«Εγέρσου και σκότωσε πρώτος»: Ένας τίτλος βιβλίου εμπνευσμένος από τη νουθεσία του αρχαίου εβραϊκού Ταλμούδ: «Αν κάποιος έρθει να σε σκοτώσει, σήκω και σκότωσέ τον πρώτος». Το εν λόγω βιβλίο περιγράφει με ποιους τρόπους οι μυστικές υπηρεσίες του Ισραήλ, προεξαρχούσης της Μοσάντ, εξελίχτηκαν στην πιο «ισχυρή, σύγχρονη, φονική μηχανή της ιστορίας». Όχι βέβαια σε αριθμό θυμάτων, αλλά στην ανάπτυξη πρωτοφανών μεθόδων εντοπισμού στόχων και εκτέλεσης τους. Ένα δίκτυο κατασκοπείας που όμοιο του δεν είχε δε ποτέ η Γη, εκτελώντας με χειρουργική ακρίβεια συμβόλαια θανάτου, με κάθε πιθανό και απίθανο τρόπο.
Ένοπλα drones. Τηλέφωνα παγιδευμένα με βόμβες. Δηλητηρίαση ακόμα και με… οδοντόκρεμα. Η προμελετημένη απόδοση τιμωρίας σε «επιστημονική» έκδοση, με τις πιο σύγχρονες τεχνικές. Με πράκτορες – «φαντάσματα» σε ρόλο τιμωρών. Και με την προαναφερόμενη νουθεσία να συνιστά το άλλοθι τους. «Αν δεν προλάβουμε εμείς, θα μας καθαρίσουν αυτοί».
Το βιβλίο δεν το έχει γράψει κάποιος εξωτερικός παρατηρητής, αλλά ένας Ισραηλινός, που στο πλαίσιο της έρευνας του έφτασε να γίνει κοινωνός σωρείας «απόρρητων» πληροφοριών.
Ο Ρόνεν Μπέργκμαν, ειδικός σε θέματα άμυνας και υπηρεσιών ασφαλείας, της μεγαλύτερης ημερήσιας εφημερίδας του Ισραήλ (Yediot Aharonot), κατάφερε να πείσει πολλούς πράκτορες της Μοσάντ, της Σιν Μπετ (υπηρεσία ασφαλείας του Ισραήλ) και του στρατού, να πουν τις ιστορίες που γνωρίζουν από μέσα.
Το βιβλίο αριθμεί 600 σελίδες και είναι βασισμένο σε 1.000 συνεντεύξεις και πολύ περισσότερες χιλιάδες έγγραφα. Ορισμένοι μάλιστα δεν δίστασαν να μιλήσουν με τα πραγματικά τους ονόματα.
Σύμφωνα με το βιβλίο, το Ισραήλ χρησιμοποιούσε τις στοχευμένες δολοφονίες ως όπλο πολέμου, σκοτώνοντας, για παράδειγμα μισή ντουζίνα Ιρανούς πυρηνικούς επιστήμονες αντί να ξεκινήσει μια στρατιωτική επίθεση. «Οι μυστικές επιχειρήσεις πίσω από τις γραμμές του εχθρού, είναι ο πυρήνας του ισραηλινού δόγματος ασφαλείας», γράφει ο Μπέργκμαν, κάνοντας λόγο για τουλάχιστον 2.700 επιχειρήσεις δολοφονίας στα 70 χρόνια ύπαρξής του έθνους.
«Οι εκτελέσεις με συνοπτικές διαδικασίες υπόπτων που δεν αποτελούσαν άμεση απειλή, οι παραβιάσεις των νόμων του Ισραήλ και των κανόνων του πολέμου δεν ήταν αποτρόπαιες πράξεις αδίστακτων πρακτόρων. Ήταν επίσημα επικυρωμένες εξωδικαστικές εκτελέσεις», αναφέρει ο συγγραφέας.
Σφαγή του Μονάχου και «Οργή του Θεού»
Η πιο διαβόητη, επίπονη και μακροχρόνια τέτοιου είδους επιχείρηση ήταν τα αντίποινα για τη «Σφαγή του Μονάχου» από την Παλαιστινιακή εξτρεμιστική οργάνωση «Μαύρος Σεπτέμβρης» στους Ολυμπιακούς Αγώνες του 1972.
Έξι ημέρες προτού ολοκληρωθούν οι Αγώνες, οκτώ Παλαιστίνιοι κομάντο εισέβαλαν στο Ολυμπιακό Χωριό, σκότωσαν δύο Ισραηλινούς αθλητές και κράτησαν ομήρους άλλους εννέα, ζητώντας την απελευθέρωση 234 συμπατριωτών τους, που κρατούνταν σε φυλακές υψίστης ασφαλείας του Ισραήλ.
Σε ένα δράμα που διήρκεσε 21 ώρες και έληξε με την πλήρως αποτυχημένη επέμβαση της γερμανικής αστυνομίας, οι νεκροί ήταν συνολικά 17: όλοι οι Ισραηλινοί αθλητές, πέντε Παλαιστίνοι και ένας αστυνομικός. Οι τρεις Παλαιστίνιοι που διασώθηκαν, διέφυγαν με αεροπλάνο της Lufthansa.
Λίγες ημέρες μετά την τραγωδία, η τότε πρωθυπουργός του Ισραήλ Γκόλντα Μέιρ δημιούργησε την επιτροπή «Χ», μια μικρή ομάδα κυβερνητικών αξιωματούχων επιφορτισμένη με τη διαμόρφωση αντίδρασης. Η επιτροπή κατέληξε στο συμπέρασμα ότι για να αποτρέψει μελλοντικές βίαιες επιθέσεις εναντίον του Ισραήλ, θα χρειάζονταν να δολοφονήσει όσους είχαν αναμειχθεί άμεσα ή έμμεσα στη Σφαγή του Μονάχου. Θα έπρεπε δε, να μην υπάρχει καμία απόδειξη ότι οι δολοφονίες διαπράχθηκαν από το Ισραήλ.
Στους στόχους συμπεριλαμβάνονταν τα μέλη του «Μαύρου Σεπτέμβρη», καθώς και μέλη της Οργάνωσης για την Απελευθέρωση της Παλαιστίνης (PLO), που κατηγορούνταν για συμμετοχή σε αυτή.
Η επιχείρηση έλαβε την κωδική ονομασία «Οργή του Θεού». Κάτω από άκρα μυστικότητα, η Μοσάντ οργάνωσε χτυπήματα σε Ρώμη, Παρίσι, Αθήνα, Κύπρο, Νορβηγία και Βηρυτό, αποσκοπώντας να σκορπίσει τρόμο στις τάξεις του εχθρού.
Η τρομοκρατία των τιμωρών
«Δεν είχαμε στόχο μόνο την εκδίκηση, αλλά να σπείρουμε το φόβο στην καρδιά των τρομοκρατών», δήλωσε ο πρώην υπαρχηγός της Μοσάντ, Ντέβιντ Κίμτσε, στο ντοκιμαντέρ «Η εκδίκηση της Μοσάντ», που προβλήθηκε το 2006.
«Δεν θέλαμε να εκπληρώσουμε την αποστολή σκοτώνοντας απλώς ανθρώπους στον δρόμο – αυτό είναι σχετικά εύκολο. Αν όμως βάλεις μια βόμβα στο τηλέφωνο κάποιου, αυτό είναι μήνυμα ότι μπορούμε να τους χτυπήσουμε οπουδήποτε, οποιαδήποτε στιγμή, κι έτσι πρέπει να ανησυχούν για τον εαυτό τους 24 ώρες το 24ωρο», πρόσθεσε ο Κίμτσε, αναφερόμενος σε μία από τις δολοφονίες, στο πλαίσιο της «Οργής του Θεού».
Με αυτόν τον τρόπο ξεπάστρεψε το δεύτερο στόχο της η Μοσάντ, τον Μαχμούντ Χαμσάρι, εκπρόσωπο της οργάνωσης για την Απελευθέρωση της Παλαιστίνης στη Γαλλία και θεωρούμενου από το Ισραήλ ως ηγέτη του «Μαύρου Σεπτέμβρη» στη Γαλλία.
Χρησιμοποιώντας έναν πράκτορα σαν δημοσιογράφο, η Μοσάντ τον παρέσυρε από το διαμέρισμά του στο Παρίσι για να μπορέσει μια ομάδα «τεχνικών» να εισέλθουν και να εγκαταστήσουν βόμβα στο διαμέρισμά του κάτω από τηλέφωνο του γραφείου του. Στις 8 Δεκεμβρίου 1972, ο Παλαιστίνιος έλαβε ένα τηλεφώνημα και όταν σήκωσε το τηλέφωνο πυροδοτήθηκε ο εκρηκτικός μηχανισμός. Ο Χασμάρι δεν σκοτώθηκε αμέσως από την έκρηξη, υπέκυψε όμως στα τραύματά του ύστερα από ένα μήνα.
Είχε προηγηθεί, τον Οκτώβρη του ’72, η δολοφονία του Αμπντέλ Ζουαιτέρ στη Ρώμη. Δύο ισραηλινοί πράκτορες τον περιμέναν να επιστρέψει από το δείπνο και τον εκτέλεσαν συμβολικά με 11 σφαίρες (όσες και τα θύματα των Ισραηλινών το Μόναχο) έξω από την πολυκατοικία του. Το Ισραήλ υποστήριξε ότι ήταν μέλος του «Μαύρου Σεπτέμβρη» και ότι συμμετείχε σε μια αποτυχημένη αεροπειρατεία εναντίον ενός ισραηλινού αεροσκάφους.
Ακολούθησε, το Γενάρη του ’73, η δολοφονία του Χουσεΐν Αλ Μπασίρ, αντιπροσώπου της Φατάχ και φερόμενου ως επικεφαλής του «Μαύρου Σεπτέμβρη» στην Κύπρο. Κινηματογραφικής διάστασης και αυτή, αφού η Μοσάντ ενεργοποίησε εξ’ αποστάσεως μια βόμβα κάτω από το κρεβάτι του, καταστρέφοντας ολοσχερώς το δωμάτιο όπου διέμενε στο ξενοδοχείο «Olympic Hotel», στη Λευκωσία.
Την ίδια τύχη είχε ο εκ των συνεργατών του Αλ Μπασίρ, Ζαϊάντ Μουχασί, που εντοπίστηκε από τη Μοσάντ στην Αθήνα και εξοντώθηκε με έκρηξη στο δωμάτιο του ξενοδοχείου του, στις 11 Απριλίου του ’73.
Πέντε ημέρες νωρίτερα είχε εκτελεστεί, επίσης με 11 σφαίρες, ο Μπασίλ Αλ-Κουμπαϊσί, καθηγητής νομικής στο Αμερικανικό Πανεπιστήμιο της Βηρυτού και μέλος της PLO.
Ενδιάμεσα από αυτές τις δύο δολοφονίες, το Ισραήλ οργάνωσε καταδρομικές επιχειρήσεις, με τη βοήθεια ειδικών δυνάμεων, κατά καλά κρυμμένων στόχων στη Βηρυτό και τη Σιδώνα του Λιβάνου. Την ευθύνη ανέλαβε η ειδική στρατιωτική μονάδα Sayeret Matkal. Ο Καμάλ Αντουάν, εκ των ηγετικών στελεχών του «Μαύρου Σεπτέμβρη», λέγεται ότι δολοφονήθηκε με 55 σφαίρες, μέσα στο σπίτι του, μπροστά στα παιδιά του.
Ο Μοχάμεντ Γιουσέφ αλ-Nατζάρ, που θεωρήθηκε εκ των «εγκεφάλων» της επίθεσης στο Μόναχο, βρήκε το θάνατο μαζί με τη γυναίκα του, ενώ για λόγους που δεν διευκρινίστηκαν ποτέ η Μοσάντ δολοφόνησε και τον εκπρόσωπο Τύπο της PLO, τον Παλαιστίνιο, Χριστιανό ποιητή και υπέρμαχο κατά της βίας, Καμάλ Νάσερ.
Το επόμενο χτύπημα έγινε με μια νάρκη γεμάτη από παξιμάδια και μπουλόνια, που είχε τοποθετηθεί κάτω από το κάθισμα του αυτοκινήτου του στόχου. Ήταν στο Παρίσι, με θύμα τον Μοχάμεντ Μπουντία, για τον οποίο οι μυστικές υπηρεσίες του Ισραήλ θεωρούσαν ότι πιθανόν συμμετείχε ως κομάντο στη Σφαγή του Μονάχου.
Το τραγικό λάθος με τη δολοφονία ενός αθώου
Σειρά είχε ο Αλί Χασάν Σαλαμέχ, ο άνθρωπος που οι Ισραηλινοί πίστευαν ότι οργάνωσε την επίθεση στους Ολυμπιακούς του ’72, ως ο ιθύνων νους του «Μαύρου Σεπτέμβρη». Ταξίδεψαν ως τη μικρή νορβηγική πόλη Λιλενχάμερ για να τον βρουν, έκαναν όμως ένα τραγικό λάθος. Τον Ιούλιο του ’73 σκότωσαν μετά από λάθος πληροφορία έναν αθώο Μαροκινό σερβιτόρο, νομίζοντας ότι ήταν ο Σαλαμέχ.
Έξι πράκτορες της Μοσάντ μεταξύ των οποίων δύο γυναίκες, συνελήφθησαν από τις νορβηγικές αρχές, ενώ άλλοι κατάφεραν να δραπετεύσουν, επιστρέφοντας στο Ισραήλ. Πέντε από τους συληφθεντες καταδικάστηκαν για τη δολοφονία και φυλακίστηκαν, αλλά απελευθερώθηκαν και επέστρεψαν στο Ισραήλ το 1975.
Η καταστροφική αποτυχία της επιχείρησης στη Νορβηγία είχε ως αποτέλεσμα να λάβει τέλος – επίσημα τουλάχιστον – η φονική εκστρατεία εναντίον των Παλαιστινίων. Στον απόηχο της επιχείρησης και μετά από τη διεθνή κατακραυγή για τη δολοφονία του άτυχου σερβιτόρου, η Γκόλντα Μέιρ αναγκάστηκε να διατάξει την αναστολή της «Οργής του Θεού».
Το Ισραήλ άλλωστε δεν σταμάτησε να κυνηγάει λυσσαλέα και τα επόμενα χρόνια όσους είχε φακελωμένους στα αρχεία του ως «εχθρούς του έθνους». Τον Σαλαμέχ τον εντόπισε τελικά στη Βηρυτό το 1979 και τον εξόντωσε με βομβιστικό μηχανισμό σε αυτοκίνητο. Από την έκρηξη σκοτώθηκαν τέσσερις σωματοφύλακές του, αλλά και ισάριθμοι αθώοι περαστικοί…
Ανεπίσημα, η «Οργή του Θεού» επεκτάθηκε έως το 1992, οπότε και εκτελέστηκε η τελευταία εκδικητική αποστολή για το Μόναχο, με θύμα τον Ατέφ Μπσεϊσό.
Το «Μόναχο» και οι αντιδράσεις
Η ταινία «Μόναχο» του Στίβεν Σπίλμπεργκ έχει ακριβώς αυτό το θέμα, επικρίθηκε εντονότατα όμως για ιστορικές ανακρίβειες και για υποκειμενισμό, τόσο από την ισραηλινή, όσο και από την αραβική πλευρά.
Ένα από τα κεντρικά θέματα της ταινίας του Σπίλμπεργκ είναι η ψυχική φόρτιση που προκάλεσε η αποστολή στα μέλη της ομάδας, τα οποία λυγίζουν από το βάρος της ενοχής γι’ αυτό που κάνουν.
Ωστόσο αυτό είναι κάτι που διέψευσαν κατηγορηματικά οι πράκτορες της Μοσάντ, που μίλησαν στο προαναφερόμενο ντοκιμαντέρ, αλλά και στο «Operation Bayonet» του BBC. Ουσιαστικά ο λόγος που έγιναν τα ντοκιμαντέρ (συνέπεσαν χρονικά με την προβολή της ταινίας) και δέχτηκαν να μιλήσουν ορισμένοι από τους εκτελεστές, ήταν για να διαψευστεί ο Σπίλπεργκ.
Οι αξιωματικοί που μίλησαν ανώνυμα ως «Κ» και «G» (με τα πρόσωπά τους κρυμμένα στη σκιά) παρουσιάστηκαν πολύ πιο σκληροί και αποφασισμένοι απ’ ότι στην ταινία. «Δεν είχαμε κανένα δισταγμό», είπε ο Κ. «Μπορείς να λες ό,τι θέλεις σε συζητήσεις, όταν όμως παίρνεις μια διαταγή πρέπει να την εκτελέσεις».
Ο Εχούντ Μπάρακ, ο οποίος φημολογείται ότι είχε ντυθεί γυναίκα κατά την επιδρομή στη Βηρυτό, περιέγραψε την επιχείρηση σχεδόν με νοσταλγία, ενώ ένας άλλος πράκτορας δήλωσε στην ισραηλινή εφημερίδα «Μααρίβ» ότι δεν είχε την παραμικρή αναστολή. «Ταυτιστήκαμε απόλυτα με την αποστολή μας μετά από αυτό που έκαναν οι τρομοκράτες στο Μόναχο. Ποτέ δεν αμφέβαλα μέσα μου, όπως ο κεντρικός ήρωας στην ταινία (σ.σ: Αβνερ Κάουφμαν). Ήξερα ότι κάνω το σωστό».
Η πιο φονική «βεντέτα» του παγκόσμιου χάρτη
Στο βιβλίο του ο Ρόνεν Μπέργκμαν αναφέρει ότι πέραν των αθώων που σκοτώθηκαν ως παράπλευρες απώλειες, οι πράκτορες εκτέλεσαν περισσότερους από έναν ανθρώπους των οποίων η σχέση με την επίθεση δεν είχε εξακριβωθεί. Τονίζει επίσης ότι για τις ανάγκες της επιχείρησης, το Ισραήλ δημιούργησε ένα Οργουελιανό Λεξικό: ο θάνατος αθώων πολιτών χαρακτηρίστηκε ως «τυχαία ζημία», ενώ οι δολοφονίες ονομάστηκαν «στοχευμένες προληπτικές πράξεις»…
Σημειώνει επιπλέον ότι ακόμα και ορισμένες επιτυχημένες επιχειρήσεις έκαναν περισσότερη ζημιά, παρά καλό στους πολιτικούς στόχους του Ισραήλ. Οδήγησαν «σε μια σειρά από εντυπωσιακές τακτικές επιτυχίες, αλλά και καταστροφικές στρατηγικές αποτυχίες».
Και όλα αυτά βέβαια, διότι η «Οργή του Θεού» και τα υπόλοιπα μεμονωμένα χτυπήματα του ισχυρού δεν έκαναν τίποτε άλλο απ’ το να διαιωνίσουν τον κύκλο αίματος στη Μέση Ανατολή, υποδαυλίζοντας το προαιώνιο μίσος Ισραηλινών και Αράβων. Η βία απαντήθηκε με βία, στην πιο φονική βεντέτα του παγκόσμιου χάρτη, που βέβαια παραμένει έμπλεη οργής, αλλά δεν μπορεί να έχει την παραμικρή σχέση με το Θεό…