«Χίτλερ για χίλια χρόνια, εκραύγασαν πριν πέσουν νεκροί οι τελευταίοι επαναστάτες. Και το αιματηρό τους σύνθημα προκαλεί, διεγείρει και δραματοποιεί»…
Αυτό φέρεται να ήταν το μήνυμα του διαβόητου «Περίανδρου» προς τους θαυμαστές του και τους ομοϊδεάτες του τότε της Χρυσής Αυγής. Ένα μήνυμα που απέστειλε ενώ παρέμενε ασύλληπτος και φυγόδικος καθώς σύμφωνα με τις Αρχές τα χέρια του ήταν γεμάτα από το αίμα του νεαρού Δημήτρη Κουσουρή και άλλων δύο ανδρών, μετά από άνανδρη (όπως συνηθίζουν) επίθεση από φασίστες.
Ως δράστης αναγνωρίστηκε ο γεννημένος στην Βενεζουέλα Αντώνης Ανδρουτσόπουλος, ο άνθρωπος που υπήρξε ο «μέγας… πρακτικός» του νεοφασιστικού κινήματος στην Ελλάδα, την περίοδο που το κόμμα λάμβανε ποσοστά της τάξης του 0,07% και κάποιοι ζητούσαν περισσότερη «δράση». Δηλαδή επιθέσεις, εφόδους, ξυλοδαρμούς. Ένας ρόλος κομμένος και ραμμένος στα μέτρα του Περίανδρου.
Από την δεκαετία του ’90 κιόλας είχε ιδρύσει την «εκπαιδευτική τάξη Πρωτεσίλαος» η οποία απαρτιζόταν κυρίως από πρώην στρατιωτικούς, θαυμαστές απολυταρχικών καθεστώτων και υμνητές του Χίτλερ και της δράσης του. Ουσιαστικά επρόκειτο για το πρώτο πραγματικό «Τάγμα Εφόδου» της Χρυσής Αυγής που αργότερα μετεξελίχθηκε στην διαβόητη «φάλαγγα» της οργάνωσης.
Ο ίδιος έφτασε να γίνει ο ουσιαστικός υπαρχηγός, πίσω μόνο από τον Μιχαλολιάκο, έχοντας αναλάβει ζητήματα «πρακτικής» φύσης, τα οποία έλυνε με την βοήθεια ενός σκληρού πυρήνα 10-15 ατόμων, μιας ομάδας της οποίας τα μέλη εκπαιδεύονταν σε βουνά και απομακρυσμένες περιοχές και στη συνέχεια επέστρεφε στους δρόμους για να επιβάλει δια της βίας τα «πιστεύω» της.
Όπως αναφέρουν επώνυμες πηγές, ο Περίανδρος δεν σταμάτησε εκεί, αλλά το 1998 ίδρυσε μια «οργάνωση εντός της οργάνωσης», με την επωνυμία «Χρυσοί Αετοί» και όλα έδειχναν ότι μάλλον ήταν θέμα χρόνου να γίνει και τυπικά ο αρχηγός, καθώς οι περισσότεροι στην βάση τον αποδέχονταν ως τέτοιον λόγω της δράσης του, ενώ παράλληλα ως διευθυντής του περιοδικού της Χρυσής Αυγής, μπορούσε να ελέγχει τα «μηνύματα» που έφταναν στους οπαδούς, την ιδεολογική «θωράκισή» τους και την προτροπή σε πράξεις που μπορούμε να αντιληφθούμε όλοι.
Φυσικά εκείνη την εποχή το ναζιστικό μόρφωμα δεν είχε «ξεπλυθεί» από τα mainstream media και δεν είχε αποκτήσει το χαρακτήρα του «δημοκρατικού προσωπείου» πίσω από το οποίο προσπάθησε αργότερα να κρύψει τις πραγματικές προθέσεις της.
Στις 16 Ιουνίου 1998 έξω από τα δικαστήρια της οδού Ευελπίδων συνέβη το περιστατικό που έμελλε να διακόψει την πορεία του Περίανδρου προς την αρχηγία της οργάνωσης και άλλαξε μια για πάντα τη σχέση του με τον συντεταγμένο νεοναζιστικό χώρο.
Μαζί με άλλους επιτίθεται με ρόπαλα -και φυσικά ύπουλα και πισώπλατα όπως κάθε θρασύδειλος- σε τρία άτομα, ενώ εκείνα κάθονταν σε κοντινό καφενείο. Νωρίτερα στον ίδιο χώρο είχαν πραγματοποιηθεί δυο παράλληλες συγκεντρώσεις. Η μία από Χρυσαυγίτες και η άλλη από αδιόριστους εκπαιδευτικούς και λοιπούς συμπαθούντες που συμπαραστέκονταν σε συλληφθέντες κατά τη διάρκεια διαδηλώσεων έξω από το κτήριο του ΑΣΕΠ στην Αθήνα.
Όταν η ένταση και τα εκατέρωθεν συνθήματα των δύο πλευρών κόπασαν, όλοι πίστεψαν ότι τα πάντα είχαν εκτονωθεί. Δεν ίσχυε το ίδιο για όλους.
Δεν ίσχυε το ίδιο για τον Περίανδρο, που σύμφωνα με την αστυνομία επέστρεψε, οργάνωσε και εκτέλεσε τον ξυλοδαρμό σε βαθμό απόπειρας ανθρωποκτονίας του Δημήτρης Κουσούρη, μέλους τότε της συντονιστικής επιτροπής του συλλόγου φοιτητών της Φιλοσοφικής του Πανεπιστημίου Αθηνών και των κεντρικών συμβουλίων της ΕΦΕΕ και οργάνωσης νεολαίας του ΝΑΡ. Μαζί του κάθονταν και ο φοιτητής του Πολυτεχνείου Ηλίας Φωτιάδης αλλά και ο αδιόριστος φιλόλογος Γιάννης Καραμπατσόλης, οι οποίοι επίσης γνώρισαν την μανία των ακροδεξιών.
Μετά την επίθεση ο Περίανδρος απλά εξαφανίστηκε. Αργότερα υποστήριξε πως βρισκόταν στην γενέτειρά του, Βενεζουέλα, αλλά άλλοι υποστηρίζουν πως επί σειρά ετών παρέμενε στην Ελλάδα, αλλάζοντας κρησφύγετα, ενώ κάποιοι κατακρίνουν τις Αρχές, ξεκινώντας από την κυβέρνηση ΠΑΣΟΚ τότε και καταλήγοντας στην Αστυνομία, κάνοντας λόγο για κωλυσιεργία ή ακόμη και απροθυμία να πέσει φως στην υπόθεση.
Φρουρός του τότε (αλλά κατά σύμπτωση και σήμερα) υπουργού, Μιχάλη Χρυσοχοϊδη φέρεται να είχε πει πως «η μισή Αστυνομία ήθελε να συλληφθεί ο Περίανδρος και η άλλη μισή όχι», ενώ σε άλλα έγγραφα γίνεται αναφορά για τον αδελφό του Περίανδρου, που υπήρξε συνοδός ασφαλείας πρώην βουλευτή της Νέας Δημοκρατίας και των υπόγειων πολιτικών διασυνδέσεων που είχαν με το σύστημα.
Στις 13 Σεπτεμβρίου 2005 ο Περίανδρος εμφανίζεται από το πουθενά στο Τμήμα Εκτέλεσης Ποινών του Εφετείου Αθηνών και παραδίδεται κάτω από συνθήκες που ποτέ δεν έχουν αποσαφηνιστεί. Υποστηρίζει πως βρισκόταν στην Βενεζουέλα και ότι επέστρεψε στην Ελλάδα εξαιτίας σοβαρής ασθένειας του πατέρα του.
Εκείνο που επίσης χρειάζεται διερεύνηση είναι η απότομη μεταστροφή της Χρυσής Αυγής απέναντί του και το πώς από «αγαπημένο παιδί» και «εκλεκτός» βρέθηκε τελικά στο περιθώριο, υποστηρίζοντας σενάρια για εκείνη την επίθεση που ενέπλεκαν ακόμη και σημερινά στελέχη της οργάνωσης.
Αυτή η αλλαγή φάνηκε ακόμη και μεταξύ των δικών. Στην πρώτη μέλη της ΧΑ παρέστησαν στην αίθουσα –και μάλιστα σε στάση προσοχής- όταν εκείνος εισερχόταν, ενώ όταν η υπόθεσή του εκδικάστηκε σε δεύτερο βαθμό δεν είχε καν μάρτυρες υπεράσπισης και άλλαξε το αφήγημά του. Πλέον ήταν φανερό πως ο «Περίανδρος» και η «Χρυσή Αυγή», που στο μεταξύ ετοιμαζόταν να εκμεταλλευτεί την κρίση που έφτανε στην Ελλάδα και να μπει στο κοινοβούλιο, δεν αποτελούσαν ένα.
Η οργάνωση είχε καταφέρει να απεμπλακεί από τον ρόλο της στις δολοφονικές επιθέσεις, αλλά στο παρασκήνιο καρπωνόταν στη βάση των ψηφοφόρων της τις πράξεις του πρώην υπαρχηγού της…
Ωστόσο, φανερά, κάποιοι συνέχισαν να τον στηρίζουν, χαιρετώντας ναζιστικά και ψέλνοντας τον Εθνικό Ύμνο (ακόμη ένα εθνικό σύμβολο που λέρωσαν αυτοί οι φασίστες με τα βρωμόχερά τους που ό,τι αγγίζουν το μετατρέπουν σε κοπριά) όταν τελικά το δικαστήριο του επέβαλε ποινή 12 ετών. Εκτίοντας τα 3/5 της ποινής του, τελικά έμεινε ελεύθερος.
Ο μετά την αποφυλάκισή του Περίανδρος έπαψε να χαρακτηρίζεται «αδίκως διωκόμενος» από την ηγεσία της Χρυσής Αυγής, και τα περιοδικά της οργάνωσης σταμάτησαν να δημοσιεύουν τα γραπτά του.
Η δική του απάντηση ήρθε μέσω ανοιχτής επιστολής το 2011, όταν και κατηγόρησε τους πρώην «συντρόφους» του για αχαριστία, ενώ κατά καιρούς έχει αναφερθεί σε εκείνη την περίοδο αφήνοντας σαφείς αιχμές για τις σκοτεινές διαδρομές στις οποίες συνυπήρξε επί σειρά ετών με ανθρώπους με τους οποίους μοιραζόταν τις ίδιες απάνθρωπες ιδέες.
Για κάποιους ωστόσο παραμένει ο «εκλεκτός» που του γύρισε την πλάτη το ίδιο το σύστημα που ο ίδιος είχε στηρίξει…