείς να μπορεί να προβλέψει τότε πως οι δυο τους μια μέρα θα αποτελούσαν βασικούς πυλώνες από το διαβόητο συνδικάτο του εγκλήματος που κυριάρχησε στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού, όταν μια μέρα οι νομοθέτες του έθνους αποφάσισαν να απαγορεύσουν το αλκοόλ. Η ποτοαπαγόρευση ήταν η «ευλογία» που έψαχνε η Μαφία και ο Σίγκελ ο πλέον χαρισματικός εκπρόσωπός της.

Σαν σταρ του Χόλυγουντ

Το 1933 οι αμερικανικές αρχές αποφασίζουν να άρουν την απαγόρευση κυκλοφορίας του αλκοόλ (και λίγο αργότερα απαγορεύουν την κάνναβη, αλλά αυτό είναι μια άλλη ιστορία), όμως η Μαφία δεν είναι διατεθειμένη να χάσει τη θέση και τη δύναμή της. Έχοντας αποκομίσει τεράστια κέρδη και επιρροή τα χρόνια που το FBI κατέστρεφε βαρέλια με οινόπνευμα, βρίσκει… διέξοδο στον τζόγο, στην πορνεία και αργότερα στα κανονικά ναρκωτικά.

Μέσα σε αυτόν τον… βόθρο παρανομίας, ο Μπάγκσι Σίγκελ συντηρεί μια εικόνα πολύ μακρινή από τους σκληρούς και αδίστακτους «συναδέλφους» του. Καλοντυμένος, γοητευτικός και με έμφυτο το χάρισμα της επικοινωνίας, εύκολα περνιόταν για σταρ του Χόλλυγουντ. Άλλωστε, όταν  βρισκόταν εκτός δουλειάς και δεν ήταν αρκετά απασχολημένος με το να σκοτώνει, να απειλεί ή να εκβιάζει, προτιμούσε την παρέα ανθρώπων όπως ο Φρανκ Σινάτρα, ο Κάρι Γκραντ ή η σεξοβόμβα της εποχής, Τζιν Χάρλοου. Αν μη τι άλλο, ο Μπαγκς ήξερε πώς να ζήσει τη ζωή του.

Ο μύθος του ανθρώπου που «έχτισε» το Λας Βέγκας

Ακόμη και να το απαριθμήσει κανείς απλά το σε πόσα πράγματα ήταν μπλεγμένος ο Σίγκελ κατά τη διάρκεια της ζωής του μπορεί να αποδειχθεί πολύ κουραστικό. Κάποτε δοκίμασε να πουλήσει εκρηκτικές ύλες μέχρι και στον Μπενίτο Μουσολίνι! Μια άλλη περίοδο έψαξε για έναν κρυμμένο θησαυρό στην Κόστα Ρίκα. Τόσο μακριά έφταναν οι φιλοδοξίες, ο τυχοδιωκτισμός του. Πάντα, όμως, επέστρεφε στην Αμερική. Εκεί όπου ήταν ένα βασιλιάς που δεν φοβόταν το ρίσκο.

Κάπως έτσι άφησε τη Νέα Υόρκη για να κατακτήσει τη δυτική Ακτή, εγκαθιστώντας την «αυτοκρατορία» του στην Καλιφόρνια. Και επίσης κάπως έτσι, γεννήθηκε η πεποίθηση πως ήταν ο άνθρωπος που δημιούργησε το Λας Βέγκας. Άλλωστε δεν είναι τυχαίο πως ακόμη και ο χαρακτήρας του Μο Γκριν στον «Νονό» είχε βασιστεί στα έργα και τις ημέρες του Αμερικανοεβραίου γκάνγκστερ. Η αλήθεια είναι πως πρωτοστάτησε στη δημιουργία του εμβληματικού καζίνο «Flamingo», που ήταν το πρώτο μαφιόζικων συμφερόντων στην έρημο της Νεβάδα. Όπως, όμως, έγραψε και ο Ρόμπερτ Λέισι, συγγραφέας της βιογραφίας του Μέγιερ Λάνσκι, «…Δεν δημιούργησε το Λας Βέγκας. Δεν αγόρασε την πρώτη έκταση εκεί, ούτε έβαλε τα θεμέλια για τίποτα. Με τη ζωή και το θάνατό του όμως, τους έκανε όλους διάσημους εκεί κάτω».

Άπιαστος…

Οι δολοφονίες με τις οποίες συνδέθηκε το όνομά του υπήρξαν δεκάδες. Μόνο μία φορά όμως του απαγγέλθηκαν κατηγορίες για φόνο. Συγκεκριμένα, συνελήφθη για τη δολοφονία του ανθρώπου του υποκόσμου Χάρι Γκρίνμπεργκ. Προφυλακίστηκε μάλιστα γι΄ αυτό. Ωστόσο είχε την… τύχη να πεθάνουν κάτω από αδιευκρίνιστες συνθήκες οι δύο μάρτυρες κατηγορίας. Κανένας από τους υπόλοιπους δεν εμφανίστηκε ποτέ, οπότε η υπόθεση έκλεισε. Σύμφωνα με το FBI ήταν ένας από τους «συνεργάτες» που έστειλε ο Λάκι Λουτσιάνο για να καθαρίσουν τον Τζόε Μασερία το 1931, όταν ακόμη εκείνος ήταν το «αφεντικό» και… έπρεπε να απαλλαγεί από τα καθήκοντά του ώστε να ανοίξει ο δρόμος για τη νέα γενιά μαφιόζων που εκπροσωπούσε και ο ίδιος ο Σίγκελ.

Σύμφωνα με μια άλλη μαρτυρία, σε μια από τις πολλές απόπειρες δολοφονίας εναντίον του τραυματίστηκε σοβαρά από βόμβα που πέταξε κάποιος στην καμινάδα του σπιτιού του. Ο Μπάγκσι έφυγε από το νοσοκομείο όπου νοσηλευόταν, βρήκε τον επίδοξο φονιά του, τον σκότωσε και μετά επέστρεψε στο δωμάτιό του, έβαλε στη θέση του τον ορό και φυσικά την γλίτωσε έχοντας το τέλειο άλλοθι.

Χρησιμοποιώντας τέτοιου τύπου τεχνικές και τις διασυνδέσεις του, ο θρυλικός κακοποιός δεν καταδικάστηκε ποτέ για κάποιο κακούργημα. Για την ακρίβεια, οι μόνες καταδίκες που μπορεί να βρει κανείς στο φάκελό του αφορούν μόνο δύο πλημμελήματα την εποχή που ήταν ακόμη νεαρός. Για αλητεία και παράνομο στοιχηματισμό σε ιπποδρομίες…

Ο θάνατος

Τη νύχτα της 20ής Ιουνίου 1947 ο Μπάγκσι Σίγκελ πέφτει νεκρός στο σπίτι της φιλενάδας του στο Μπέβερλι Χιλς. Όπως συνέβη και στον «Νονό», μία από τις σφαίρες του βγάζει το μάτι (μια μορφή εκτέλεσης που αργότερα έγινε δημοφιλής στις τάξεις της Μαφίας με τον τίτλο Mo Greene Special). Η ιατροδικαστική έκθεση δεν υποστηρίζει αυτόν τον αστικό μύθο, αλλά ξέρετε, η ιστορία είναι πολύ ωραία έτσι για να την χαλάσουμε με τα πραγματικά γεγονότα…

Ο δολοφόνος του δεν θα βρεθεί ποτέ, αλλά είναι βέβαιο πως επρόκειτο για ένα ξακαθάρισμα λογαριασμών. Σύμφωνα με την πιο διαδεδομένη θεωρία, ο Μπάγκσι είχε δανειστεί πολλά χρήματα για το καζίνο-ξενοδοχείο στο Βέγκας, τα οποία δεν έδειχνε διάθεση να επιστρέψει. Τα αφεντικά των άλλων οικογενειών συναντήθηκαν στην Κούβα για να αποφασίσουν τι θα κάνουν με τον κάποτε αγαπημένο τους. Εκεί ακόμη και ο κάποτε φίλος του Μέγιερ Λάνσκι -έστω κι απρόθυμα- ανάβει το «πράσινο φως». Η μοίρα του πιο χαρισματικού γκάνγκστερ είχε σφραγιστεί. Και όπως συνέβη σχεδόν με όλους όσους σκότωσε ο ίδιος κατά τη διάρκεια της καριέρας του, κανείς δεν κατηγορήθηκε για το δικό του θάνατο. Η υπόθεση παραμένει ακόμη ανοιχτή και προφανώς δεν θα κλείσει ποτε.