Πάντα μόνος: Γιατί ο Λουκιανός Κηλαηδόνης επέλεξε συνειδητά να κόψει τις συνεργασίες με άλλους τραγουδιστές

Η εξήγηση που έδωσε ο ίδιος

Με τον πολύ ταιριαστό τίτλο «Είμαι Ένας Φτωχός και Μόνος Καουμπόυ» ο Λουκιανός Κηλαηδόνης εγκαινιάζει μια νέα προσέγγιση στην καριέρα του, θέλοντας ο ίδιος –κατά βάση- να ερμηνεύει τα τραγούδια που έγραφε ως συνθέτης και στιχουργός.

Μέχρι τότε ο Έλληνας τραγουδοποιός είχε δει κομμάτια του να συμπεριλαμβάνονται σε προσωπικές δουλειές του Γιώργου Νταλάρα (μάλιστα στον πρώτο δίσκο του σπουδαίου ερμηνευτή), της Βίκυς Μοσχολιού, της Δήμητρας Γαλάνη και κυρίως του Μανώλη Μητσιά, με τον οποίο είχαν συνεργαστεί με εξαιρετικά αποτελέσματα πάμπολλες φορές.

Ωστόσο από το 1978 και μετά ο Λουκιανός Κηλαηδόνης αλλάζει ρότα και ξεκινά αυτή την μεταστροφή του με το –τότε- νέο άλμπουμ του, στο οποίο αποφασίζει να ερμηνεύει ο ίδιος την πλειοψηφία των κομματιών που έγραφε. Το κοινό υποδέχεται με θέρμη την προσπάθεια, με αρκετά τραγούδια όπως το ομώνυμο «Φτωχός και Μόνος Καουμπόυ», το «Στη Βουλιαγμένη» ή «Τα Θερινά τα Σινεμά», στο οποίο συμμετέχει και η Βίκυ Μοσχολιού, να ξεχωρίζουν και να αγαπιούνται πολύ από τον κόσμο.

Ο Κηλαηδόνης θα συνεχίζει στην ίδια προσωπική διαδρομή και τα επόμενα χρόνια, την δεκαετία του 1980 και από τις αντιδράσεις του κοινού γίνεται ξεκάθαρο ότι έχει πάρει την σωστή απόφαση. Η μεγαλύτερη απόδειξη, ίσως, γι’ αυτό να είναι άλλωστε το γεγονός ότι ένα από τα πιο γνωστά και λατρεμένα τραγούδια του Κηλαηδόνη είναι τα «Θερινά Σινεμά», το οποίο δεν έγινε επιτυχία στην αρχική, πρωτότυπη εκτέλεση με την φωνή της Γαλάνη, αλλά σε εκείνη που ακολούθησε δύο χρόνια αργότερα στον δίσκο «Χαμηλή Πτήση», με ερμηνευτή τον ίδιο…

Προφανώς η αιτία για τις αποφάσεις του δεν σχετίζεται με κάποιο προσωπικό πρόβλημα που είχε με τους καλλιτέχνες, ούτε βέβαια πίστευε ότι εκείνος είχε καλύτερη φωνή από αυτούς. Οι λόγοι είχαν κυρίως να κάνουν με το γεγονός ότι ήθελε να μπορεί να κάνει εμφανίσεις και ζωντανό πρόγραμμα χωρίς να εξαρτάται από την παρουσία τρίτων και δίχως να χρειάζεται να συντονιστούν τραγουδιστές και μουσικοί για να λάβει χώρα ένα live.

Έχοντας αυτό κατά νου, έγραφε τα κομμάτια του με γνώμονα την δική του φωνή και το πιάνο του. Ήθελε, δηλαδή, ανά πάσα στιγμή τα κομμάτια να μπορούν να παιχτούν ζωντανά έτσι κι αν ήταν δυνατή η προσθήκη και άλλων, αυτό θα ήταν ένα επιπλέον «συν» απολύτως ευπρόσδεκτο!

Σε συνέντευξή του, μάλιστα, σχεδόν αναγκάστηκε να το ξεκαθαρίσει μόνο και μόνο για να μην υπάρξει κάποια παρερμηνεία των προθέσεών του. «Όταν μου έλεγαν ‘’Έλα να κάνεις μια εμφάνιση’’, έπρεπε να μπορεί ο Μητσιάς, τα μπουζούκια κλπ. Είπα λοιπόν ότι θα κάνω τραγούδια, που θα μπορώ να τα κάνω μόνος μου μ’ ένα πιάνο. Εάν έχω και ορχήστρα, έχει καλώς, αλλά θα αντέχουνε με εμένα κι ένα πιανάκι. Και αυτό έκανα κι ακόμα αντέχουνε. Πολλές φορές το κάνω… Κάνω βραδιές με πιάνο κι ένα κοντραμπάσο, αν έχω κι ένα ακορντεόν, είμαι πιο πλήρης, μια χαρά είμαι… Να μπορώ να είμαι αυτάρκης για να παρουσιάζω τη δουλειά μου… Δεν μπορώ να είμαι εξαρτημένος από ένα ολόκληρο σύστημα»…

Επιπλέον αναφέρθηκε και σε ακόμη ένα στοιχείο που δεν είναι άλλο από την μοναδικότητα του στυλ του. Ακόμη και σήμερα όταν ακούμε Κηλαηδόνη, αντιλαμβανόμαστε ότι ένα κομμάτι είναι δικό του πριν καν ακούσουμε την φωνή του. Από τις πρώτες νότες κιόλας, ενώ στη συνέχεια έρχεται και δένει η ερμηνεία του απόλυτα, αφού τα περισσότερα από αυτά είναι τόσο βιωματικά που ενδεχομένως κανένας τρίτος δεν θα μπορούσε να μεταφέρει ανάλογα τα δικά του συναισθήματα. «Αλλά επειδή γράφω βιωματικά τραγούδια δικά μου , ούτε πολλά γυναικεία μου προκύπτουνε κι επίσης ξέρω τι εννοώ… Είναι στο μέτρο που τους χρειάζεται, ένα ‘’κλείσιμο ματιού’’. Οι άλλοι θα κάνουν υπερβολές, θα το πάνε εκεί, θα το πάνε αλλού κλπ. Δεν θέλω. Θέλω να είναι αυτό που εννοώ» καταλήγει…