Γιατί το Virtua Striker είναι ό,τι καλύτερο έχει υπάρξει ποτέ σε ηλεκτρονικό ποδοσφαιράκι

Ηλεκτρονικός έρωτας με την πρώτη ματιά...

Ήταν η πιο εύκολη, η πιο προφανής επιλογή- γι’ αυτό ξεκινούσες πάντοτε από αυτήν: «Γιαγιάκα μου!», της έλεγες και βλεφάριζες παιχνιδιάρικα τα ματάκια σου σα να ‘σουνα η αντρική εκδοχή της Αλίκης Βουγιουκλάκη, «το ξέρεις ότι σε αγαπώ περισσότερο από την άλλη την γιαγιά;», έπαιζες το δυνατό σου χαρτί κι αυτή, αυτομάτως, έδειχνε 20 χρόνια νεότερη.

Της είχες κεντρίσει, ρε σκασμένο, το ενδιαφέρον και το συνέχιζες μέχρι τέλους: «Για την ακρίβεια, σε αγαπώ περισσότερο κι από τον παππού…», το τραβούσες λίγο ακόμα και μόλις έβλεπες ότι έπιανε το τρικ και ήταν μισό κλικ από το να δακρύσει, έκοβες τα λεκτικά κρεμμύδια για να ολοκληρωθεί η δουλειά- «Διάολε, σε αγαπώ περισσότερο κι από την ίδια μου τη ζωή!».

Αυτό ήταν: με το τρεμάμενο χέρι της σου έδειχνε προς το συρτάρι που είχε το πορτοφόλι της κι εσύ το έφερνες μέχρι να πει κανείς «Μαλαγάνα». Έβγαζε εκείνο το υπέροχο, πράσινο χαρτονόμισμα των 500 δραχμών, έπειτα το άφηνε στο χέρι σου, εσύ την φιλούσες στοργικά στο μάγουλο κι εν συνεχεία πήγαινες στο ουφάδικο της γειτονιάς.

Έπρεπε να πας, καθώς μια αόρατη δύναμη σε τραβούσε προς αυτό. Εντάξει, λάθος- μια απολύτως ορατή: το κορυφαίο ηλεκτρονικό ποδοσφαιράκι που στεκόταν στη γωνία πίσω από το μπιλιάρδο- εκείνη η γκουμούτσα που έγραφε επάνω “Virtua Striker” και σε καλούσε σαν άλλη Σειρήνα να πας κοντά του.

Κι εσύ, φυσικά, πήγαινες και έβαζες το κέρμα των 50 δραχμών (αργότερα έγινε κατοστάρικο…) στην σχισμή γιατί, πολύ απλά, με τον Οδυσσέα δεν είχες καμία σχέση. Άσε που το “Virtua Striker” ήταν- και είναι, 20+ χρόνια αργότερα- ό,τι καλύτερο έχει υπάρξει σε ποδοσφαιράκι ποτέ.

Γιατί;

Μα, φυσικά, επειδή…

Ήταν σαν αληθινό

Μέχρι τότε χειριζόμασταν για παίκτες κάτι τετραγωνισμένα pixels που χρειάζονταν την φαντασία του Ιούλιου Βερν για να πεις πως μοιάζουν με παίκτες.

Όμως το Virtua Striker ήταν το πρώτο που είχε 3D γραφικά, ρε φίλε! Φαντάσου να είσαι εκεί στο δημοτικό και να βλέπεις για πρώτη φορά τον Ρομάριο να μην είναι πλακέ, αλλά να θυμίζει, επαρκώς, άνθρωπο.

Μέχρι να κοπάσει κάπως ο ενθουσιασμός σου, είχες ταΐσει το μηχάνημα δύο μηνιάτικα της μαμάς σου (που έπαιρνε 3 εκατομμύρια τον μήνα- ναι, ακριβώς: σαν το ΠΑΣΟΚ δεν έχει).

Έβαζες γκολ από το κέντρο

Ήθελε ένα μικρό κολπάκι, αλλά έπιανε 7/10: έπαιρνες την μπάλα με τον Μπατιστούτα στην σέντρα, τον πήγαινες λίγο διαγώνια μπροστά και μετά πατούσες μέχρι το τέρμα τη δύναμη κάνοντας ταυτόχρονα πάνω τον μοχλό.

Η μπάλα ταξίδευε με μαθηματική ακρίβεια από το πόδι του «Μπατιγκόλ» στο βάθος της εστίας κι εσύ έθετες υποψηφιότητα για το τέρμα της αγωνιστικής, τη στιγμή που ο εκφωνητής ούρλιαζε σαν λατίνος σπίκερ που ‘χει δαγκώσει καυτερή πιπεριά «GOOOOAAAAAAAAALLLLLL!!!!».

Σε ποιο άλλο ποδοσφαιράκι τα «έσταζες» με τέτοια συχνότητα από τα 40 μέτρα;

Στο τέλος σε περίμενε μια Special Team

Όταν- αφού είχες ξοδέψει τον ετήσιο προϋπολογισμό ενός μικρού κράτους προσπαθώντας- έφτανες στο σημείο να γίνεις τόσο καλός και να το «τερματίσεις» κερδίζοντας όλα τα παιχνίδια, οι 11αδα σου έστρεφε το κεφάλι της προς τα δεξιά και στην οθόνη αναβόσβηνε η ένδειξη Special Match.

Εκεί, σε περίμενε η SEGA Team που αποτελείτο από… αρκούδες, πιγκουίνους, έναν Εσκιμώο, ένα φάντασμα, έναν κινούμενο χιονάνθρωπο κι άλλα τέτοια υπέροχα πλασματάκια, που τα μ@λακισμένα ήταν πάρα πολύ δύσκολο να τα νικήσεις.

Αν τα κατάφερνες, όμως, η ικανοποίηση δεν μπορούσε να συγκριθεί με τίποτα.

Ούτε κι αν κατακτούσες, δηλαδή, το πραγματικό μουντιάλ.

Έπαιζες μεν ηλεκτρονικό, αλλά δεν ήσουν μόνος

Καλά, χρυσά και πιο άγια κι από τη Μητέρα Τερέζα όλα τα παραπάνω, όμως η αστερόσκονη του πρώτου Virtua Striker είχε να κάνει με το γεγονός πως δεν ήσουν κλεισμένος σ’ ένα σπίτι, να πατάς κουμπιά έχοντας γι’ αντίπαλο κάποιον τύπο στη Γη του Πυρός (και που είναι, ο μπαγάσας, φωτιά στο Pro) όπως σήμερα.

Όχι: πήγαινες στο μαγαζί της γειτονιάς σου, «κολλούσατε» λεφτά όλη η πιτσιρικαρία μαζί αν δεν έφταναν και παίζατε ο ένας με τον άλλον ή, αν έπαιζες μόνος σου, μαζευόταν γύρω σου η παρέα σου και πανηγύριζαν τα γκολ που έβαζες, σου έδιναν οδηγίες, φώναζαν στ’ αυτί σου, σε… γλεντούσαν όταν έχανες και όλα τα συναφή.

Στο πλευρό σου στεκότανε ο κολλητός σου κι όχι ο άοσμος τοίχος του παιδικού σου δωματίου.

Όσο να πεις, έχει διαφορά: μπορεί τόσο οι τοίχοι όσο και ο κολλητός σου να έχουν αυτιά, όμως αυτό δε σημαίνει πως ο τοίχος είναι άνθρωπος.

Αλήθεια, ξέρετε εσείς καμιά παρέα καλύτερη από την ανθρώπινη;